Η τιμωρία όσων ευθύνονται για το γεγονός ότι εκτέθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία στο εξωτερικό λόγω του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, είναι αυτονόητη. Το πιο σημαντικό όμως είναι η διόρθωση των αιτιών που έφεραν τα κακώς έχοντα ώστε να μην υπάρξει για άλλη μια φορά επανάλειψη τέτοιων φαινομένων. Κάπως έτσι συνοψίζονται τα όσα ανέφερε στην εκπομπή Alpha Ενημέρωση το μέλος της Ερευνητικής Επιτροπής Νικολάτου Παύλος Ιωάννου ο οποίος σχολίασε το πόρισμα της επιτροπής που παραδόθηκε χθες στον Γενικό Εισαγγελέα.
«Όπως γνωρίζετε τα ονόματα θα αποκαλυφθούν και θα γίνουν σχετικές αναφορές από τον Γενικό Εισαγγελέα αφού μελετήσει το πόρισμα και θα προχωρήσει σε όλες τις δέουσες ενέργειες. Στην έκδοση του και στην αποστολή του στις αρμόδιες διωκτικές αρχές για την λήψη των περαιτέρω μέτρων που απαιτούνται. Εμένα αυτό δεν με ενδιαφέρει και δεν με απασχολεί, είναι αδήριτη ανάγκη και επάναγκες να τιμωρηθούν όσοι φέρουν ευθύνη για όσα έχουν γίνει στην πατρίδα μας και έχουν εκθέσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Κατά τη γνώμη μου πρέπει να υπερβούμε το σύνδρομο του ρωμαϊκού ιπποδρόμου και να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην διόρθωση των κακώς εχόντων τα οποία δημιουργούν τα φαινόμενα αυτά», ανέφερε χαρακτηριστικά, κάνοντας λόγο για μια πολιτειακή αποτυχία και ανεπάρκεια ενός μεγάλου εύρους του δημόσιου τομέα.
«Αυτό δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αλλά η πολλοστή φορά τα τελευταία 50-60 χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έχουν διορθωθεί οι μηχανισμοί που παράγουν τα φαινόμενα αυτά; Δεν έχουν γίνει όσα πρέπει να γίνουν για να αποκλείουν τα φαινόμενα αυτά. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι όχι απλά η τιμωρία των ενόχων ή των υπευθύνων και λοιπά, το οποίο εξυπακούεται ότι πρέπει να γίνει. Εκείνο που πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι η επιστημονική ανάλυση των αιτιών που προκαλούν αυτά τα φαινόμενα στην πατρίδα μας και η άρση αυτών των αιτών. Η αιτιοκρατική θεραπεία του προβλήματος. Ενεργούμε συνέχεια κάτω από το φάσμα των ερευνητικών επιτροπών, πρέπει να απαριθμήσουμε τα προβλήματα και να τα διορθώσουμε», πρόσθεσε.
Μαζικές μεταρρυθμίσεις
Τονίζοντας την ανάγκη μεταρρύθμισης του ευρύτερου δημόσιου τομέα και την εγκαθίδρυση θεσμικών μηχανισμών αξιοκρατίας και αξιοκρατικής προώθησης των δημοσίων υπαλλήλων στις κατάλληλες θέσεις, την εκπαίδευση τους, τη σωστή επάνδρωση του δημοσίου, ανέφερε πως θα πρέπει να συμπληρωθούν με τη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης.
«Δεν νοείται να εκδίδεται μια απόφαση 12-14 χρόνια μετά την αγωγή είναι εξωπραγματικά φαινόμενα που υποσκάπτουν την ίδια την υπόσταση του κράτους δικαίου», πρόσθεσε.
Ως παράδειγμα έφερε την αίτηση Μ127 την οποία έπρεπε οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές να συμπληρώνουν και να καταθέτουν για την πολιτογράφηση τους, η οποία όπως είπε δεν είχε καμία σχέση με τις κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις.
«Ουσιαστικά κατά τη γνώμη μου ήταν ένα από τα πιο βασικά αίτια δημιουργίας της προβληματικής κατάστασης και της περαιτέρω εξέλιξης της σε έτη περαιτέρω προβληματικής κατάστασης. Πρόκειται για έντυπο του 1969 σε αρχαϊζουσα γλώσσα και αφορά μια διαδικασία πολιτογράφησης εντελώς διαφορετική από το θέμα της κατ’ εξαίρεσης πολιτογράφησης εντελώς διαφορετική από το θέμα της κατ’ εξαίρεσης πολιτογράφησης», είπε.
Τέλος ξεκαθάρισε πως δεν δέχθηκε καμία παρέμβαση στο έργο του, λέγοντας ότι οι όποιες επιφυλάξεις του καταγράφονται στο πόρισμα ξεκάθαρα οι οποίες όπως είπε είναι εξαιρετικά χρήσιμες. Σε ότι αφορά τις πολιτικές ευθύνες, εξέφρασε την πεποίθηση ότι αυτοί που πρέπει θα τις αναλάβουν.