Από μια λεπτή κλωστή κρέμεται η πολιτική τύχη του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος «καίγεται» από τις κατηγορίες περί σκανδάλων διαφθοράς με τις οποίες βαρύνεται.
«Απόπειρα πραξικοπήματος» χαρακτήρισε την παραπομπή του σε δίκη με τις κατηγορίες της διαφθοράς. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι δεν προτίθεται να παραιτηθεί από τη θέση του, δηλώνοντας ότι πίσω από την τριετή δικαστική έρευνα βρίσκονται «ξένα συμφέροντα».
Ο Νετανιάχου κατήγγειλε, μάλιστα, παγίδευσή του, ισχυριζόμενος ότι η έρευνα είναι προϊόν των «ξένων συμφερόντων» που αποπειρώνται «μια νομική επανάσταση» στο Ισραήλ. «Η αστυνομία με παγίδευσε» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Δεν πρόκειται να παραιτηθώ, θα συνεχίσω να ηγούμαι της χώρας» διεμήνυσε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ.
Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του Ισραήλ, στην οποία ένας πρωθυπουργός κατηγορείται για δωροδοκία.
Ο γενικός εισαγγελέας του Ισράηλ εξέδωσε κατηγορητήριο, με το οποίο κατηγορεί τον Νετανιάχου για απάτη, απιστία και δωροδοκία.
Σε μία από τις υποθέσεις ο Νετανιάχου κατηγορείται ότι ο ίδιος και η σύζυγός του Σάρα έλαβαν δώρα από τον Άρνον Μίλχαν, παραγωγό του Χόλιγουντ και Ισραηλινό υπήκοο και από τον Αυστραλό δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία Τζέιμς Πάκερ. Αυτά τα δώρα φέρεται να περιελάμβαναν σαμπάνιες και τσιγάρα.
Άλλη κατηγορία είναι ότι ο Νετανιάχου ζήτησε από τον Άρνον Μόζες, εκδότη της μεγαλύτερης εφημερίδας του Ισραήλ, της Yediot Ahronot, να τον παρουσιάζει θετικά, με αντάλλαγμα μέτρα για τον περιορισμό της αντίπαλης εφημερίδας Israel Hayom.
Η δίωξη με κωδική ονομασία από τις δικαστικές αρχές «φάκελος 4.000», αφορά την υπόθεση του τηλεπικοινωνιακού ομίλου Bezeq. Ο Νετανιάχου φέρεται ότι προσπάθησε να διασφαλίσει ότι θα είχε ευνοϊκή μεταχείριση από τον ενημερωτικό ιστότοπο Walla, σε αντάλλαγμα για τις χάρες που έκανε στον όμιλο αυτό, ο οποίος θα μπορούσε να έχει αποκομίσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.