Για «επικίνδυνες πρακτικές» κάνει λόγο ο Κυπριακός Σύνδεσμος Οικογενειακού Προγραμματισμού με αφορμή δημοσιεύματα ότι γίνεται προσπάθεια για δύο συγκεκριμένες τροπολογίες του νόμου σχετικά με τις ψευδοθεραπείες μεταστροφής.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Συνδέσμου, η πρώτη αφορά στο να μπορούν να εφαρμοστούν οι ψευδοθεραπείες στις περιπτώσεις όπου υπάρχει η συναίνεση του ατόμου, και η δεύτερη στο να εξαιρεθούν οι ιερείς από τις ποινές που θα προβλέπει η νομοθεσία.
Ο Σύνδεσμος θεωρεί ότι το θέμα της συναίνεσης δεν μπορεί να αποτελεί τροπολογία στη συγκεκριμένη νομοθεσία «καθώς είναι ενάντια σε επιστημονικά δεδομένα και συστάσεις που δίνονται από διεθνείς αλλά και τοπικούς οργανισμούς επαγγελματιών, που έχουν την επιστημοσύνη και εμπειρογνωμοσύνη για το θέμα».
«Θεωρούμε ότι δεν μπορεί να ζητείται η συναίνεση κάποιου ατόμου, που βρίσκεται σε ευάλωτη θέση για εμπλοκή του σε μια διαδικασία η οποία είναι επικίνδυνη, και η οποία, σε κάθε περίπτωση είναι αδύνατον να του παρέχει αυτό που υπόσχεται», αναφέρει.
Σημειώνει ότι για το θέμα κατέθεσε άποψη και ο Σύνδεσμος Ψυχολόγων Κύπρου ο οποίος σε ανακοίνωση αναφέρει ότι «οποιαδήποτε συζήτηση που αφορά, για παράδειγμα, το δικαίωμα συναίνεσης στις ψευδοθεραπείες μεταστροφής, με βάση επιστημονικά δεδομένα, είναι άσκοπη και επικίνδυνη».
Αναφέρει εξάλλου ότι και η Αμερικανική Εταιρία Ψυχολογίας (American Psychological Association) έχει παρουσιάσει επιστημονικά δεδομένα που καταδεικνύουν, μεταξύ άλλων, ότι οι προσπάθειες μεταστροφής δεν είναι αποτελεσματικές και δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να επηρεάζουν την μείωση της σεξουαλικής έλξης ή αλλαγή ταυτότητας φύλου και ότι οι προσπάθειες αλλαγής είναι επιβλαβείς κατά την εφηβεία και μπορεί να αυξήσουν τις αυτοκτονικές σκέψεις, απόπειρες αυτοκτονίας και κατάθλιψη στη νεαρή ενήλικη ζωή.
«Οι προσωπικές πεποιθήσεις, απόψεις και αντιλήψεις μελών της Νομοθετικής Εξουσίας δεν μπορεί να καθορίζουν πολιτικές που περιλαμβάνουν επικίνδυνες πρακτικές. Πρακτικές, που σύμφωνα με επιστημονικά τεκμήρια σχετίζονται με εμπειρίες κατάθλιψης, αυτοκτονικό ιδεασμό, απόπειρες αυτοκτονίας και άλλους αρνητικούς δείκτες υγείας που επηρεάζουν παιδιά, έφηβους και ενήλικες», αναφέρει ο Σύνδεσμος στην ανακοίνωσή του.
Θεωρεί εξάλλου ότι η εξαίρεση οποιουδήποτε από τη νομοθεσία είναι προβληματική.
«Η εντύπωση που έχουμε είναι ότι η νομοθετική πρόταση γίνεται με στόχο την προστασία ατόμων που βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την πρόθεση της πολιτείας για αντιμετώπιση αυτών των πρακτικών», καταλήγει.