Τη αναστολή της ποινικής διαδικασίας εναντίον του και την απαλλαγή του από όλες τις εις βάρος του κατηγορίες, λόγω κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας, ζήτησε σήμερα, από το εδώλιο του μάρτυρα, ο Νικόλας Καρυδάς, εκ των κατηγορουμένων στην 3η ποινική υπόθεση εναντίον στελεχών της Τράπεζας Κύπρου.
Ο κ. Καρυδάς κατέθεσε σήμερα, ως μάρτυρας, ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, στο πλαίσιο εκδίκασης της προδικαστικής ένστασης που ήγειρε η υπεράσπιση των εναπομεινάντων κατηγορουμένων στην υπόθεση, μετά την αθώωση των Ανδρέα Ηλιάδη και Γιάννη Κυπρή.
Υπενθυμίζεται πως το Κακουργιοδικείο είχε κάνει αποδεκτή προδικαστική ένσταση που ήγειραν οι συνήγοροι υπεράσπισης των Ηλιάδη και Κυπρή για κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, προβάλλοντας τη θέση ότι τα ελληνικά ομόλογα αποτέλεσαν το κοινό θεμέλιο της παρούσας υπόθεσης, με τις άλλες δύο ποινικές υποθέσεις της Τράπεζας Κύπρου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε στις 31/05/2019 την έφεση του Γενικού Εισαγγελέα, επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση για απαλλαγή και αθώωση των δύο κατηγορουμένων από όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν.
Μετά την εξέλιξη αυτή, η υπεράσπιση των υπόλοιπων κατηγορουμένων ήγειρε τον ίδιο λόγο έντασης ζητώντας την απαλλαγή και αθώωση όλων των κατηγορουμένων λόγω κατάχρηση της διαδικασίας.
Καταθέτοντας ενώπιον του τριμελούς Κακουργιοδικείου, ο κ. Καρυδάς ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι εφόσον αντιμετωπίζει τις ίδιες κατηγορίες με τους απαλλαχθέντες κατηγορούμενους, μπορεί να επικαλεσθεί ως δεδικασμένο, το οποίο τον αφορά άμεσα, την κρίση του Κακουργιοδικείου, σύμφωνα με την οποία «οι τρεις υποθέσεις έχουν την ίδια ή ουσιαστικά την ίδια βάση γεγονότων η οποία δεν είναι άλλη από τα ελληνικά ομόλογα και ότι ο Γενικός Εισαγγελέας είχε τα σχετικά στοιχεία από το Μάρτιο του 2013 και Ιούλιο του 2014».
Ο κ. Καρυδάς επικαλέστηκε επίσης όλα όσα διαπίστωσε το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του με την οποία απάλλαξε του Ηλιάδη και Κυπρή από τις κατηγορίες εναντίον τους.
Ανέφερε ότι η παρούσα υπόθεση καταχωρήθηκε στις 27/1/2017 και πως σύμφωνα με το Κακουργιοδικείο έχει την ίδια ή ουσιαστικά την ίδια βάση γεγονότων με τα ελληνικά ομόλογα και επομένως μπορούσε να καταχωρισθεί το έτος 2014.
Σύμφωνα με το Κακουργιοδικείο, όπως είπε, θα έπρεπε η διερεύνηση της να είχε ολοκληρωθεί νωρίτερα και οι κατηγορίες της παρούσας υπόθεσης να ενστάσσονταν αν όχι στην πρώτη υπόθεση του έτους 2014 τουλάχιστον στη δεύτερη του έτους 2015.
«Έχουν ήδη παρέλθει 9 και πλέον έτη από τα επίδικα γεγονότα. Ως έχει ήδη διαπιστωθεί από το Κακουργιοδικείο η χρονική πλέον απομάκρυνση από τα γεγονότα αποβαίνει δυσμενής για την υπεράσπιση των κατηγορουμένων 1 και 2(σσ. Ηλιάδη και Κυπρή).Ισχυρίζομαι ότι το ίδιο δυσμενής είναι και η χρονική απομάκρυνση από τα γεγονότα στη δική μου περίπτωση», είπε.
Είπε, επίσης, ότι «μέχρι σήμερα έχουν λάβει χώραν 28 συνεδριάσεις του Κακουργιοδικείου για εξέταση προδικαστικών ζητημάτων τα οποία έχουν εγερθεί από τους συγκατηγορούμενους μου. Λόγω της τροπής που έχουν πάρει τα πράγματα και εν όψει του γεγονότος ότι δεν έχει ακόμη αρχίσει η εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης είμαι αναγκασμένος να προβώ στο διάβημα αυτό για αναστολή της διαδικασίας λόγω κατάχρησης της διαδικασίας»
«Ισχυρίζομαι ότι οι 28 παρουσιάσεις στο δικαστήριο για εξέταση προδικαστικών ζητημάτων επηρεάζουν το δικαίωμα μου για δίκαιη δίκη με την έννοια ότι έχουν εξαντληθεί οι οικονομικοί πόροι μου και δεν θα είναι πλέον σε θέση να διορίσω δικηγόρο», ανέφερε.
Ισχυρίστηκε επίσης ότι κατά τη διάρκεια δύο καταθέσεων του στην Αστυνομία δεν του είχε επιστηθεί η προσοχή στο Νόμο «αλλά είχα κληθεί να δώσω ανοικτές καταθέσεις που αφορούν και γεγονότα της παρούσας υπόθεσης», προβάλλοντας τη θέση ότι έχει παραβιασθεί το δικαίωμα του της μη αυτοενοχοποίησης.
«Ως εκ τούτου έδωσα στοιχεία στις διωκτικές αρχές με αποτέλεσμα να περιληφθώ ως μάρτυρας στο κατηγορητήριο στην ποινική υπόθεση 17977/2015 και με αποτέλεσμα τα εν λόγω στοιχεία να χρησιμοποιηθούν εναντίον μου στην παρούσα υπόθεση. Αυτή η στάση των διωκτικών αρχών συνιστά παραπλάνηση ή εξαπάτηση μου», είπε.
Πρόσθεσε ότι «περαιτέρω όπως προκύπτει από τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα στο Εφετείο, και τις δύο πρώτες καταθέσεις μου, οι λόγοι που η παρούσα υπόθεση καθυστέρησε ήταν γιατί ήθελαν πρώτα να ‘ψαρέψουν’ από τους παρόντες κατηγορούμενους μαρτυρία χωρίς επίστηση της προσοχής του στο Νόμο, να μας χρησιμοποιήσουν ως μάρτυρες κατηγορίας, και ακολούθως να μας κατηγορήσουν με την παρούσα υπόθεση, κάνοντας κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας».
Ο κ. Καρυδάς θα αντεξεταστεί από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής την ερχόμενη Δευτέρα, 7/10, στις 9 το πρωί.
Κατά την έναρξη της σημερινής διαδικασίας, ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής Νίνος Κέκκος αντεξέτασε τον δικηγόρο Χρίστο Τριανταφυλλίδη επί των όσων κατέθεσε χθες ως κοινός μάρτυρας της υπεράσπισης των κατηγορουμένων.
Ο κ. Κέκκος υπέβαλε στον μάρτυρα σειρά ερωτήσεων αναφορικά με τα γεγονότα των τριών ποινικών υποθέσεων που αφορούν στην τράπεζα Κύπρου με τον κ. Τριανταφυλλίδη να απαντά ότι τα κατηγορητήρια των υποθέσεων και οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις βρίσκονται ενώπιον του δικαστηρίου. «Μιλούν τα έγγραφα από μόνα τους, το δικαστήριο θα τα δει και θα εξαγάγει τα συμπεράσματα του», πρόσθεσε.
Ο κ. Τριανταφυλλίδης είπε ότι ο ίδιος ήταν δικηγόρος κατηγορουμένων και στις τρεις υποθέσεις οι οποίοι αθωώθηκαν και απορρίφθηκαν οι κατηγορίες εναντίον τους.
Απαντώντας στη θέση που του υποβλήθηκε ότι η αστυνομική διερεύνηση της δεύτερης υπόθεσης της Τράπεζας Κύπρου έγινε στη βάση και σύμφωνα με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ο κ. Τριανταφυλλίδης είπε ότι αυτή η θέση αποκαλύπτει γιατί η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε και στις τρεις υποθέσεις να αποδείξει τις κατηγορίες εναντίον των κατηγορουμένων.
Όπως υποστήριξε, η Κατηγορούσα Αρχή έπαιρνε τις υποθέσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, οι οποίες ενέπιπταν στο διοικητικό δίκαιο, και νομιζόμενη ότι συνιστούσαν ποινικές υποθέσεις τις οδηγούσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου με αποτέλεσμα να αθωώνονται οι κατηγορούμενοι.
Σε άλλο σημείο της αντεξέτασης, ο κ. Κέκκος του υπέβαλε τη θέση ότι τα αδικήματα της παρούσας υπόθεσης δεν αφορούν και δεν περιορίζονται μόνο στα ελληνικά ομόλογα αλλά σχετίζονται και με ιρλανδικά ομόλογα.
Ο κ. Τριανταφυλλίδης απάντησε ότι τα αδικήματα περιγράφονται στο κατηγορητήριο και αφορούν την επαναταξινόμηση των ελληνικών ομολόγων που είναι και το θεμέλιο αυτής της υπόθεσης. Είπε, επίσης, ότι τα ελληνικά ομόλογα ήταν το θεμέλιο γεγονότων και των τριών ποινικών υποθέσεων που αφορούν στην τράπεζα Κύπρου.
Ο κ. Κέκκος υπέβαλε στον μάρτυρα ότι στο κατηγορητήριο της υπόθεσης δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στα ελληνικά ομόλογα αλλά γενικά σε ομόλογα, προσθέτοντας ότι το κατηγορητήριο αφορά επαναταξινομήσεις ελληνικών και ιρλανδικών ομολόγων και είναι κάτι που φαίνεται από το μαρτυρικό υλικό.
Ο κ. Τριανταφυλλίδης παρέπεμψε σε αποφάσεις του Κακουργιοδικείου και του Εφετείου σύμφωνα με τις οποίες, όπως είπε, τα ελληνικά ομόλογα υπήρξαν το κοινό θεμέλιο γεγονότων και για τις τρεις υποθέσεις της τράπεζας.
Ο κ. Κέκκος διαφώνησε λέγοντας ότι τα ελληνικά ομόλογα δεν ήταν ο πυρήνας της πρώτης ποινικής υπόθεσης και πως η τρίτη υπόθεση αφορά τον λογιστικό χειρισμό των ελληνικών ομολόγων που είχαν κουρευτεί τον Οκτώβριο του 2011.
Μετά την απαλλαγή και αθώωση των κατηγορουμένων Ανδρέα Ηλιάδη και Γιάννη Κυπρή, η διαδικασία συνεχίζεται για τους εναπομείναντες κατηγορούμενους και συγκεκριμένα για τους Χρίστη Χατζημιτσή, Νικόλα Καρυδά, Χριστόδουλο Πατσαλίδη, Ελίζα Λειβαδιώτου και Δέσποινα Κυριακίδου.
Όλοι οι κατηγορούμενοι απάντησαν την 01/06/2017 μη παραδοχή στις δεκαέξι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, τέσσερις για πλαστογραφία και αντίστοιχες για κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, τρεις για χειραγώγηση της αγοράς, τρεις για ψευδείς λογαριασμούς και δύο για συνωμοσία προς καταδολίευση. Η υπόθεση αφορά την επαναταξινόμηση των ομολόγων της Τράπεζας.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.