Του Χριστόφορου Νέστορος
Η επεισοδιακή καταδίωξη από πολίτες κλεφτών καταλυτών αυτοκινήτων στην Λάρνακα, ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς στην Κύπρο το φαινόμενο εξελίσσεται σε μάστιγα.
Από την αρχή του χρόνου μέχρι τις 31 Οκτωβρίου καταγγέλθηκαν 473 υποθέσεις κλοπής καταλυτών, ενώ κατά την διερεύνηση προέκυψαν 44 συλλήψεις.
Σε χιλιάδες εκτιμάται ο αριθμός των καταλυτών που εξήχθησαν παράνομα στο εξωτερικό. Έργο εξαιρετικά εύκολο για τους επιτήδειους καθώς όπως υποδείχθηκε σήμερα στην Βουλή, δεν ασκείται κανένας έλεγχος από το Τελωνείο για τις εξαγωγές μετάλλων προς χώρες της Ε.Ε.
AdvertisementΣταύρος Παπαδούρης – ΒουλευτήςΕκπλαγήκαμε με όσα άκουσα σήμερα. Από ότι φαίνεται υπάρχουν σοβαρότατες ελλείψεις. Με την παραδοχή του Τμήματος Περιβάλλοντος και του Τελωνείου
Πίσω από τις κλοπές δραστηριοποιούνται κυκλώματα στα οποία εμπλέκονται εκτός από τους κλέφτες που δρουν συνήθως -όσο παράξενο και αν ακούγεται- μέρα – μεσημέρι, προκειμένου ο ήχος από την αφαίρεση του καταλύτη να καλύπτεται από άλλους θορύβους της ημέρας, μεταφορείς και παράνομοι διαχειριστές αποβλήτων που λειτουργούν ως κλεπταποδόχοι.
AdvertisementΌταν ρώτησα που καταλήγει το ανακριτικό έργο, ποιοι υποδείχθηκαν ως κλεπταποδόχοι δεν υπήρχε οποιαδήποτε απάντηση. Δεν γίνεται έλεγχος σε οποιοδήποτε κοντέινερ.
Ο τζίρος τεράστιος. Όπως υποδείχθηκε από ειδικούς στην βουλή η αξία κάθε καταλύτη κυμαίνεται από 350 μέχρι 1.000 ευρώ, καθώς περιέχουν πολύτιμα μέταλλα όπως πλατίνα, παλλάδιο και ρόδιο.
Ενδεικτική η περίπτωση ατόμου που συνελήφθη στην Λάρνακα για πώληση 170 κλεμμένων καταλυτών, έναντι 42 χιλιάδων ευρώ σε κλεπταποδόχο. Αφού παρέμεινε για 15 ημέρες υπό κράτηση το έσκασε στην Ελλάδα, ενώ στον κλεπταποδόχο δεν εκδόθηκε ακόμη κανένα εξώδικο και μέχρι σήμερα συνεχίζει απτόητος τις κομπίνες.
Όπως κατήγγειλε ενώπιον της Βουλής αδειοδοτημένος διαχειριστής αποβλήτων, όταν εντοπίστηκε, θεάθηκε στο Τμήμα Περιβάλλοντος, να κερνάει λειτουργούς της υπηρεσίας.
Θα συνεχίσουμε την συζήτηση, με νομοθετικές ρυθμίσεις. Η κλοπή καταλύτη να θεωρείται κακούργημα και να προβλέπεται ποινή φυλάκισης.