Την οικολογική καταστροφή που προκάλεσε η πύρινη λαίλαπα στις ορεινές περιοχές των επαρχιών Λεμεσού και Λάρνακας, όπως και τα ζητήματα των γεωργικών καλλιεργειών και επιχειρήσεων και των απωλειών κατοικίας εξετάζουν οι Υπηρεσίες του κράτους. Αυτό διαβεβαίωσε η Επίτροπος Περιβάλλοντος Κλέλια Βασιλείου, ενόψει και των ανακοινώσεων για αποζημιώσεις που αναμένονται την Τετάρτη μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου.
Μιλώντας στην εκπομπή Alpha Ενημέρωση, η Επίτροπος απηύθυνε τις ευχαριστίες της στις ομάδες εθελοντών και ανεξάρτητους εθελοντές που όπως δήλωσε με “κίνδυνο της ζωής τους” συνέδραμαν στη διάσωση των ζώων που βρισκόντουσαν στις πληγείσες κοινότητες.
Επεσήμανε πως στο κέντρο συντονισμού που στήθηκε, έχουν συλλεχθεί ζωοτροφές οι οποίες έχουν ήδη διευθετηθεί να διανεμηθούν στους ανθρώπους που φιλοξενούν προσωρινά αυτά τα ζώα.
Η κ. Βασιλείου τόνισε πως υπάρχει απόλυτη ανάγκη να καταγραφεί η έκταση της ζημιάς που προκλήθηκε στη χλωρίδα και την πανίδα.
“Έχουμε εξετάσει ήδη επί χάρτου τον επηρεασμό κάποιων περιοχών ευρωπαϊκής προστασίας, όπως είναι οι ζώνες προστασίας των πτηνών που υπάρχουν στη συγκεκριμένη περιοχή. Δεν έχουν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό, όμως αυτό θα το καταδείξει και η χαρτογράφηση που θα γίνει”, ανέφερε.
Ταυτόχρονα μίλησε για την “προσβολή του πρασίνου” και υπογράμμισε την αναγκαιότητα ορθολογιστικής αποκατάστασης της φύσης που κάηκε.
“Θα πρέπει να δούμε σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες και τους επιστήμονες του κράτους πώς αυτός ο χώρος αποκαθίσταται ορθολογιστικά. Δεν μπορούμε να παρέμβουμε με δική μας πρωτοβουλία και χωρίς καθοδήγηση και να ξεκινήσουμε να δεντροφυτεύουμε ό,τι θέλουμε, όπως θέλουμε, όπου θέλουμε”, δήλωσε, εξηγώντας πως πρωτίστως πρέπει να ληφθούν αντιδιαβρωτικά μέτρα για να προφυλαχθεί το χώμα από τις βροχές του φθινοπώρου.
Η κ. Βασιλείου υπογράμμισε επίσης την ανάγκη σύστασης ενός εθνικού σχεδιασμού για τις αντιπυρικές ζώνες, ενώ ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη διαχείριση της οργανικής ύλης που μένει στο δάσος μετά την πύρινη λαίλαπα.
“Δεν μπορεί σε καμία περίπτωση αυτή τη στιγμή ο κόσμος να μπει μέσα στην περιοχή και να αρχίσει να απομακρύνει κορμούς δέντρων, δέντρα, θάμνους που έχουν μείνει εκεί, γιατί οπωσδήποτε οι υπηρεσίες πρέπει να εξετάσουν καταρχάς το ζήτημα των αντιδιαβρωτικών μέτρων”, τόνισε.