Περήφανοι νιώθουν και δηλώνουν γιατροί, νοσηλευτικό, παραϊατρικό και άλλο προσωπικό που εργάζονται στον θάλαμο Covid-19 του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας, πάντοτε με προθυμία και αγάπη για να προσφέρουν στον πάσχοντα συνάνθρωπο τους.
Όπως ανέφερε στο ΚΥΠΕ ο Δρ. Ιωάννης Δημητριάδης, Διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας «η κλινική Covid-19 άρχισε τη λειτουργία της στα μέσα Μαρτίου μετά την επιβάρυνση της επιδημιολογικής εικόνας στην Κύπρο, αφού μετά τα Νοσοκομεία Αμμοχώστου, Λεμεσού και Λευκωσίας, ενεργοποιήθηκαν και τα δημόσια νοσηλευτήρια της Λάρνακας και της Πάφου. Τις τελευταίες μέρες αυξάνεται ο αριθμός των ατόμων που διαγνώσκονται με κορωνοϊό και η πίεση που δέχεται το σύστημα παραμένει σε υψηλά επίπεδα».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Δρ. Δημητριάδης είπε πως «ο μέσος όρος ηλικίας των ασθενών μειώθηκε στα 60 έτη και αυτό είναι απότοκο των εμβολιασμών των ηλικιωμένων τόσο στην κοινότητα όσο και στις κλειστές δομές, με αποτέλεσμα ο ιός να παρουσιάζεται πλέον σε πιο νεαρές ηλικίες. Ο νεαρότερος ασθενής που νοσηλεύεται στην κλινική Covid-19 του ΓΝ Λάρνακας είναι ηλικίας 40 ετών και ο μεγαλύτερος 57».
Σε άλλη ερώτηση απάντησε πως «στο Νοσοκομείο Λάρνακας νοσηλεύονται άτομα με κορωνοϊό που βρίσκονταν στο τελευταίο στάδιο της αποθεραπείας. Ωστόσο με την πάροδο του χρόνου και των αυξημένων αναγκών νοσηλεύονται και βαριά περιστατικά, όχι όμως τέτοιας μορφής που να χρειάζονται διασωλήνωση».
Σε περίπτωση όμως, συνέχισε «που η κατάσταση ενός ασθενούς επιδεινώνεται τότε αντιμετωπίζεται μέχρι το επίπεδο της Μονάδας Αυξημένης Φροντίδας και σε περίπτωση περαιτέρω επιδείνωσης τότε διασωληνώνεται και διακομίζεται σε ΜΕΘ άλλων Νοσοκομείων. Στην κλινική Covid-19 του ΓΝ Λάρνακας εργοδοτούνται 20 νοσηλευτές, 2 φροντιστές, 5 γιατροί και δύο ειδικευόμενους».
Κληθείς να αναφέρει τα συναισθήματα του ιατρικού, νοσηλευτικού, παραϊατρικού και άλλου προσωπικού στην είδηση ότι θα λειτουργούσε και στη Λάρνακα θάλαμος για ασθενείς με κορωνοϊό, ο Δρ. Δημητριάδης είπε πως «η αντίδραση ήταν αυτή οποιουδήποτε επαγγελματία υγείας που αντιμετωπίζει σοβαρά το επάγγελμα του. Η Λάρνακα έχει όμως μια ιδιαιτερότητα, αφού την δεκαετία του ’90 υποδέχθηκε την Γρηγόριο Κλινική για νοσηλεία ασθενών με Aids και τότε υπήρχε μεγάλη αντίδραση από όλους».
Ο Δρ. Δημητριάδης απέστειλε το μήνυμα στον κόσμο ότι «ο εμβολιασμός πραγματικά σώζει ζωές, αφού τουλάχιστον στην Κύπρο, τα ηλικιωμένα άτομα δεν νοσούν πλέον βαριά, ο μέσος όρος ηλικίας των νοσηλευομένων έπεσε ενώ μειώνεται κατακόρυφα και η πιθανότητα μετάδοσης του ιού. Την ίδια ώρα οι επιπλοκές από τα εμβόλια είναι πολύ σπάνιες σε σύγκριση με το όφελος που αποκομίζει ένα άτομο που εμβολιάζεται» είπε και πρόσθεσε πως «το εμβόλιο είναι η μόνη μας ασπίδα απέναντι στον κορωνοϊο μαζί φυσικά με τα μέτρα ατομικής προστασίας».
Από την πλευρά της η Ειρήνη Ραούκκα, Νοσηλευτική Λειτουργός στον θάλαμο Covid-19 του Νοσοκομείου Λάρνακας εξέφρασε την εκτίμηση ότι «το ιατρικό, νοσηλευτικό και άλλο προσωπικό του Νοσοκομείου, βλέποντας την κατάσταση που επικρατούσε με την πανδημία του κορωνοϊού, ήταν ήδη προετοιμασμένο για αυτό που θα αντιμετώπιζε όταν άρχισε να λειτουργεί η συγκεκριμένη κλινική. Όταν το προσωπικό ενημερώθηκε για τη λειτουργία του θαλάμου Covid-19 στο Νοσοκομείο αντιδράσαμε ως επαγγελματίες αφού ασκούμε αυτό το λειτούργημα επειδή το αγαπούμε».
Πρόσθεσε πως «όταν χρειάστηκε να νοσηλευτούν άτομα με κορωνοϊό, κανένα άτομο από το προσωπικό δεν αρνήθηκε, ήταν όλοι πρόθυμοι να βοηθήσουν αφού αυτό ήθελαν. Υπήρχαν περιπτώσεις που και άτομα του προσωπικού είχαν στο Νοσοκομείο δικά τους πρόσωπα που νόσησαν με κορωνοϊό και έπρεπε να νοσηλευτούν».
Αυτό συνέχισε «που είναι σημαντικό είναι πως είμαστε ομάδα, αφού γιατροί, νοσηλευτές και όλο το υπόλοιπο προσωπικό του θαλάμου συμπληρώνουν και στηρίζουν ο ένας τον άλλο, με στόχο το καλό των συνανθρώπων μας. Ωστόσο το πιο δύσκολο κομμάτι της δουλειάς είναι πως είμαστε το ενδιάμεσο των ασθενών με τους συγγενείς τους» είπε και πρόσθεσε πως «το χειρότερο είναι ένας ασθενής να νοσεί σοβαρά, να χρειάζεται στήριξη από την οικογένεια του και να μην μπορεί να την έχει».
Αυτό τον ρόλο συνέχισε «τον αναλαμβάνουν οι νοσηλευτές. Πρέπει να στηρίξουμε με κάθε τρόπο αυτούς τους ανθρώπους και παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις των συγγενών που θέλουν και χρειάζονται να δουν τα αγαπημένα τους άτομα, δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε» ανέφερε και πρόσθεσε ότι «η ανταμοιβή μας είναι η ευγνωμοσύνη που δείχνουν οι ασθενείς όταν αποθεραπεύονται και παίρνουν εξιτήριο από το Νοσοκομείο».
Ανέφερε επίσης πως «όλοι αντιλαμβάνονται πως ο κόσμος έχει κουραστεί με όλα αυτά που συμβαίνουν, ωστόσο ο ιός υπάρχει και δυστυχώς η πραγματικότητα των Νοσοκομείων διαφέρει πάρα πολύ από αυτό που πιστεύει ο κόσμος, αφού τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα. Πρέπει κάποιος να νοσηλευτεί για να το συνειδητοποιήσει» είπε και ευχήθηκε «να μην χρειαστεί κανένας να νοσηλευτεί και ας μην συνειδητοποιήσει την σοβαρότητα της κατάστασης».
Σε άλλη ερώτηση η κα. Ραούκκα, συγκινημένη και με δάκρυα στα μάτια, απάντησε πως «στην αρχή της πανδημίας η κατάσταση ήταν πάρα πολύ δύσκολη, αφού κανένας δεν γνώριζε πολλά πράγματα για τον ιό, ήταν κάτι πρωτόγνωρο και όλοι φοβόμασταν γι’ αυτό που υπήρχε. Το πιο δύσκολο και χειρότερο κομμάτι για μένα ήταν που έπρεπε να αποχωριστώ τον εννιάχρονο γιο μου, αφού έκανα ένα μήνα να τον δω, εργαζόμουν συνέχεια, χωρίς ρεπό ενώ προσπαθούσα από τη μια να του εξηγήσω να καταλάβει την κατάσταση και από την άλλη να μην φοβηθεί».
Εξάλλου η Μαρία Κλαμπανέβα, νοσηλευτήρια του Γραφείου Ελέγχου Λοιμώξεων του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας είπε πως «το συγκεκριμένο γραφείο πρέπει να ελέγχει τη διασπορά γενικά των μικροβίων στο Νοσοκομείο, να προσπαθεί για αποφυγή των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, ενώ με τη είσοδο του ασθενή γίνεται έλεγχος και αξιολόγηση του για να βεβαιωθούμε πως δεν έχει μεταφέρει οτιδήποτε από το περιβάλλον της κοινότητας, να μην αναπτυχθεί κάτι στο περιβάλλον του Νοσοκομείου και να γίνει η κατάλληλη θεραπεία ώστε να φύγει καθαρός και χωρίς οποιαδήποτε προβλήματα».
Πρόσθεσε ότι «για να αρχίσει τη λειτουργία του ο θάλαμος Covid-19 έπρεπε να διαρρυθμιστεί και να ετοιμαστεί με όλο τον απαραίτητο ιατροφαρμακευτικό εξοπλισμό. Ευτυχώς υπήρχε άψογη συνεργασία με την εκτελεστική, οικονομική και νοσηλευτική διοίκηση του Νοσοκομείου ώστε να γίνουν οι απαραίτητες διευθετήσεις και παραγγελίες» είπε και σημείωσε πως «πάντοτε είχαμε στο πλευρό μας τον Δρ. Δημητριάδη και τον Λοιμωξιολόγο Δρ. Γιώργο Σιακαλλή, οι οποίοι μας συμβούλευαν τι έπρεπε να κάνουμε για να αποφευχθεί η διασπορά του ιού ώστε να προστατευθούν οι ασθενείς και το προσωπικό».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση η κα. Κλαμπανέβα εξήγησε πως «το Γραφείο Λοιμώξεων εργάζεται πολλές ώρες, είναι συνέχεια σε εγρήγορση”. Την ίδια ώρα, είπε, “αντιμετωπίζουμε όλους τους ασθενείς ως δυνητικά μολυσμένους για να τους παρέχεται η κατάλληλη θεραπεία, ενώ πρέπει να βεβαιωνόμαστε ότι το προσωπικό λαμβάνει όλα τα προστατευτικά μέτρα για να μην έρθει σε επαφή με μικρόβια και τον ιό».
Δεν φοβηθήκαμε ποτέ, συνέχισε «αλλά με μεγάλη χαρά ανταποκριθήκαμε στην πρόκληση όταν λειτούργησε στη Λάρνακα θάλαμος για ασθενείς με κορωνοϊό. Βοηθήσαμε ο ένας τον άλλο, εργαστήκαμε με μεθοδικότητα και ομαδικότητα για να προσφέρουμε στους συνανθρώπους μας την κατάλληλη θεραπεία και ψυχολογική στήριξη» σημείωσε.
Η κα. Κλαμπανέβα εξομολογήθηκε ότι «τον Μάρτιο του 2020 μόλις η Κύπρος μπήκε σε lockdown, έφερε στον κόσμο δίδυμα στο Μακάριο Νοσοκομείο. Ωστόσο» ανέφερε με δάκρυα στα μάτια και πολύ συγκινημένη, «λόγω της πανδημίας ήμουν μόνη μου χωρίς κάποιο αγαπημένο μου πρόσωπο. Λόγω της κατάστασης δεν υπήρχε ο κατάλληλος αριθμός νοσηλευτικού προσωπικού και τα πράγματα ήταν πάρα πολύ δύσκολα για τις λεχώνες αλλά και για τους νοσηλευτές». Να φανταστείτε, σημείωσε συγκινημένη πως «ο σύζυγος μου είδε τα δίδυμα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Την ίδια ώρα όμως ανησυχούσα για τα άλλα μου παιδιά που ο ένας σπούδαζε στην Ελλάδα και ο άλλος ήταν στρατιώτης, αφού δεν γνωρίζαμε τις καταστάσεις που επικρατούσαν στους συγκεκριμένους χώρους».
Εξάλλου ο Μάριος Σεργίου, Νοσηλευτικός Λειτουργός Α στον θάλαμο Covid-19 του Νοσοκομείου Λάρνακας, χαρακτήρισε «πρωτόγνωρα και ανάμικτα τα συναισθήματα των νοσηλευτών που εργάζονται με ασθενείς με κορωνοϊό αφού παρά το γεγονός ότι υπάρχει κάποιος φόβος, εντούτοις κανένα άτομο δεν στερείται οτιδήποτε. Είμαστε δίπλα τους συνεχώς και τους συμπαραστεκόμαστε ψυχολογικά αλλά και σε οποιαδήποτε ανάγκη έχουν» είπε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Σεργίου είπε πως «όλοι οι νοσηλευτές ρισκάρουν λίγο με το επάγγελμα τους αφού πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί δεδομένου ότι σε περίπτωση που «κολλήσουμε» οτιδήποτε, αυτό θα μεταδοθεί και στην οικογένεια τους. Υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να μολυνθούμε από τον ιό, είτε από τους ασθενείς, είτε από την κοινότητα, είτε ακόμα και μεταξύ μας, αλλά λαμβάνουμε τα απαραίτητα μέτρα προστασίας και προφύλαξης».
Σημείωσε ακόμα πως «όλο το προσωπικό υποβάλλεται κάθε βδομάδα στο απαραίτητο rapid test, ούτως ώστε να μπορεί να προσφέρει το καλύτερο δυνατόν, πάντοτε με προθυμία στους ασθενείς. Ωστόσο, σε περίπτωση μη αίσιας εξέλιξης της κατάστασης κάποιου ασθενή, γνωρίζουμε ότι προσφέραμε, μαζί με τους γιατρούς, το καλύτερο δυνατό σ’ αυτό τον άνθρωπο και ξέρουμε ότι αρκετοί ηλικιωμένοι που δεν πρόλαβαν ή δεν επέλεξαν να εμβολιαστούν, είναι δύσκολο να αναρρώσουν από αυτό τον ιό».
Σε άλλη ερώτηση εξέφρασε την πεποίθηση πως «ο ασθενής δικαιούται να έχει δίπλα του ένα δικό του άνθρωπο. Προσωπικά πιστεύω ότι το Υπουργείο, η Επιδημιολογική Ομάδα και οι Λοιμωξιολόγοι πρέπει να εξετάσουν το συγκεκριμένο θέμα, γιατί είναι πραγματικά απάνθρωπο ένας ασθενής να καταλήγει μόνος του σε ένα θάλαμο Νοσοκομείου χωρίς να έχει δίπλα του κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο».