Έναρξη των εργασιών για βελτίωση του δρόμου Κυπερούντας – Δυμών το 2024 ανακοίνωσε σήμερα ο Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, Γιάννης Καρούσος, κατά τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Μεταφορών, η οποία συζήτησε την κατάσταση του οδικού δικτύου Λεμεσού – Αγρού και των κοντινών κοινοτήτων, που αριθμούν συνολικά 17 χωριά. Σημείωσε, δε, ότι το κόστος του έργου υπολογίζεται στα €6 εκ.
Το θέμα τέθηκε σε συζήτηση μετά από εισήγηση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΑΚΕΛ, προκειμένου να τεθούν εκ νέου τα δεδομένα σχετικά με τα προβλήματα, αλλά και με τους σχεδιασμούς του κράτους για το ορεινό οδικό δίκτυο στη συγκεκριμένη περιοχή. Προεδρεύοντας της συνεδρίασης, ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Κώστας Κώστα, ανέφερε ότι είναι ένας από τους πιο σημαντικούς δρόμους της επαρχίας Λεμεσού, που έχει όμως πολλές στροφές, είναι στενός και έχει συχνά προβλήματα με κατολισθήσεις, επομένως είναι πολύ επικίνδυνος.
Οι πρόεδροι εννέα κοινοτήτων της περιοχής υπογράμμισαν ότι η συζήτηση για έργα βελτίωσης στο δίκτυο χρονολογούνται από το 2005, χωρίς όμως να έχουν γίνει ουσιαστικές παρεμβάσεις σε αυτό. Τόνισαν επανειλημμένα ότι όσα μέτρα κι αν ληφθούν για την αναζωογόνηση τις υπαίθρου και των ορεινών περιοχών, αν δεν υπάρχει επαρκές και ασφαλές οδικό δίκτυο, τα χωριά θα ερημώσουν πολύ σύντομα. Σημειώθηκε, δε, ότι η βελτίωση του δικτύου, θα εξυπηρετήσει και στην ευκολότερη και ταχύτερη πρόσβαση επισκεπτών με λεωφορεία, καθώς επίσης και στην πρόσβαση προς το νοσοκομείο Τροόδους στη Κυπερούντα.
Απαντώντας στα παράπονα των προέδρων των κοινοτήτων για τις συνεχείς αναβολές στην προώθηση έργων στο συγκεκριμένο οδικό δίκτυο, ο κ. Καρούσος ανέφερε ότι «φέτος η κυβέρνηση προκήρυξε τόσα έργα, όσα δεν προκηρύχθηκαν τα τελευταία δέκα χρόνια». Έπρεπε, πρόσθεσε, να υπάρχει κάποια ιεράρχηση, γιατί οι δυνατότητες του Τμήματος Δημοσίων Έργων είναι συγκεκριμένες. Εξήγησε ότι δόθηκε προτεραιότητα σε μεγάλους αυτοκινητόδρομους και μετά σε σημαντικά οδικά δίκτυα και ειδικά σε ό,τι αφορά ορεινές περιοχές και ύπαιθρο, είπε ότι υπάρχει ζήτημα στρατηγικής αναφορικά με τον ορίζοντα εκτέλεσής έργων.
Διαβεβαίωσε την Επιτροπή και τους παρευρισκόμενους ότι ο δρόμος Κυπερούντας – Δυμών – Ποταμίτισσας – Κάτω Μύλου, το κόστος του οποίου υπολογίζεται στα 6 εκ. ευρώ, πήρε τον δρόμο του, λέγοντας ότι η προκήρυξη τοποθετείται το 2023 και υλοποίησή του το 2024, με το προβλεπόμενο κονδύλι να περιλαμβάνεται στο τριετές προσχέδιο του προϋπολογισμού. Σημείωσε, δε, ότι προτίθεται να αποστείλει σχετικό σημείωμα με τις ημερομηνίες και ανάλυση για το πότε αναμένεται να ολοκληρωθεί κάθε στάδιο του έργου, τόσο στα Κοινοτικά Συμβούλια, όσο και στην Επιτροπή της Βουλής.
Ο κ. Καρούσος τόνισε ότι σκοπός είναι όσα λέγονται και ανακοινώνονται, να μπορούν να υλοποιηθούν και όχι απλώς να μπαίνουν ως υποσχέσεις στον προϋπολογισμό. Εξήγησε, δε, ότι ήρθε η σειρά να γίνουν έργα στις ορεινές περιοχές και ότι αυτό φαίνεται και από τις αποφάσεις της κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι οι υποδομές και το οδικό δίκτυο είναι απαραίτητο και για την τουριστική ανάπτυξη της υπαίθρου.
Κατά τη συνεδρίαση, αναφέρθηκε ακόμα εκ μέρους του Υπουργείου Μεταφορών ότι στον προϋπολογισμό του 2023 περιλαμβάνεται μικρό κονδύλι για τη μελέτη της ανηφορικής λωρίδας στην περιοχή της Γεράσας, η οποία χρειάστηκε αναθεώρηση, καθώς και ότι το έργο για τον δρόμο Κάτω Μύλου – Αγρού, που είχε απορριφθεί λόγω κόστους παλαιότερα, δόθηκε οδηγία για να επανεξεταστεί.
Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Δημήτρης Δημητρίου, σημείωσε ότι έχουν προωθηθεί σημαντικά έργα για το οδικό δίκτυο στην ύπαιθρο, επισημαίνοντας τη σημασία του οδικού δικτύου στις προσπάθειες αναζωογόνησης των ορεινών περιοχών.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Αντρέας Καυκαλιάς, σημείωσε σε παρέμβασή του ότι είναι σημαντικό οι αποφάσεις για έργα να κατατίθενται γραπτώς και να είναι δεσμευτικές και για τις επόμενες κυβερνήσεις.
Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρύσανθος Σαββίδης, αναφέροντας ότι χρησιμοποίησε πρόσφατα τον δρόμο αυτό, έκανε λόγο για «δρόμο καρμανιόλα», επιβεβαιώνοντας την επικινδυνότητά του.
Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων, Σταύρος Παπαδούρης, επεσήμανε ότι η βελτίωση του οδικού δικτύου είναι απαραίτητη για την αποτελεσματικότητα της όποιας προσπάθειας ανάπτυξης στα ορεινά.