“Δεν θέλω ευνοϊκή μεταχείριση, όμως έχω επίγνωση των σκοπιμοτήτων” επισημαίνει ο Νιαζί Κιζίλγιουρεκ μετά την απόφαση του Πανεπιστημίου Κύπρου για άμεση συνταξιοδότησή του, τονίζοντας ότι θα διεκδικήσει όλα τα νόμιμα δικαιώματα του με ένδικα μέσα.
Αυτούσια η δήλωσή του:
27 χρόνια πριν, το Σεπτέμβρη του 1995, όταν διορίστηκα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου ως λέκτορας, έγινα στόχος μιας τρομακτικής εκστρατείας συκοφάντησης. Κάποιοι κύκλοι υποστήριζαν ότι ήμουν «ανθέλληνας», ότι διέδιδα την «κυπριακή συνείδηση» και απαιτούσαν την άμεση απομάκρυνσή μου από το πανεπιστήμιο.
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ρίχτηκαν πάνω μου, σαν μια χιονοστιβάδα που όλο και μεγάλωνε. Οι δημοσιογράφοι και πολιτικοί που συμμετείχαν σε αυτήν την κακοφωνία, οργισμένα τόνιζαν ότι δεν υπήρχε θέση για έναν «ανθέλληνα» στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Παρουσίαζαν επιλεκτικά αποσπάσματα από το βιβλίο μου «Ολική Κύπρος», για να «αποδείξουν» ότι είμαι «ανθέλληνας» και να με κατηγορήσουν για καλλιέργεια «κυπριακής συνείδησης».
Σε αυτήν την υστερική εκστρατεία, έλαβαν μέρος και πολιτικοί, οι οποίοι, φώναζαν «Γιατί αυτός ο τύπος δεν έχει ακόμη απολυθεί από το πανεπιστήμιο;». Η χιονοστιβάδα αντιδράσεων όλο και μεγάλωνε. Σειρά πήρε και η τότε Υπουργός Παιδείας που ζητούσε να φύγω από το πανεπιστήμιο. Ο Νίκος Σαμψών δε, έγραφε στη Μάχη, «Βρωμότουρκε, σήκω φύγε».
Μεταξύ εκείνων που ήθελαν να απολυθώ από το πανεπιστήμιο, οι πιο σκληροπυρηνικοί ήταν η «Ομάδα Πρωτοβουλίας για ένα Καθαρά Ελληνικό Πανεπιστήμιο». Αυτή η πρωτοβουλία, με επικεφαλής τον Πρόδρομο Προδρόμου -δυστυχώς, σήμερα Υπουργό Παιδείας-, είχε βάλει στο στόχαστρο το πανεπιστήμιο και μου επιτιθόταν με κάθε μέσο. Ανησυχούσαν ότι το πανεπιστήμιο θα «κυπριοποιούσε» τους Έλληνες της Κύπρου και με έβλεπαν ως καλλιεργητή της κυπριακής συνείδησης.
Με εξέπληττε αυτό που περνούσα. Περίμενα ότι ο διορισμός μου θα ενοχλούσε τους Τουρκοκύπριους εθνικιστές. Γιατί ήταν αυτοί που υποστήριζαν ότι οι δύο κοινότητες δεν μπορούσαν να συμβιώσουν. Η επίσημη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς ήταν η επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων και ο ισχυρισμός ότι μπορούσαν να συνυπάρξουν ειρηνικά. Έλεγαν ότι «δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε με τους Τουρκοκύπριους». Πώς ήταν, τώρα, δυνατόν να προκαλεί τόσο μεγάλες αντιδράσεις η παρουσία ενός Τουρκοκύπριου ακαδημαϊκού στο πανεπιστήμιο, ο οποίος μάλιστα πίστευε στην επανένωση;
Σήμερα, μετά από όσα έχω βιώσει σε αυτά τα 27 χρόνια και την εμπειρία μου στις ευρωεκλογές του 2019, τις επιθέσεις που ξεκίνησαν από την υποψηφιότητά μου, και χειροτέρευσαν μετά την εκλογή μου, έχω απάντηση:
– Όπως οι Τουρκοκύπριοι αποσχιστές χτίζουν τη διχοτόμηση της Κύπρου, δυστυχώς έτσι και οι Ελληνοκύπριοι εθνικιστές συμβάλλουν στην εμβάθυνση της διχοτόμησης της χώρας μας.
– Στους θεσμούς και τα όργανα της Κυπριακής Δημοκρατίας, θέλουν να βλέπουν μόνο Ελληνοκύπριους. Φαίνεται ιδιαίτερα ειρωνικό, το γεγονός ότι σε μια εποχή που ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας καλεί τους Τουρκοκύπριους να επιστρέψουν στους θεσμούς του κράτους, να εκδιώκεται ο μοναδικός Τουρκοκύπριος καθηγητής από το δημόσιο πανεπιστήμιο.
– Δεν αντέχουν ούτε ένα Τουρκοκύπριο καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, ούτε ένα Τουρκοκύπριο ευρωβουλευτή.
Τυγχάνει να είμαι και τα δύο…
Από την άλλη είναι γεγονός, ότι ο ελληνοκυπριακός εθνικισμός, ιστορικά, στρέφεται ενάντια σε δύο κατηγορίες ανθρώπων: τους Αριστερούς και τους Τουρκοκύπριους.
Τυγχάνει να είμαι και τα δύο…
Δεν θέλω ευνοϊκή μεταχείριση!
Από τις πιο πάνω πολιτικές διαπιστώσεις, δεν θέλω να βγάλει κανείς το συμπέρασμα ότι ζητώ ευνοϊκή μεταχείριση. Θέλω, όμως, να απαντήσω σε όλους αυτούς που καλόπιστα ή κακόπιστα λένε, ότι «ο νόμος είναι νόμος», ότι αυτός ο νόμος είναι απαράδεκτος από κάθε άποψη και αναχρονιστικός.
Αντί το Νομοθετικό Σώμα να κάνει σωστά τη δουλειά του και να αλλάξει αυτό τον νόμο, τον χρησιμοποιούν για πολιτικές σκοπιμότητες. Γιατί είναι ξεκάθαρο ότι ο «Περί εκλογής μελών του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου Νόμος του 2004» συγκρούεται τόσο με την αρχή της ισονομίας, όσο και την αρχή της αναλογικότητας.
Απαγορεύει σε καθηγητές δημόσιων πανεπιστημίων να κατέχουν δημόσια αξιώματα, κάτι που δικαιούνται οι καθηγητές ιδιωτικών πανεπιστημίων. Την ίδια ώρα, ενώ επιτρέπεται σε άλλους ευρωπαίους πολίτες να είναι ευρωβουλευτές και ταυτόχρονα καθηγητές Πανεπιστημίου, αυτό απαγορεύεται στους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Θέλω να τονίσω, ότι επιφυλάσσω και θα διεκδικήσω όλα τα νόμιμα δικαιώματα μου με ένδικα μέσα.
Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω το Πανεπιστήμιο Κύπρου για τη διαχρονική του στήριξη. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον Πρύτανη κ. Τάσο Χριστοφίδη, ο οποίος 27 χρόνια πριν στάθηκε δίπλα μου στις επιθέσεις που δεχόμουν, και σήμερα πάλι υπερασπίζεται το δίκαιο.