Η Ολομέλεια της Βουλής με 32 ψήφους υπέρ και 17 εναντίον ψήφισε σε νόμο το νομοσχέδιο, που επικαιροποιεί τη συμφωνία που έγινε τον Φεβρουάριο του 1971 μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Εκκλησίας της Κύπρου, η οποία προνοεί για την επιχορήγηση από τη Δημοκρατία μέρους της μισθοδοσίας του εφημεριακού κλήρου της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου έναντι της παραχώρησης προς τη Δημοκρατία αγροτικής κτημοσύνης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, η οποία ανέρχεται στα 15 000 περίπου στρέμματα. Πριν από την ψηφοφορία, διεξήχθη μακρά συζήτηση τόσο για τη συμφωνία όσο και επί των τροπολογιών που κατέθεσαν το ΑΚΕΛ (2) και οι Οικολόγοι (1), οι οποίες καταψηφίστηκαν από την πλειοψηφία του νομοθετικού σώματος. Όπως αναφέρεται στην έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών προς την Ολομέλεια της Βουλής Κυβέρνηση και Εκκλησία συμφώνησαν να καθοριστεί ο αριθμός των κληρικών, που επιδοτούνται με μηνιαίο ποσό ύψους €681,86 ως ακολούθως:Επτακόσιοι εξήντα (760) ιερείς από την έναρξη της ισχύος του προτεινόμενου νόμου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020, οκτακόσιοι (800) ιερείς από την 1η Ιανουαρίου 2021 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2023, οκτακόσιοι πενήντα (850) ιερείς από την 1η Ιανουαρίου 2024 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2025 και όπως από την 1η Ιανουαρίου 2026 και εντεύθεν ο αριθμός των οκτακοσίων πενήντα δικαιούχων κρατικής αρωγής, θα αυξάνεται με ποσοστό ύψους 0,5% κάθε έτος. Με τον νόμο τροποποιήθηκε η διαδικασία καταβολής της κρατικής αρωγής, ώστε, αντί το ποσό να εμβάζεται στον προσωπικό λογαριασμό κάθε ιερέα, να διενεργείται μία πληρωμή στον Φορέα Μισθοδοσίας του Εφημεριακού Κλήρου του Κεντρικού Εκκλησιαστικού Ταμείου της Ιεράς Συνόδου για το σύνολο των επιδοτούμενων ιερέων και η Εκκλησία της Κύπρου να αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου τη μισθοδοσία στη βάση δικών της εσωτερικών διαδικασιών. Στην έκθεση αναφέρεται ότι ο Υπουργός Οικονομικών είπε στην Επιτροπή ότι η κρατική αρωγή παραχωρείται προς τους ιερείς από το έτος 1971 και εντεύθεν και ότι για τον σκοπό αυτό περιλαμβάνεται κάθε χρόνο σχετικό κονδύλι στον κρατικό προϋπολογισμό. Ο Υπουργός Οικονομικών είπε ακόμα στην Επιτροπή ότι με τον νόμο διαφοροποιείται ο τρόπος καταβολής της επιδότησης, ώστε να μη δημιουργείται η εντύπωση της σχέσης εργοδότη-εργοδοτουμένου μεταξύ κράτους και Εκκλησίας της Κύπρου.
Ο Υπουργός Οικονομικών ενημέρωσε την Επιτροπή ότι έχει αρχίσει με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου η διαδικασία μεταβίβασης προς τη Δημοκρατία της εκκλησιαστικής γης που βρίσκεται στις ελεύθερες περιοχές και αυτή αναμένεται να ολοκληρωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η Γενική Λογίστρια ανέφερε ότι με τον νόμο διευθετείται οριστικά και αμετάκλητα ένα χρονίζον από το 1971 ζήτημα, προσθέτοντας ότι με βάση το ισχύον καθεστώς, ποσό ύψους €681,86 καταβάλλεται μηνιαίως στους ιερείς ως επιδότηση και αντιστοιχεί στο ήμισυ των απολαβών της αρχικής βαθμίδας της μισθοδοτικής κλίμακας Α5, η δε Εκκλησία της Κύπρου συμπληρώνει τον μισθό κάθε ιερέα βάσει δικών της κριτηρίων και διαδικασιών.
Ανέφερε ακόμα πως οι επιδοτούμενοι ιερείς κατά τον Ιανουάριο του 2019 έφταναν τους 722 με το κόστος επιδότησης για ολόκληρο το 2018 στα €6,3 εκατομ., περιλαμβανομένης της 13ης επιδότησης. Σε σχέση με την παραχωρούμενη από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου γη προς τη Δημοκρατία, η Γενική Λογίστρια ανέφερε ότι ποσοστό περίπου 73% αυτής βρίσκεται στις κατεχόμενες περιοχές και είναι αξίας περίπου €125 εκ. στη βάση της αγοραίας αξίας σε τιμές 2009 για σκοπούς του Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, ενώ η αξία της γης στις ελεύθερες περιοχές σε τιμές 2010 ανέρχεται στα €81 εκ. περίπου. Ο εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής δήλωσε ότι με την επικαιροποίηση της συμφωνίας και τις πρόνοιες του νόμου συμπληρώνονται τα κενά που υπήρχαν στην αρχική συμφωνία και ταυτόχρονα διαμφισβητούμενα θέματα διευθετούνται οριστικά.