Η ανάγκη ύπαρξης θεσμών, όπως της Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών, τονίστηκε την Τετάρτη στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας, η οποία συζήτησε τον προϋπολογισμό της Ακαδημίας.
Τα μέλη της Επιτροπής ζητούν από τα πολιτεία στήριξη του θεσμού, με σκοπό την καθιέρωση και εδραίωση της.
Σε δηλώσεις του, μετά τη συνεδρία, ο πρώην Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, Δρ Αντρέας Δημητρίου, ανέφερε ότι η Κυπριακή Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών είναι ένας νεοσύστατος Οργανισμός, σημειώνοντας ότι είναι η δεύτερη χρονιά, που έχουν αυτόνομο προϋπολογισμό.
Ευχαρίστησε την Επιτροπή Παιδείας για τη στήριξη που δίνει στην Ακαδημία, ενώ σημείωσε ότι μετά από τη συνάντηση που είχε πρόσφατα η Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών με το νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και με την Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού «σύντομα θα έχουμε διαμορφωμένο ένα πλαίσιο συνεργασίας Ακαδημίας και Πολιτείας, ώστε η Ακαδημία να συμβάλει στη λύση των προβλημάτων, που η κοινωνία αντιμετωπίζει, όπως συμβαίνει σε όλες τις προηγμένες χώρες».
Σε σχόλιο δημοσιογράφου ότι υπάρχει μια απόσταση της Ακαδημίας από την κοινωνία , ο Δρ Δημητρίου απάντησε: «Δεν έχουμε απόσταση από την κοινωνία. Θέλουμε να είμαστε κοντά στην κοινωνία, αλλά πρέπει να πω ότι μέχρι τώρα βραδυπόρησε η ανάπτυξη της Ακαδημίας».
Μέχρι στιγμής, συνέχισε, «δεν υπάρχουν διοικητικοί υπάλληλοι. Επομένως, ενώ παίρνουμε αποφάσεις έχουμε μια δυσκολία στην υλοποίηση τους, διότι δεν έχουμε διοικητική δομή».
Σύμφωνα μα τον Δρ Δημητρίου υπάρχουν τρεις θέσεις που περιμένουν και είναι εγκεκριμένες και χρειάζονται ακόμα νομοθετικές ρυθμίσεις, σχέδια υπηρεσία, κανονισμοί για τις θέσεις αυτές, ώστε να προσλάβουν κόσμο.
Διαβεβαίωσε ότι θέλουν να είναι μέρος της κοινωνίας, που συμβάλλει στη λύση των προβλημάτων της.
Όπως συμπλήρωσε «είμαστε απλώς καινούργιοι και νεοσύστατοι και ανέφερα στην Επιτροπή Παιδείας ότι η Ακαδημία είναι ένα βρέφος ηλικιακά».
Εξέφρασε την ελπίδα να έχουν τη στήριξη της πολιτείας, ώστε να αναπτυχθούν και να κάνουν αυτό που περιμένει η κοινωνία από αυτούς.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Χρίστος Χριστοφίδης, εξέφρασε την απογοήτευσή του, αφού όπως είπε «και φέτος ακούσαμε ότι η Κυπριακή Ακαδημία -ένας θεσμός πολύ σημαντικός για την ανάπτυξη των επιστημών στον τόπο μας- λειτουργεί με σοβαρότατα προβλήματα, με ένα προϋπολογισμό ο οποίος είναι μόλις το 60% του προϋπολογισμού, που έχει ζητηθεί από την Ακαδημία, ώστε να μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες της».
Την ίδια στιγμή, πρόσθεσε ότι τα μέλη της Επιτροπής Παιδείας άκουσαν «με πάρα πολύ ενδιαφέρον» ζητήματα, στα οποία έχει εμπλακεί ερευνητικά η Κυπριακή Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών και τα οποία αφορούν άμεσα την κυπριακή κοινωνία.
Ένα παράδειγμα, είπε, «είναι η μεταφορά της εμπειρίας άλλων προηγμένων χωρών σε σχέση με την αντιμετώπιση των μαθησιακών κενών, που έχει επιφέρει η πανδημία στους μαθητές. Και σε άλλα προηγμένα κράτη υπάρχουν ολόκληρα προγράμματα κάλυψης αυτών των κενών, διότι όπως δείχνει η διεθνής ερευνητική δραστηριότητα οι μαθητές -ιδιαίτερα μικρότερων ηλικιών- που έχουν λιγότερες ευκαιρίες έχουν αποκτήσει τεράστια κενά σε ότι αφορά στις γνώσεις και τις δεξιότητες, που έπρεπε να είχαν».
Εξάλλου, κατά τη διάρκεια της συζήτησης ηγέρθηκε και το θέμα της τεχνητής νοημοσύνης, η οποία σύμφωνα με τους βουλευτές «τρέχει με πολύ γρήγορούς ρυθμούς».
Αναφερόμενος στο θέμα, ο κ. Χριστοφίδης είπε ότι στην Κύπρο δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα κάποια «σοβαρή και ουσιαστική συζήτηση», για τις οικονομικές, πολιτισμικές, κοινωνικές επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης.
Όπως πρόσθεσε, «έχει προχωρήσει τόσο πολύ η τεχνητή νοημοσύνη, που καταγράφονται περιστατικά επικίνδυνα στο εξωτερικό αυτονόμησης μηχανών ή ρομπότ τεχνητής νοημοσύνης. Είναι μια συζήτηση που δεν έγινε ποτέ στην Κύπρο. Οι επιπτώσεις θα είναι πολύ σοβαρές και πολύ μεγάλες και με τη βοήθεια ειδικών θα πρέπει αυτή η συζήτηση να γίνει επιτέλους».
Ανέφερε ότι η Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών «θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στο να φωτιστούν πτυχές αυτού του τεράστιου ζητήματος, που πλέον είναι μέρος της καθημερινότητας μας».
Κάλεσε τη νέα Υπουργό Παιδείας «επιτέλους να σταματήσει αυτό που έκαναν οι προκάτοχοι της και να δει με περισσότερη ζέση τα θέματα και τη στήριξη της Ακαδημίας».
Για το θέμα της αντιμετώπισης των μαθησιακών κενών, που έχει επιφέρει η πανδημία στους μαθητές, ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρύσανθος Σαββίδης, είπε ότι «δυστυχώς δεν υπάρχει μια τεκμηριωμένη μελέτη πως έχει επηρεάσει την Παιδεία, δηλαδή να καταδείξει σε ποιους τομείς της Παιδείας έχει επηρεάσει τα παιδιά γνωσιολογικά, ψυχολογικά ή άλλως πως, έτσι ώστε να γίνει μια πολιτική που να αντιμετωπίζει αυτό το φαινόμενο».
Υπάρχουν μαθητές, εξήγησε, «οι οποίοι έχουν μείνει με πολλά γνωσιολογικά κενά και δεν υπάρχει ένα καθορισμένο πλάνο πως θα μπορέσουν αυτά τα παιδιά να ανακτήσουν τη γνώση».
Είπε πως θεωρεί ότι η Υπουργός Παιδείας πρέπει να βάλει μπροστά αυτή τη μελέτη μαζί με την Ακαδημία Επιστημών, έτσι ώστε αυτές οι έρευνες να αποτελέσουν εργαλεία διαμόρφωσης πολιτικής, ειδικά στο θέμα της κατάκτησης της γνώσης.
Είπε ακόμα ότι στην Κύπρο δεν έγινε οποιαδήποτε μελέτη για τη τεχνητή νοημοσύνη, η οποία έχει επηρεάσει πολύ το εκπαιδευτικό σύστημα.
Κατάργηση της αγοράς υπηρεσιών στη εκπαίδευση
Σε σχέση με το θέμα της κατάργησης της αγοράς υπηρεσιών στη εκπαίδευση, ο κ. Χριστοφίδης κάλεσε την Υπουργό Παιδείας να παρευρεθεί στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, ώστε να ενημερώσει τα μέλη για τη πορεία του διαλόγου που γίνεται με τις εκπαιδευτικές οργανώσεις.
«Θεωρούμε πολύ σημαντικό άνθρωποι, που εργάζονται -κάποιοι εδώ και αρκετά χρόνια- σε προγράμματα του Υπουργείου Παιδείας, όπως τα ολοήμερα σχολεία ή το ΔΡΑΣΕ ή σε άλλα συναφή προγράμματα, να εξευρεθούν τρόποι να μην πεταχτούν από τη μια στιγμή στην άλλη στο δρόμο, να χάσουν τις δουλειές τους, οι οποίοι πολλοί εξ αυτών βιοπορίζουν τους ίδιους και τις οικογένειες τους», είπε ο κ. Χριστοφίδης.
Πρόταση Τρυφωνίδη για εμπλουτισμό Δημοσίων Κτιρίων και με μουσικά έργα
Εξάλλου, κατά τη διάρκεια της συνεδρίας τη Επιτροπής Παιδείας και Πολιτισμού, εξετάστηκε η πρόταση νόμου που κατέθεσε ο βουλευτής της ΔΗΠΑ – Συνεργασία Δημοκρατικών Δυνάμεων, Αλέκος Τρυφωνίδης, για τροποποίηση του «περί του Ελάχιστου Υποχρεωτικού Ποσοστού Εμπλουτισμού των Δημοσίων Κτιρίων με Έργα Τέχνης».
Σκοπός της πρότασης Τρυφωνίδη είναι τα δημόσια κτίρια, πέραν των εικαστικών έργων, να εμπλουτίζονται και με μουσικά έργα.
Όπως δήλωσε μετά τη συνεδρία ο Αλέκος Τρυφωνίδης «έχουμε τα παραδείγματα άλλων χωρών ανά το παγκόσμιο, όπου μουσικά έργα των εγχώριων συνθετών παρουσιάζονται τόσο στα δημόσια κτίρια με μόνιμες ηχητικές εγκαταστάσεις, όσο και σε εγκαίνια δημοσίων κτιρίων από διάφορα συμφωνικά και χορωδιακά σύνολα».
Θεωρώ, είπε, «ότι οφείλουμε να μιμηθούμε αυτά τα καλά παραδείγματα, εκσυγχρονίζοντας τη νομοθεσία της χώρας μας, αλλά και ταυτόχρονα δημιουργώντας ευοίωνες προϋποθέσεις προς τον εξευρωπαϊσμό της νοοτροπίας και της κοινωνίας μας»
Πρόσθεσε ότι καταθέτοντας τη συγκεκριμένη πρόταση νόμου «διορθώνεται μια στρέβλωση που υπάρχει στον αρχικό νόμο, αφού ως έργο τέχνης μπορεί να εννοηθεί οποιαδήποτε δημιουργία καλλιτεχνικής φύσεως και τεχνοτροπίας, που αφορά όλο το φάσμα των παραστατικών τεχνών και όχι μόνο τα εικαστικά.