Αναστρέψιμες είναι οι σοβαρές επιπλοκές που παρουσιάζουν ασθενείς που νοσούν με γρίπη, εάν αναζητήσουν έγκαιρα ιατρική βοήθεια. Αυτό ανέφερε ο πνευμονολόγος Δρ. Χάρης Αρμεύτης σχολιάζοντας στην εκπομπή Αlpha Ενημέρωση τα στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα το Υπουργείο Υγείας, σύμφωνα με τα οποία τον περασμένο χειμώνα απεβίωσαν δεκατέσσερις άνθρωποι από γρίπη.
Ο κύριος Αρμεύτης εξήγησε ότι η γρίπη παραμένει σε έξαρση αυτή την περίοδο και ταυτίζεται με συμπτώματα του αναπνευστικού: δηλαδή βήχας, πυρετός, πονόλαιμος και ρινική συμφόρηση.
“Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να υποχωρήσουν σε μερικές ημέρες και να επανέλθουμε σε μια καλή κατάσταση. Όταν όμως επιμένουν ή επανεμφανιστούν με πυρετό ή δύσποινα, τότε πρέπει να επισκεφτούμε γιατρό για να υποβληθούμε σε εξετάσεις και να αποκλειστεί το ενδεχόμενο πνευμονίας που είναι δευτεροπαθής λοίμωξη. Στην αρχή περνάει ο ασθενής τη γρίπη και μετά έρχεται ένα μικρόβιο, ένα βακτήριο που δημιουργεί πνευμονία. Εκεί τα συμπτώματα είναι πιο έντονα.”
Ο Δρ. Αρμεύτης επισήμανε ότι μια σωστή διάγνωση εμπερικλύει ακτινογραφία θώρακος που θα καταδείξει τυχόν πνευμονία, ενώ βάση της κλινικής εικόνας και του ιστορικού του ασθενή θα διαφανεί εάν χρειάζεται νοσηλεία ή φαρμακευτική αγωγή.
Advertisement“Σε περίπτωση νοσηλείας, όλες αυτές οι παράμετροι θα καταδείξουν εάν θα γίνει σε θάλαμο ή ΜΕΘ. Εάν γίνουν όλα αυτά, τότε μπορούμε να έχουμε μια καλή έκβαση, εάν ληφθεί υπόψην ο πιο σημαντικός παράγοντας που είναι ο χρόνος. Έχουμε δει ασθενείς να καθυστερούν να ζητήσουν βοήθεια ή να γίνονται διαγνώσεις μέσω τηλεφώνου και όταν υπάρχει επιδείνωση μιας λοίμωξης του κατώτατου αναπνευστικού, τότε μπορεί να υπάρξουν και άλλες επιπλοκές και να κινδυνεύσει ο ασθενής να χάσει τη ζωή του.”
Ο πνευμονολόγος διευκρίνισε ότι τα στελέχη Α και Β της γρίπης έχουν εξίσου σοβαρές επιπλοκές και τα άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού θα πρέπει να εμβολιάζονται για προστασία.
Advertisement“Αυτές οι επιπλοκές της γρίπης, που είναι στο 0,5% του υγειούς πληθυσμού και στο 2,5% του ηλικιωμένου πληθυσμού, μπορούν να μας ξεγελάσουν και γι΄αυτό πρέπει να αναπτύσσουμε μια πολύ καλή σχέση με τον γιατρό μας και να επικοινωνούμε. Δεν πρέπει να παίρνουμε αντιπυρετικά ή αναλγητικά φάρμακα για να κρύψουμε τα συμπτώματα. Πρέπει να αναζητούμε ιατρική βοήθεια γιατί όσο πιο γρήγορα την λάβουμε, τόσο πιο καλά αποτελέσματα έχουμε.”
Σε ότι αφορά στα παιδιά, ο γιατρός επισήμανε την ανάγκη στενής παρακολούθησης του ασθενή και επικοινωνίας με τον παιδίατρο, εάν διαπιστωθεί δυσκολία στην αναπνοή ή παρατεταμένος πυρετός.