Στην Ελλάδα πάρα πολλά άτομα από τον χώρο του πολιτισμου βγήκαν μπροστά και μίλησαν για συνθήκες εκμετάλλευσης, εκφοβισμού και σεξουαλικής παρενόχλησης από άλλα άτομα του χώρου. Στην Κύπρο λίγα είναι τα άτομα που μίλησαν για αντίστοιχα περιστατικά. Σύμφωνα με στοιχεία του «documentonews.gr», δύο νεαροί άντρες ηθοποιοί κατήγγειλαν σήμερα τις ανήθικες προτάσεις που έχουν δεχτεί στην Κύπρο από δύο πολύ γνωστούς Ελληνες σκηνοθέτες.
Μεταξύ άλλων περιγράφουν περιστατικά κακοποίησης τον καιρό που ήταν νέοι από άτομα που εκμεταλλεύτηκαν το νεαρό της ηλικία τους λόγω της θέσης τους. Οι ιστορίες των δύο ηθοποιών συγκλίνουν, αφού υπάρχει ένα κοινό πρόσωπο που φαίνεται πως λειτουργούσε ως διαμεσολαβητής προκειμένου να τους φέρνει σε επαφή με τους συγκεκριμένους σκηνοθέτες.
Ο Ν. (τα πλήρη στοιχεία του είναι στη διάθεση του Documento) είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Το 2012, όταν ήταν 18 χρόνων, πήγε για πρακτική άσκηση σε θέατρο της Κύπρου: «Παρακολουθούσα πρόβες, βοηθούσα όπου μπορούσα». Τότε σκηνοθέτης της παράστασης στο συγκεκριμένο θέατρο ήταν γνωστό όνομα, ο οποίος είχε επί σειρά ετών νευραλγική θέση στο ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού και ήταν επί δεκαετίες σκηνοθέτης πολύ σημαντικών παραστάσεων ακόμη και σε γνωστά θέατρα του εξωτερικού. Αυτός ο σκηνοθέτης «κάποια στιγμή με είδε στους διαδρόμους και είπε ότι με ήθελε για την παραγωγή του».
Σύντομα οι δυο τους απέκτησαν στενές σχέσεις με πρωτοβουλία του σκηνοθέτη. Οπως αφηγείται ο Ν.: «Μου μιλούσε, μου εξομολογούνταν μυστικά για τις πρόβες, για πράγματα που σκεφτόταν να κάνει, ζητούσε την άποψή μου, με καλούσε να πάμε σε ταβέρνες οι δυο μας, μου έκανε μαθήματα περί θεάτρου, μου έλεγε ότι μια ημέρα θα γίνω σπουδαίος γιατί το βλέπει στα μάτια μου».
Λίγο καιρό μετά «μου είπε ότι θα είχε ακόμη μια παράσταση στη Λεμεσό. Ηταν ένας μονόλογος που θα είχε έναν ακόμη ηθοποιό στη σκηνή, ο οποίος για μια ώρα απλώς θα παρακολουθούσε. Μου είπε ότι ήταν πολύ πιθανό ο ηθοποιός που θα έπαιζε αυτό τον ρόλο πιθανόν να μην τα κατάφερνε για λόγους υγείας, γι’ αυτό μου ζήτησε να τον βοηθήσω και σε αυτή την παράσταση και να προετοιμαστώ για τον ρόλο σε περίπτωση που χρειαστεί να τον κάνω. Μου είπε πως ο συγκεκριμένος ρόλος έχει γυμνό και γι’ αυτό θα έπρεπε να δοκιμαστώ αν είμαι αρκετά τολμηρός να τον υποδυθώ. Με είχε κάνει να αισθανθώ ότι βρήκα τον δάσκαλό μου, τον μέντορά μου».
Στις δύο περιπτώσεις υπάρχει ένα κοινό πρόσωπο που φαίνεται πως λειτουργούσε ως διαμεσολαβητής προκειμένου να φέρνει τους δύο ηθοποιούς σε επαφή με τους συγκεκριμένους σκηνοθέτες.
Μια μέρα «πήγαμε στον ξενώνα του θεάτρου όπου έμενε τότε. Στη διαδρομή μου είπε ότι επειδή η παράσταση για την οποία θα δουλεύαμε δεν ήταν του θεάτρου αυτού καλύτερα να μη λέγαμε στον θυρωρό για ποιον λόγο πάμε στο δωμάτιο. Συμφώνησα και γι’ αυτό τον λόγο δεν θυμάμαι αν υπέγραψα κατά την είσοδο ή αν είπε κάτι ο σκηνοθέτης στον θυρωρό».
Μπήκαν στο δωμάτιο. «Μου είπε να βγάλω τα ρούχα μου να με δει. Το έκανα. Αρχισε να μου εξηγεί ότι δεν θέλει να μιλάω, επειδή αυτό απαιτεί ο ρόλος. Επρεπε να δείξω, μου έλεγε, απλώς με την παρουσία μου πως αξίζω την προσοχή του θεατή. Οταν έβγαλα τα ρούχα μου άρχισε να με φωτογραφίζει. Μου έλεγε να γυρίσω πλάτη, να κάτσω… Οποτε πήγαινα να μιλήσω μου έλεγε να μιλάω μόνο με τα μάτια. Αρχισε να με προκαλεί. Ελεγε ότι δεν τον πείθω. Οτι έπρεπε με κάποιον τρόπο να δείξω ένταση. Δημιούργησε ένταση στο δωμάτιο, μου έλεγε να αφήσω το ζώο ελεύθερο. Μπήκα σε μια λογική να αποδείξω ότι είμαι τολμηρός, ότι είμαι άξιος να κάνω ό,τι μου ζητούσε».
Κάποια στιγμή «ανέβηκε στο κρεβάτι. Εγώ στεκόμουν μπροστά από την κουρτίνα που με φωτογράφιζε. Αρχισε να με ενθαρρύνει, ότι “το βρίσκω”. Μου έλεγε να έρθω όλο και πιο κοντά του. Αρχισε να βγάζει τα ρούχα του. Δεν ξέρω πώς συνεχίστηκε εκείνη τη στιγμή και γιατί. Επιασε το κεφάλι μου κανονικά και με έβαλε να του κάνω πίπα. Μέσα σε ένα λεπτό τελείωσε. Στο τέλος μου κρατούσε το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια του και μου έλεγε να τον κοιτάω. Τον κοιτούσα στα μάτια ενώ τελείωνε».
Επειτα από αυτή την εμπειρία του ο Ν. ήταν, όπως εξομολογείται, «πολύ μπερδεμένος. Ενιωθα ότι είχα λάβει μέρος σε κάποια μυστικιστική τελετή της ανώτατης τέχνης του θεάτρου. Το ίδιο βράδυ πήγα να εξομολογηθώ την ιστορία σε μια φίλη μου, αλλά συνειδητοποίησα ότι ντρεπόμουν να παραδεχτώ αυτό που συνέβη. Απομακρύνθηκα και άρχισα να φοβάμαι ότι ο σκηνοθέτης με ήθελε μόνο γι’ αυτό». Επειτα από λίγες ημέρες, «στις πρόβες ένας από τους βοηθούς του κρατούσε τη φωτογραφική μηχανή του σκηνοθέτη και κοιτούσε φωτογραφίες. Με είδε που πάγωσα και μου είπε να μην ανησυχώ, είχε διαγράψει τις φωτογραφίες».
Η παράσταση εντέλει τελείωσε. Ο σκηνοθέτης πήγε στη Λεμεσό για την άλλη παράσταση, όπου τον ακολούθησε και ο Ν.: «Εβλεπε πως κρατούσα απόσταση. Μου είπε ότι θέλει να τον βοηθήσω να πουλήσουμε την παράσταση σε άλλα θέατρα. Μου έδωσε αυτή την ευθύνη και με έκανε να νιώσω σημαντικός. Μέχρι τότε ήμουν απλώς το παιδί που παρακολουθούσε».
Ο σκηνοθέτης ακολούθησε την ίδια τακτική, όπως καταγγέλλει ο Ν.: «Με κάλεσε στο δωμάτιό του. Ανοιξα το λάπτοπ. Με έβαλε να του διαβάσω μια διθυραμβική κριτική που είχε λάβει για την παράσταση. Μου είπε ότι ήταν κουρασμένος. Ξάπλωσε. Μου είπε να πάω κι εγώ. Πήγα. Αρχισε να μου λέει να μη φοβάμαι. Αυτό δείχνει ότι ήξερε ακριβώς τι γινόταν. Οπως ήξερα κι εγώ τι γινόταν. Τι έπρεπε να κάνω για να τελειώσει αυτό το πράγμα. Ξάπλωσα πάνω στο στήθος του. Εβγαλε τα ρούχα του. Εκανα αυτό που ήθελε. Το σενάριο ήταν το ίδιο».
Λίγες ημέρες αργότερα ο Ν. ξαναπήγε στο δωμάτιο του σκηνοθέτη, ο οποίος τον είχε καλέσει. «Ημουν επιφυλακτικός. Πάλι μου είπε να μη φοβάμαι και να ξαπλώσω δίπλα του. Του είπα ότι ξέρουμε και οι δύο ότι δεν με φώναξε για να κάνουμε δουλειά. Μάζεψα τα πράγματά μου να φύγω. Μου έσκασε ένα 50ευρω και μου είπε ότι είναι σωστός επαγγελματίας. Οτι μου το χρωστάει για τη βοήθεια. Ενιωσα σαν να ολοκλήρωσε τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις απέναντί μου, ότι δεν είχα κάποιον λόγο να παραπονεθώ».
Εκτοτε οι δυο τους μίλησαν ακόμη δύο φορές: «Ηταν γλοιώδης στις συνομιλίες, με ρωτούσε “τι κάνει το όμορφο αγόρι;”. Μου έκανε πρόταση για παράσταση, την αρνήθηκα». Η παράσταση που υποτίθεται θα έπαιζε ο Ν. «δεν είχε γυμνό τελικά. Οταν ρώτησα τους ηθοποιούς αν θα εμφανίζονταν γυμνοί γέλασαν. Εκεί κατάλαβα πως όλα ήταν ψέματα».
Την ιστορία του ο Ν. την αφηγήθηκε για πρώτη φορά «πριν από δέκα ημέρες. Συνειδητοποίησα ότι η όλη εμπειρία υπήρχε στο κεφάλι μου: οι λέξεις, οι μυρωδιές. Απλώς το στόμα μου περίμενε να την αφηγηθώ. Τώρα βγαίνει με ένταση, θυμό και ντροπή. Ακούω όμως άλλους να μιλάνε και μου φεύγει η ντροπή». Η εμπειρία που είχε ο Ν. τον επηρέασε «στις διαπροσωπικές μου σχέσεις. Είχα σχέση κάποια χρόνια και μου ήταν πολύ δύσκολο να αποδεχτώ ότι με αγαπάει γι’ αυτό που είμαι και όχι επειδή είμαι απλώς ωραίος ή ότι κάποιος με θέλει για έναν ρόλο επειδή είμαι καλός». Στα αυτιά του Ν., όπως καταγγέλλει, «έφτασαν αντίστοιχες ιστορίες για τον ίδιο σκηνοθέτη».
«Αυτό που με ενδιαφέρει πλέον είναι να ενθαρρύνω άλλους άντρες να μιλήσουν, να δημιουργήσω επαγρύπνηση στην Κύπρο ότι αυτό συμβαίνει. Είμαι σίγουρος πως υπάρχουν κι άλλοι. Υπάρχει η μυθολογία του θεάτρου ότι πρέπει να υποφέρεις και λίγο στην πρόβα. Εχουμε αποδεχτεί πως η κόλαση είναι κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας. Κι εγώ είχα αποδεχτεί ότι ο σκηνοθέτης δικαιούνταν να κάνει αυτό που έκανε. Πρέπει να μιλήσουμε και να ρίξουμε τους ανθρώπους που έχουν εξουσία και συνεχίζουν να καλύπτουν ο ένας τον άλλο» σημειώνει.
Η ιστορία όμως δεν σταματάει εκεί: «Στη δουλειά, στο θέατρο που γνώρισα τον σκηνοθέτη, με πήγε ένα πρόσωπο που είχε σημαντική θέση στο θέατρο». Ο ύποπτος ρόλος του ίδιου προσώπου αναφέρεται όμως σε ακόμη μία καταγγελία που έγινε στο Documento από τον Γ., ηθοποιό, τα πραγματικά στοιχεία του οποίου είναι στη διάθεση του Documento.
«Από την ημέρα που μίλησε η Ζέτα Δούκα», όπως αφηγείται ο Γ., «επανήλθαν στη μνήμη μου πολλά πράγματα που μου συνέβησαν και έχασα πάλι τον ύπνο μου».
Αυτό που βίωσε ο Γ. είναι ότι «δέχτηκα προτάσεις να δοθώ σεξουαλικά για να έχω όφελος στην καριέρα μου. Αρνήθηκα και δέχτηκα πόλεμο». Τον ίδιο σκηνοθέτη που κατήγγειλε στο Documento ο Ν. τον γνώρισε και ο Γ.: «Με κάλεσε σε ακρόαση σπίτι του. Είχε μόλις βγει από το μπάνιο με το μπουρνούζι. Μου ζήτησε να αφαιρέσω το μπλουζάκι μου για να με δει ημίγυμνο. Κατάλαβα τι γίνεται και εξαφανίστηκα με διπλωματικό τρόπο. Τότε ήμουν 22-23 χρόνων. Το περιστατικό έγινε στην Ελλάδα το 2008».
Εκεί που δένουν «οι ιστορίες μας με του Ν. είναι ότι το άτομο που θα καταγγείλω είναι το ίδιο που είχε παραπέμψει τον Ν. να πάει στην επίμαχη παράσταση. Το ίδιο άτομο –είχε θέση-κλειδί στο συγκεκριμένο θέατρο– είπε και σε μένα να πάω στο δωμάτιο άλλου σκηνοθέτη (σ.σ.: απασχολεί την επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες) για κατ’ ιδίαν πρόβα. Αρνήθηκα και δεν πήγα. Είχα όμως επαγγελματικές επιπτώσεις, αφού δεν συνεργάστηκα ξανά με αυτό το θέατρο όσο δούλευε εκεί αυτός ο σκηνοθέτης».
Αυτό το κοινό πρόσωπο στις δύο ιστορίες «λειτουργούσε ως διαμεσολαβητής για κάτι ανήθικο. Αλλωστε στο παρελθόν μου είχε κάνει αντίστοιχη πρόταση, που αφορούσε το πρόσωπό του. Εχει τόσο βεβαρυμένο ιστορικό ο συγκεκριμένος που η πρόταση που μου έκανε δεν θα μπορούσε να αφορά κάτι άλλο».
«Εχουμε αποδεχτεί πως η κόλαση είναι κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας. Και εγώ είχα αποδεχτεί ότι ο σκηνοθέτης δικαιούταν να κάνει αυτό που έκανε. Πρέπει να μιλήσουμε και να ρίξουμε τους ανθρώπους που έχουν εξουσία και συνεχίζουν να καλύπτουν ο ένας τον άλλο» Ν.- Ηθοποιός-σκηνοθέτης
«Ο ίδιος που είχε παραπέμψει τον Ν. στην επίμαχη παράσταση είπε και σε μένα να πάω στο δωμάτιο άλλου σκηνοθέτη για κατ’ ιδίαν πρόβα. Αρνήθηκα, είχα όμως επαγγελματικές επιπτώσεις, αφού δεν συνεργάστηκα ξανά με αυτό το θέατρο όσο δούλευε εκεί αυτός ο σκηνοθέτης»