Το Ψυχικό Τραύμα αποτελεί το αποτέλεσμα μιας έντονης και αρνητικής εμπειρίας, το οποίο επιφέρει σωματικές και ψυχολογικές αντιδράσεις άγχους και φόβου. Το Ψυχικό Τραύμα μπορεί να αναπτυχθεί έπειτα από ένα μεμονωμένο συμβάν, πολλαπλά συμβάντα ή ένα σύνολο περιστάσεων που βιώνονται ως σωματικά και συναισθηματικά επιβλαβή ή απειλητικά, και που οδηγούν σε διαρκείς αρνητικές επιπτώσεις στη σωματική, κοινωνική, συναισθηματική ή πνευματική ευημερία και λειτουργικότητα του ατόμου. Στην περίπτωση Ψυχικού Τραύματος τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά, το άτομο ως επακόλουθο του γεγονότος που βίωσε – παρατήρησε – άκουσε, αναβιώνει αρνητικά συναισθήματα ή σωματοποιημένα συμπτώματα στην καθημερινότητά του, ακόμα και κατά τη διάρκεια του ύπνου του (ή και κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού στην περίπτωση των μικρότερων παιδιών). Ακόμη, μπορεί να σημειώνει ξαφνικές αντιδράσεις φόβου κατά τη διάρκεια της ημέρας στην επαφή του με ένα ερέθισμα που θυμίζει το τραυματικό γεγονός, όπως και σε περιστάσεις που δεν έχουν σχέση με αυτό. Επιπρόσθετα, άτομα κάθε ηλικίας που λόγω της έκθεσής τους σε ένα τραυματικό γεγονός έχει διαταραχθεί η ψυχική τους ισορροπία, ενδεχομένως να δυσκολεύονται να βιώσουν θετικά συναισθήματα καθημερινά, να έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους για δραστηριότητες που παλαιότερα απολάμβαναν, να σημειώνουν αποστασιοποίηση από τα άλλα άτομα και αδυναμία κοινωνικής σύνδεσης, επίμονα αρνητικά συναισθήματα άγχους, τρόμου, ενοχής, ντροπής, δυσκολία συγκέντρωσης, ή και δυσκολίες στον ύπνο.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως, για την ανάπτυξη του τραύματος, δεν απαιτείται απαραίτητα το άτομο να είναι φυσικός μάρτυρας του γεγονότος, αλλά οι πληροφορίες και μόνο γύρω από το γεγονός, για παράδειγμα μέσω της έκθεσής του στα μέσα ενημέρωσης, ή κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης, είναι ικανές να οδηγήσουν σε αυτή την έντονα αρνητική συναισθηματική κατάσταση, με τη συμπτωματολογία του άγχους, του πανικού και της κατάθλιψης να εμφανίζεται σε αρκετές περιπτώσεις. Αυτές οι λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το γεγονός, έχουν τη δυνατότητα να κλιμακώσουν το συναισθηματικό αντίκτυπο, με το τραύμα να γίνεται πιο οξύ, ειδικά όταν σε αυτές τις λεπτομέρειες εκτίθενται παιδιά και έφηβοι.
Συνεπώς, και λαμβάνοντας υπόψη το συναισθηματικό ρίσκο και το ψυχικό κόστος που επιφέρουν οι λεπτομερείς πληροφορίες γύρω από ένα τραυματικό συμβάν, τον καθημερινό «βομβαρδισμό» γεγονότων αλλά και την εύκολη προσβασιμότητα σε αυτά, δεν υπάρχει καμία αναγκαιότητα τέτοιες πληροφορίες και λεπτομέρειες να παρελαύνουν αυτόματα σε κάθε ηλεκτρονική σελίδα, ή να αποτελούν την αποκλειστική θεματολογία κάθε συζήτησης, ιδιαίτερα στην περίπτωση όπου είναι παρόντες οι πιο συναισθηματικά ευάλωτες ηλικιακές ομάδες του πληθυσμού μας, τα παιδιά και οι έφηβοι. Πληροφορίες και λεπτομέρειες, λόγου χάρη, σχετικά με τον τρόπο που κάποιος άνθρωπος βιώνει την ασφυξία σε ένα υποβρύχιο με ελάχιστο οξυγόνο, ή το βαθμό θερμότητας στον οποίο ένα άτομο βασανιστικά «καίγεται» σε ένα βαγόνι τραίνου που έχει συγκρουστεί, κ.ά.
Ο σκοπός δεν είναι να κρατήσουμε τα παιδιά μας μακριά από την πραγματικότητα, έστω και αν αυτή εμπεριέχει τις θλιβερές αλήθειες, ούτε να μην ενισχύσουμε την ενσυναίσθηση και συμπόνια τους προς τον συνάνθρωπο. Αλλά να φροντίσουμε τη συναισθηματική τους ισορροπία, φιλτράροντας τα δεδομένα στα οποία εκτίθενται, και προφυλάσσοντας τους από τραυματικές λεπτομέρειες και φρικαλέες εικόνες.