Η 11η Ιουλίου του 2011 σημάδεψε τη ψυχή του…
Οι εικόνες από το χαώδες σκηνικό που επικρατούσε, τον όλεθρο και την καταστροφή που άφησε πίσω της η φονική έκρηξη στη ναυτική βάση “Ευάγγελος Φλωράκης” στο Μαρί παραμένουν χαραγμένες στη μνήμη του. Πέρασαν εννέα χρόνια, ωστόσο όσες φορές και να ανηφορίσει κάποιος εκείνο το λόφο νιώθει το ίδιο δέος και συγκίνηση. Αυτό ένιωσε ο Μάρκος Τράγκολας, όπως μας είπε, όταν τον συναντήσαμε στη ναυτική βάση.
Μας μίλησε για την χειρότερη ημέρα στην ιστορία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, για τους ανθρώπους που χάθηκαν εκείνο το μαύρο πρωινό και για την επίπονη επιχείρηση κατάσβεσης των πυρκαγιών.
“Ήταν έξι λεβέντες, καλοί και δυνατοί πυροσβέστες που ήταν άξιοι να υπηρετήσουν στην ΕΜΑΚ” μας είπε και λύγισε. Έξι πυροσβέστες που χάθηκαν εν ώρα καθήκοντος και η μνήμη τους τόνισε, πρέπει να παραμείνει αναλλοίωτη στο πέρασμα των χρόνων.
Ο Μάρκος Τράγκολας, διηγήθηκε για άλλη μια φορά τα γεγονότα, από τη στιγμή που σήκωσε το ακουστικό και κάλεσε την ΕΜΑΚ μέχρι την κατάσβεση της τελευταίας πυρκαγιάς. Αυτή τη φορά όμως, διηγήθηκε τα γεγονότα από το σημείο όπου διαδραματίστηκε η τραγωδία της 11ης Ιουλίου στέλνοντας παράλληλα το δικό του μήνυμα προς την κυπριακή Πολιτεία.
Με δάκρυα στα μάτια μας μίλησε για το μαύρο εκείνο ξημέρωμα..
“Εκείνο το πρωινό ήταν ομιχλώδες, βέβαια το συμβάν ξεκίνησε πριν την έκρηξη και στη συνέχεια γύρω στις 6 παρά 10 σημειώθηκε η φοβερή έκρηξη και σκόρπισε το θάνατο και την καταστροφή. Τότε ήμουν βοηθός Διευθυντής και ήμουν με άδεια του γιατρούς, ήταν Δευτέρα και θα είχα στις 9:00 ραντεβού. Όταν διακόπηκε το ρεύμα διερωτήθηκα. Άκουσα σειρήνες διερωτήθηκα τι συμβαίνει και πήρα στην ΕΜΑΚ και μου είπαν ότι ανταποκρίθηκαν σε ένα επεισόδιο στο Μαρί, όχι στην ναυτική βάση, θεώρησα ότι θα ήταν ένα επεισόδιο στον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό του Βασιλικού. Πήρα τηλέφωνο στην ΕΜΑΚ, ο τηλεφωνητής μου ανέφερε ότι ανταποκρίθηκε με δυο πυροσβεστικά οχήματα και ότι προσπαθεί να επικοινωνήσει μαζί τους μέσω τηλεφώνου αλλά δεν υπάρχει ανταπόκριση”.
Όταν κατάλαβε πως επρόκειτο για σοβαρό περιστατικό, πήρε το δρόμο για την ΕΜΑΚ.
“Φόρεσα τα ρούχα μου, έπιασα το αυτοκίνητο μου και πήγα στην ΕΜΑΚ. Ο αξιωματικός υπηρεσίας μου είπε “φέρω κάποιες εκδορές με παίρνουν στο νοσοκομείο. Όταν τον ρώτησα τι συμβαίνει μου είπε δεν θυμούμαι. Έφτασα στην ΕΜΑΚ, δεν είχαμε καμία ανταπόκριση από τα μέλη των ομάδων που ήταν εδώ και έφτασα στη βάση γύρω στις 7 παρά 20, ανέβηκα τρέχοντας στο ύψωμα είδα ένα πυροσβεστικό όχημα το οποίο έφερε πολλές ζημιές, ήταν σε κακή κατάσταση λόγω της έκρηξης. Τα άτομα αυτά προφυλάχθηκαν πίσω από το ντεπόζιτο. Προχωρώντας βρήκα δυο στρατιωτικούς που μου είπαν αν προχωρήσω προς τα μέσα θα δω πολλές πυρκαγιές και ότι υπάρχουν νεκροί”.
“Πάγωσα όταν έμαθα για νεκρούς”…
Λύγισε όταν μας διηγήθηκε τη στιγμή που τον ενημέρωσαν για νεκρούς.
“Εκείνη τη στιγμή πάγωσα, δεν γνώριζα τον αριθμό των πυροσβεστών που ήταν εκεί. Έστω και έναν πυροσβέστη να χάσεις είναι μεγάλη υπόθεση για την υπηρεσία. Επικοινώνησα με αξιωματικό που έφτασε από τη Λάρνακα, και μου είπε είμαι στην κάτω πλευρά γιατί ασχολούμαι με κατάσβεση πυρκαγιών και σημείωσε δε ότι συνάδελφοι αγνοούνται. Του είχα πει ως προϊστάμενος τότε, συνέχισε την έρευνα και το έργο κατάσβεσης. Με την άφιξή μου υπήρχε πυρκαγιά στη νότια και δυτική πλευρά και στα σημεία όπου ήταν καταστρεμμένα τα πυροσβεστικά οχήματα. Εκείνη τη στιγμή συναντήθηκα με έναν από τους βοηθούς Διευθυντές και φανερά καταβεβλημένος μου είπε ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Έμεινα στην περιοχή και ανέλαβα το συντονισμό κατάσβεσης των πυρκαγιών και στη συνέχεια κατέφτασαν και άλλα πυροσβεστικά οχήματα. Σημείωσε ότι υπήρχε και πυρκαγιά στον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό του Βασιλικού. Εδώ η περιοχή μπορούσε να ελεγχθεί γιατί έκαιγε ξηρά χόρτα. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι συντρίμμια. Δώσαμε μάχες για την κατάσβεση της φωτιάς μέσα στον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό, ασχοληθήκαμε πέντε με έξι οχήματα, ήταν τόση η καταστροφή υπήρχε και ο κίνδυνος των ντεποζίτων. Είχαμε ανησυχήσει σε μεγάλο βαθμό, καταφέραμε όμως να κατασβέσουμε τις πυρκαγιές. Σιγά σιγά άρχισε να επιβεβαιώνεται το γεγονός ότι χάσαμε έξι πυροσβέστες και στρατιωτικούς”.
“Του είπα … κλάψε”
Το ομιχλώδες τοπίο, η παράξενη μυρωδιά στην ατμόσφαιρα λόγω της έκρηξης αλλά και τα συντρίμμια που έφτασαν μέχρι τον αυτοκινητόδρομο είναι οι εικόνες που του έρχονται στο μυαλό. Εκείνο το μαύρο πρωινό, μέσα στο χάος, την αγωνία και τον όλεθρο ήρθε αντιμέτωπος με μια άλλη τραγική στιγμή.
“Θυμάμαι τον πατέρα του Μιχάλη Θεοφίλου που ήταν συνάδελφος και ήρθε να ρωτήσει για το παιδί του γιατί ήξερε ότι ήταν σε υπηρεσία. Μίλησε προηγουμένως με έναν άλλο αξιωματικό ο οποίος απέφυγε να του απαντήσει και ήρθε κοντά μου. Με τον συγκεκριμένο αξιωματικό τύγχανε να είμαστε φίλοι εδώ και πολλά χρόνια. Με ρώτησε και αναγκάστηκα και του είπα. Ήταν η πιο δύσκολη στιγμή αλλά έπρεπε να το κάνω, δεν έπρεπε να τον αφήσω να βασανίζεται αυτός και η οικογένειά του. Του είχα πει.. κλάψε, κλάψε, ο Μιχάλης γονάτισε κάτω και διερωτήθηκε το γιατί, τι έγινε, τι φταίει. Από τότε συνεχίζει τον αγώνα για την κατάσταση που δημιουργήθηκε εδώ για το ότι τοποθετήθηκαν 98 εμπορευματοκιβώτια με τρόπο που ο κίνδυνος σε περίπτωση πυρκαγιάς ήταν εξαιρετικά μεγάλος”.
Ο Μάρκος Τράγκολας σημείωσε ότι η 11η Ιουλίου του 2011 ήταν η χειρότερη μέρα στην ιστορία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας”.
“Κατ’ εμένα ήταν μια εγκληματική πράξη, αν τα εμπορευματοκιβώτια όχι 98 να ήταν, 1000 να ήταν στα πλαίσια εκτίμησης και αξιολόγησης του κινδύνου καθότι ήταν όλα εκρηκτικά, θα έπρεπε να τοποθετηθούν το ένα δίπλα από το άλλο ώστε να μην υπάρχει η περίπτωση μετάδοσης πυρκαγιάς που δημιουργήθηκε λόγω διάβρωσης, αλλοίωσης της πυρίτιδας που υπήρξε μέσα σε κάποια από τα εμπορευματοκιβώτια, οι συνέπειες θα ήταν λιγότερες. Ήταν η χειρότερη στην ιστορία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Χρειάστηκε να δουλέψουμε πολλά για να ανεβάσουμε το ηθικό των πυροσβεστών για να μαζέψουμε τα συντρίμμια από τις συνέπειες αυτούς του γεγονότος.
11 Ιουλίου 2011, η ημέρα που χάθηκαν 13 ψυχές.
“Τα έξι παιδιά που χάθηκαν εδώ τα ήξερα προσωπικά. Μάλιστα οι τέσσερις αρχαιότεροι ήταν παιδιά που ξεκινήσαμε μαζί την ΕΜΑΚ, εγώ ως πρώτος Διοικητής της ΕΜΑΚ στις 2 Απριλίου του 2002. Ο Ανδρέας Παπαδόπουλος, ο Σπύρος Τταντής, ο Γιώργος Γιακουμής και ο Αδάμος Αδάμου ήταν μαζί μας. Στην ΕΜΑΚ ήρθε μετά ο Βασίλης Κρόκος και Παναγιώτης Θεοφίλου γιατί ήταν άξιοι τόσο καλοί και δυνατοί πυροσβέστες που ήταν άξιοι να υπηρετήσουν στην ΕΜΑΚ. Ήταν έξι λεβέντες, παλληκάρια εξαιρετικού χαρακτήρα, παρόλο που πέρασαν 9 χρόνια όταν κάποιος έρθει εδώ νιώθει το ίδιο δέος και συγκίνηση όπως να ήταν ο πρώτος χρόνος.
Το παράπονο του Μάρκου Τράγκολα…
Ο τέως Διευθυντής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας στέλνει το δικό τους μήνυμα προς την Κυπριακή Πολιτεία.
“Η μνήμη των συναδέλφων δεν πρέπει να αλλοιωθεί ποτέ.. Πρέπει η πολιτεία να αναλάβει τις ευθύνες της και να αποκαταστήσει επαγγελματικά τα παιδιά των όσων έχασαν τη ζωή τους στο Μαρί, τα οποία κάποια τέλειωσαν τις σπουδές τους και είναι άνεργοι. Δεν γίνεται αυτό το πράγμα. Έχω επαφές με τις οικογένειες των θυμάτων και γνωρίζω πολύ καλά. Δεν γίνεται να παίρνονται μέτρα στεκόμενοι δίπλα από τις οικογένειες τα πρώτα ένα δυο χρόνια και τέλειωσε. Πρέπει να είσαι δίπλα τους συνεχώς γιατί η θυσία τους ήταν μεγάλη. Γιατί έχασαν τη ζωή τους εν ώρα καθήκοντος. Κάθε χρόνο θα πρέπει να τιμάται η μνήμη τους έτσι όπως τους αρμόζει. Ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσω ξανά για τους συναδέλφους”.