Ομόφωνα οι αρεοπαγίτες επικύρωσαν την ποινή κάθειρξης 19 ετών που είχε επιβληθεί σε πατριό, ο οποίος επί τέσσερα χρόνια, δηλαδή από ηλικίας 7 έως 11 ετών, ασελγούσε στην ανήλικη κόρη της συντρόφου του, ενώ πλέον των άλλων αχαρακτήριστων ενεργειών του, ήρθε μαζί της τρεις φορές σε συνουσία.
Το 2007 οι γονείς της ανήλικης χώρισαν και αρχικά η ανήλικη έμενε με τον πατέρα της.
Στο μεταξύ η μητέρα της βρήκε δουλειά σε καφετέρια και εργαζόταν από το απόγευμα έως τα μεσάνυχτα, ενώ παράλληλα σύναψε ερωτικό δεσμό με διαζευγμένο και πατέρα τριών ενηλίκων παιδιών.
Έτσι, η μητέρα πήρε την επιμέλεια της μικρής και την είχε μαζί της στο σπίτι. Το διάστημα που εργαζόταν η μικρή έμενε με τον σύντροφο της μητέρας της, ο οποίος την βοηθούσε στο διάβασμα και στις σχολικές εργασίες.
Από τον Σεπτέμβριο 2011, όταν δηλαδή ήταν 7 ετών, ο πατριός άρχισε να την χαϊδεύει την μικρή στο στήθος, τους μηρούς και τα γεννητικά όργανα. Το 2014 άρχισε να παρακολουθεί με την ανήλικη ταινίες πορνογραφικού περιεχομένου από ιστοσελίδες, ενώ αφαιρούσε το εσώρουχό του και ζητούσε από την ανήλικη να πιάνει με το χέρι της και όχι μόνο, τα γεννητικά του όργανα, Ακόμη, της ζητούσε να τοποθετεί στον πρωκτό της μαρκαδόρους.
Δεν αρκέστηκε όμως, σε αυτά το Νοέμβριο του 2014, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2015 ήρθε τρεις φορές σε συνουσία με την ανήλικη.
Η μικρή, σε ένα μασκέ πάρτι άνοιξε την ψυχή της σε μια συμμαθήτρια της για τα όσα τραβούσε. Μάλιστα, της εκμυστηρεύτηκε ότι δεν τολμούσε να μιλήσει στην μητέρα της γιατί φοβόταν. Και αυτό γιατί ο πατριός της την απειλούσε ότι αν τα έλεγε στην μητέρα της, τότε εκείνη θα σκότωνε με μαχαίρι και εκείνον με πιστόλι.
Η συμμαθήτρια της όμως είπε στην δασκάλα τους ότι η φιλενάδα της δέχεται σεξουαλική παρενόχληση.
Την επόμενη ημέρα η δασκάλα φώναξε την ανήλικη η οποία της είπε ότι επί 4 χρόνια, σχεδόν κάθε βράδυ που η μητέρα της απουσίαζε στην εργασία της, ο πατριός της, την χαΐδευε στο στήθος και στα γεννητικά της όργανα, της έβγαζε τα ρούχα, την ανάγκαζε να του πιάνει τα γεννητικά του όργανα, την υποχρέωνε να παρακολουθεί στο διαδίκτυο ταινίες με γυμνές γυναίκες, κ.λπ.
Η δασκάλα ζήτησε από την ανήλικη το βράδυ να καταγράψει στο ημερολόγιό της ό,τι συμβεί. Πράγματι, η ανήλικη, μεταξύ των άλλων, έγραψε στο ημερολόγιο της ότι «μόλις πήγα να τον ρωτήσω για μια άσκηση στα μαθηματικά, εκείνος άρχισε να μου λέει διάφορα όπως: γυναικάρα μου εσύ, μη μου κάνεις τη δύσκολη, είσαι πολύ καυλ…α και έβαζε το ένα χέρι του στο στήθος μου και το άλλο στο γεννητικό μου όργανο, προσπαθούσα να τον σπρώξω, όμως ήταν πολύ δυνατός. Πόναγα. Ύστερα με έγδυσε και άρχισε να με γλύ… παντού και στα γεννητικά μου όργανα, τότε του έλεγα να με αφήσει στην ησυχία μου, όμως αυτός συνέχιζε. Στο τέλος μου ζήτησε να του …. Τότε εγώ του έδωσα ένα χαστούκι και τον έβρισα».
Μετά από τις αποκαλύψεις αυτές, η ανήλικη υποβλήθηκε σε ιατροδικαστικές και ψυχολογικές εξετάσεις, ενώ διαπιστώθηκε ότι είχε συγκρουσιακή και μη υποστηρικτική σχέση με την μητέρα της. Τελικά, η ανήλικη έφυγε από το σπίτι της μητέρας της και πήγε στου πατέρα της.
Η μητέρα κατά την μαρτυρική κατάθεσή της υποστήριξε ότι η κόρη της αυτοϊκανοποιείτο με τους μαρκαδόρους που είχε στο δωμάτιό της, ότι είχε φαντασιώσεις, ότι δεν ήθελε τον σύντροφό της στο σπίτι και ήθελε να μένουν μόνες τους, κ.λπ.
Από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών ο πατριός κρίθηκε ομόφωνα ένοχος «των πράξεων της αποπλανήσεως ανηλίκου κάτω των 12 ετών κατ’ εξακολούθηση και της καταχρήσεως σε ασέλγεια ανηλίκου κάτω των 14 ετών από σύνοικο κατ’ εξακολούθηση» και του επιβλήθηκε κάθειρξη 19 ετών.
Επιπρόσθετα, οι δικαστές επισημαίνουν ότι οι πράξεις του πατριού, προσβάλλουν «το κοινό αίσθημα της αιδούς και των ηθών, καθώς και την αγνότητα της παιδικής ηλικίας και κατέτειναν στη διέγερση και ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής και επιθυμίας του».
Ο πατριός ζήτησε από τον Άρειο Πάγο την αναίρεση της καταδικαστικής για εκείνον, απόφασης επικαλούμενος ότι δεν ελήφθη υπόψη από το δικαστήριο όλο το αποδεικτικό υλικό και ότι η απόφασή του δεν έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτεί το Σύνταγμα.
Τελικά, το Ε΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς, όπως και την αίτηση αναίρεσης και του επιδίκασε τα δικαστικά έξοδα.