Έγκλημα με άγνωστο δράστη είναι πάντα ένα ατιμώρητο έγκλημα-αγκάθι και για το αστυνομικό σώμα που επιλήφθηκε της υπόθεσης, αλλά και για το θύμα και την οικογένειά του που δεν είδαν ποτέ δικαίωση. Η μεγαλύτερη πληγή όμως είναι αυτή που μένει στην κοινωνία, αφού η εμπιστοσύνη της προς όσους έχουν ταχθεί να την προστατεύουν από κάθε άδικο συμβαίνει στους κόλπους της, διαταράσσεται ανεπανόρθωτα.
Η κυπριακή αστυνομία με όσες επιτυχίες κι αν πιστωθεί, σοβαρά εγκλήματα και δη δολοφονίες που δεν κατάφερε να εξιχνιάσει και οι δράστες τους παρέμειναν ατιμώρητοι, πάντα θα είναι εκεί ως μελανά σημεία στα κατάστιχά της.
Από το παρελθόν της Κύπρου υποθέσεις ειδεχθών εγκλημάτων, όπως εκείνο της δολοφονίας της 19χρονης Στάλως Ιωάννου το 1994 στη Λεμεσό ή γκανγκστερικών εκτελέσεων, για τα οποία δεν βρέθηκαν ποτέ οι ένοχοι, παραμένουν ανοικτές.
Αυτό, άλλωστε μάς επιβεβαίωσε μιλώντας στο AlphaNews Live, ο εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας Χρίστος Ανδρέου, διευκρινίζοντας ωστόσο πως όλες αυτές οι υποθέσεις δεν ξανανοίγουν, παρά μόνο αν προκύψουν νεότερα στοιχεία.
Απογοητευτικό, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς πως η διερεύνηση τους με την επιστημονική και τεχνολογική «πολυτέλεια» του σήμερα θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδώσει τους καρπούς που δεν απέδωσε τότε όταν διαπράχθηκαν τα εγκλήματα αυτά.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το γεγονός ότι αστυνομίες του εξωτερικού, όπως για παράδειγμα η Βρετανική, διαθέτουν ξεχωριστό Τμήμα Ανεξιχνίαστων Υποθέσεων, με αρμοδιότητες την επανεξέταση τους κάθε 5 χρόνια! Στα βήματα αυτά ξεκίνησε να βαδίζει μάλιστα και η Αστυνομία των Βρετανικών Βάσεων, η οποία πριν δύο χρόνια άνοιξε ξανά τις υποθέσεις δύο παλιών δολοφονιών.
Η κυπριακή Αστυνομία, θέλοντας προφανώς να μην μείνει πίσω και να συνεχίσει να εξελίσσεται υπηρεσιακά, έχει στα σκαριά τη δημιουργία ομάδων δράσης που θα βγάλουν από το συρτάρι σκονισμένους φακέλους ανεξιχνίαστων υποθέσεων και θα προχωρήσουν στην επανεξέτασή τους.
Αυτό μάς αποκάλυψε στη συνομιλία μας ο Εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, λέγοντάς μας πως είναι στα άμεσα πλάνα της Δύναμης η σύσταση τέτοιων ομάδων στις οποίες θα ανατεθεί το σκανάρισμα ανεξιχνίαστων υποθέσεων σε μία προσπάθεια -με φόντο και τα νέα επιστημονικά και τεχνολογικά δεδομένα – να εξιχνιαστούν.
Μέχρι στιγμής διερεύνηση μόνο σε περιπτώσεις έξαρσης
Για την ώρα, πάντως, η μόνη τακτική που χρησιμοποιεί η κυπριακή Αστυνομία και που εμπίπτει κατά κάποιο τρόπο στην επανεξέταση ανεξιχνίαστων υποθέσεων, είναι εκείνη που επιστρατεύεται σε περιπτώσεις έξαρσης (συρροής) εγκλημάτων όπως κλοπών ή εμπρησμών που παρουσιάζουν ομοιότητες στον τρόπο δράσης (modus operandi) αλλά και στον τόπο διάπραξης (comfort zone).
Όπως μάς εξήγησε ο κ. Ανδρέου σε περιπτώσεις έξαρσης μιας παραβατικής συμπεριφοράς που παρουσιάζει τις πιο πάνω ομοιότητες, η αστυνομία αναθέτει σε μία ομάδα των μελών της, την εξέτασή τους συνολικά μαζί με παρόμοιες παλαιότερες.
Ένα τέτοιο παράδειγμα, όπως μάς είπε, ήταν πρόσφατα η εξάρθρωση ενός κυκλώματος διαρρηκτών που δρούσαν στην ελεύθερη Λευκωσία, πολύ κοντά στη νεκρή ζώνη. Η αστυνομία βλέποντας την έξαρση τέτοιων πανομοιότυπων υποθέσεων τις μελέτησε ως σύνολο, με αποτέλεσμα να προκύψει ένας κύκλος δράσης, το λεγόμενο comfort zone των δραστών, και από τον κύκλο αυτό να εντοπιστούν τρία πιθανά σημεία στα κατεχόμενα, απ’ όπου ενδεχομένως ξεκινούσαν οι δράστες και έρχονταν στις ελεύθερες περιοχές διαπράττοντας τις διαρρήξεις και φεύγοντας ξανά πίσω. Η αστυνομία με μέλη της υπό κάλυψη και συντονισμένες προσπάθειες που επικεντρώθηκαν στα εν λόγω σημεία, εντόπισε τελικά τους διαρρήκτες «επί το έργον» και τους συνέλαβε επ’ αυτοφώρω.
Σε ό,τι αφορά τις δολοφονίες ωστόσο, η συγκεκριμένη τακτική δεν θα μπορούσε να έχει εφαρμογή, παρά μόνο σε περιπτώσεις κατά συρροή δράσης. Αν και εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο το ζήσαμε το 2019, όμως ελλείψει θυμάτων αφού αυτά παρέμεναν αρχειοθετημένα σε σκονισμένους καταλόγους ελλειπουσών, η δράση αυτή δεν έγινε αντιληπτή, παρά μόνο όταν τυχαία ένας τουρίστας βρήκε το πτώμα μιας γυναίκας σε ένα φρεάτιο στο Μιτσερό και άνοιξε η υπόθεση «Ορέστης» που συντάραξε το παγκύπριο.
Όταν εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο ταυτοποίηση μέσω DNA
Ζητώντας την επιστημονική άποψη επί του θέματος από έναν άνθρωπο που πολλές φορές στην καριέρα του ήρθε αντιμέτωπος με το έγκλημα υπό την ιδιότητα του ιατροδικαστή, επικοινωνήσαμε με τον κ. Μάριο Ματσάκη, ο οποίος μάς επιβεβαίωσε τη δυναμική των νέων επιστημονικών και τεχνολογικών εξελίξεων σε σχέση με τη συνδρομή τους στην εξιχνίαση παλαιών υποθέσεων. Ωστόσο σημείωσε, πως για να είναι κάτι τέτοιο εφικτό, προϋποτίθεται σωστή διατήρηση των τεκμηρίων.
Ο κ. Ματσάκης αναφερόμενος στην τεχνολογία του DNA που άλλαξε εντελώς τα δεδομένα τόσο της ιατροδικαστικής, όσο και άλλων επιστημών, έφερε στην μνήμη του την πρώτη υπόθεση επί κυπριακού εδάφους στην οποία εφαρμόστηκε η εν λόγω τεχνολογία και μάλιστα με απόλυτη επιτυχία.
Ήταν η υπόθεση δολοφονίας μιας Δανέζας ξεναγού στην Αγία Νάπα από τρεις μεθυσμένους Βρετανούς στρατιώτες. Το αποτρόπαιο έγκλημα διαπράχθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1994 και η εξιχνίασή του έγινε κατορθωτή μέσω μιας σταγόνας αίματος που βρέθηκε στα ρούχα ενός εκ των δραστών. Τη σταγόνα αυτή, όπως μάς είπε ο κ. Ματσάκης την μετέφερε για εξέταση στο Ισραήλ, ενώ παράλληλα διενεργήθηκε για πρώτη φορά γενετικός έλεγχος και εδώ στην Κύπρο.
Για την ώρα πάντως, όπως μάς τόνισε, δεν του έχει ζητηθεί να συμβάλλει στην επανεξέταση οποιασδήποτε ανεξιχνίαστης υπόθεσης που να είχε εμπλοκή ως ιατροδικαστής.