Τα υπό αναφορά μεταρρυθμιστικά της δικαιοσύνης Νομοσχέδια έλαβαν τη σημερινή μορφή τους μετά από μακροχρόνιες συζητήσεις όλων των εμπλεκομένων μερών, αναφέρει σε δήλωσή της η Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Περσεφόνη Παναγή.
Σημειώνει ότι καίριο ζήτημα διαβούλευσης ήταν η σύνθεση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, ζήτημα για το οποίο το Ανώτατο Δικαστήριο είχε προβάλει έντονες επιφυλάξεις, υπό το φως των διαλαμβανομένων στο θεμελιώδες Άρθρο 157 του Συντάγματος.
“Όπως σημειώνεται σε προηγούμενη ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η διαφοροποίηση των θέσεων του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ως προς το κρίσιμο αυτό θέμα ήταν εξέλιξη προς την ορθή κατεύθυνση «… και επιτρέπει την άμεση προώθηση της καθυστερημένης ήδη Μεταρρύθμισης». Παρομοίως, η σύγκλιση των θέσεων ως προς τη μορφή που αναμένεται να λάβει το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο συνιστά επιπρόσθετο θετικό στοιχείο προς ευνοϊκή κατάληξη της υπό συζήτηση Μεταρρύθμισης”.
Προσθέτει επίσης ότι οι διαφορετικές προσεγγίσεις, που κατά καιρούς εκφράζονται μεταξύ των Μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως προς τον διαχωρισμό σε Ανώτατο Δικαστήριο και Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο (προσεγγίσεις απολύτως σεβαστές και πάντοτε αναμενόμενες στα πλαίσια ενός γόνιμου διαλόγου σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα), συνιστούν απόψεις τους σε σχέση με την αναγκαιότητα του εν λόγω διαχωρισμού και όχι τοποθέτηση ως προς τη συνταγματική διάσταση του θέματος.
“Όπως και σε προηγούμενη ανακοίνωσή του τόνισε το Ανώτατο Δικαστήριο, «Με διακύβευμα πλέον την ίδια την αξιοπιστία του δικαστικού μας συστήματος, η σκοπούμενη Μεταρρύθμιση προβάλλει ως αδήριτη ανάγκη», ιδιαίτερα με προοπτική την εκδίκαση των καθυστερημένων υποθέσεων σε όλα τα επίπεδα και τη μη επανάληψη του ιδίου φαινομένου. Επαναλαμβάνουμε ότι τυχόν περαιτέρω καθυστέρηση θα οδηγήσει στην κατάρρευση της δικαιοσύνης, με ολέθριες, κατά προέκταση, συνέπειες στο Κράτος Δικαίου”.
Εκφράζει την έντονη αγωνία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, και σημειώνει και ότι “η τελική ολοκλήρωση του μεταρρυθμιστικού έργου εμπίπτει πλέον στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Βουλής των Αντιπροσώπων”.