Εγκληματική ενέργεια, δράστης, θύμα. Οι τρεις πτυχές αυτού που αποκαλούμε «έγκλημα». Υπάρχει άραγε τέλειο έγκλημα; Αν θα μιλούσαμε για το παρελθόν ίσως η απάντηση να ήταν καταφατική. Στο σήμερα ωστόσο της αστραπιαία εξελισσόμενης επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης, η διάπραξη του τέλειου εγκλήματος φαντάζει μάλλον αδύνατη. Κι αν γίνει, τότε αυτό θα οφείλεται σε καθαρή τύχη και μόνο.
Από τη διάπραξη, ωστόσο, ενός εγκλήματος μέχρι και την απονομή της δικαιοσύνης, μεσολαβεί δρόμος. Σε αυτόν τον δρόμο καλείται να βαδίσει η αστυνομία προκειμένου να φέρει στο φως ό,τι αποτρόπαιο διαπράχθηκε στο σκοτάδι.
Το απαιτητικό μονοπάτι της εξιχνίασης εγκλημάτων προϋποθέτει γνώση, εμπειρία και κυρίως υπομονή.
Με αυτά τα όπλα στη φαρέτρα της προχωρά και η Υπηρεσία Εγκληματολογικών Ερευνών της κυπριακής Αστυνομίας προκειμένου να συλλέξει εκείνα τα στοιχεία που από την μία θα συμβάλλουν στο ανακριτικό έργο και από την άλλη θα θεμελιώσουν δικανικά μία υπόθεση ώστε να μπορεί να σταθεί στο δικαστήριο.
Η ΥΠ.ΕΓ.Ε., όπως είναι τα αρχικά της, πρωτοσυστάθηκε το 1914, υπό τη δωρική ονομασία «Γραφείο Αποτυπωμάτων και Φωτογραφίας».
Με την πάροδο των χρόνων και την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην Υπηρεσία εντάχθηκαν κι άλλες ειδικότητες ενισχύοντάς την με επιπλέον προσωπικό και δίνοντας της σταδιακά την μορφή που έχει σήμερα.
Αυτή η μορφή μεταφράζεται σε 40 πραγματογνώμονες πλήρως καταρτισμένους σε θέματα των ειδικοτήτων τους και τοποθετημένους σε οκτώ συνολικά εργαστήρια:
- Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος και Εμφάνισης Αποτυπωμάτων
- Όπλων, Πυρομαχικών, Ιχνών Εργαλείων, Κερμάτων και Εντυπωμάτων
- Εξέτασης Μικροϊχνών
- Δακτυλοσκοπίας
- Φωτογραφίας, Εικόνας και Γραφικών
- Εξέτασης Εγγράφων και Χαρτονομισμάτων
- Γραφολογίας
- Διαβίβασης Τεκμηρίων
Μετά από αρκετή προεργασία και διαπιστεύσεις, εμείς καταφέραμε να εισβάλουμε στα άδυτα της Υπηρεσίας Εγκληματολογικών Ερευνών και να μιλήσουμε με τους ανθρώπους που τη συνθέτουν. Πρώτη μας επαφή ο Διευθυντής της, κύριος Γιάννης Χειμώνας, με την άδεια του οποίου έγινε εφικτή η είσοδός μας στα εργαστήρια και η διενέργεια του ρεπορτάζ.
Σε δηλώσεις του στην κάμερα του Alpha News live, ο κ. Χειμώνας μάς παρουσίασε το φάσμα των πεδίων που καλύπτουν και μάς ανέλυσε τις πτυχές των αρμοδιοτήτων αλλά και των δυνατοτήτων του καθενός από τα εργαστήριά με τα οποία στελεχώνονται.
Κατά την τρίωρη παρουσία μας στα κτήρια της ΥΠ.ΕΓ.Ε συναντήσαμε ανθρώπους απλούς, καθημερινούς, ανέλπιστα προσιτούς απέναντι σε μία δημοσιογραφική κάλυψη, αλλά την ίδια ώρα απόλυτα πειθαρχημένους και μετρημένους στις κουβέντες τους. Αυτό, άλλωστε έχουν μάθει να κάνουν, ή μάλλον αυτό τους έχει διδάξει η φύση της δουλειάς τους να κάνουν.
Με εντολή του επικεφαλής της ΥΠ.ΕΓ.Ε., κ. Χειμώνα και υπό τη συνοδεία του Υποδιευθυντή της, κ. Αντώνη Αντωνίου, οδηγηθήκαμε αρχικά στον πυρήνα της υπηρεσίας, από εκεί που ξεκινούν όλα.
Πρόκειται για το Εργαστήριο Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος και Εμφάνισης Αποτυπωμάτων, τον συλλέκτη και διανομέα ουσιαστικά, όλων των στοιχείων και τεκμηρίων που μπορούν να εντοπιστούν στη σκηνή ενός εγκλήματος. Η συγκεκριμένη υπηρεσία στο εξωτερικό είναι γνωστή με τα αρχικά C.S.I. (Crime Scene Investigation).
Στις αρμοδιότητές του δικού μας C.S.I. εντάσσονται: η επίσκεψη σε σκηνές ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων σε όλη την Κύπρο, ο εντοπισμός και η σήμανση τεκμηρίων, η δειγματοληψία και συσκευασία των τεκμηρίων αυτών, αλλά και η δακτυλοσκοπική εξέταση και φωτογράφιση.
Στις περιπτώσεις υποθέσεων όπου για το έγκλημα έχει χρησιμοποιηθεί όπλο, τότε την εξιχνίαση αναλαμβάνει το Εργαστήριο Όπλων, και Πυρομαχικών, στο μικροσκόπιο του οποίου μπαίνουν ίχνη βολίδων και καλύκων για να διαπιστωθεί κατά πόσο αυτά έχουν πυροβοληθεί από συγκεκριμένο όπλο.
Στο ίδιο εργαστήριο υπάγεται και η υπηρεσία εξέτασης Ιχνών Εργαλείων, Κερμάτων και Εντυπωμάτων, με αρμοδιότητες την εξέταση ιχνών εργαλείων σε διάφορες επιφάνειες και αντικείμενα για προσδιορισμό του εργαλείου που τα προκάλεσε, τις συγκριτικές εξετάσεις εντυπωμάτων από ελαστικά οχημάτων και υποδήματα, καθώς και την εξέταση ύποπτων κερμάτων ώστε να διαπιστωθεί η γνησιότητά τους.
Η συνέχεια μάς οδήγησε στο Εργαστήριο Εξέτασης Μικροϊχνών, όπου εκεί η υπεύθυνη με την είσοδό μας, φρόντισε να μάς προειδοποιήσει να μην ακουμπήσουμε τίποτα, αφού κάποιες από τις χημικές ουσίες στους πάγκους, είναι εξαιρετικά επικίνδυνες.
Το Εργαστήριο Εξέτασης Μικροϊχνών, με τα αντιδραστήρια και τον τεχνολογικό του εξοπλισμό, έχει τη δυναμική να φτάνει εις βάθος την ανάλυση τεκμηρίων όπως ίνες, τρίχες, ξέσματα μπογιάς, θραύσματα γυαλιού, ταυτοποιώντας τα χημικά και φυσικά χαρακτηριστικά τους. Την ίδια ώρα αναλύει ίχνη αίματος που μπορεί να έχουν βρεθεί στη σκηνή ενός εγκλήματος, καθορίζοντας την προέλευσή του.
Οι πραγματογνώμονες του συγκεκριμένου εργαστηρίου αναλαμβάνουν επίσης την επανεμφάνιση αναγνωριστικών στοιχείων πάνω σε μεταλλικές επιφάνειες που έχουν σβηστεί, όπως εκείνες από μηχανοκίνητα οχήματα, οπλισμό κ.α..
Τέλος, το εργαστήριο έχει την ευθύνη ως προς τις διαδικασίες διαπίστευσης όλων των εργαστηρίων της Υπηρεσίας Εγκληματολογικών Ερευνών βάσει προτύπου ISO 17025.
Ένα από τα σημαντικότερα τεκμήρια που μπορεί να εντοπιστεί στη σκηνή ενός εγκλήματος είναι τα δαχτυλικά αποτυπώματα κι αυτό γιατί έχουν τη δυνατότητα να οδηγήσουν τις αρχές στον δράστη ή στους δράστες. Τα δαχτυλικά αποτυπώματα είναι μοναδικά σε κάθε άνθρωπο, συνεπώς αν αυτά που θα εντοπιστούν σε μία σκηνή εγκλήματος υπάρχουν στη βάση δεδομένων της αστυνομίας, θα ταυτοποιηθούν.
Το έργο αυτό της ταυτοποίησης ανήκει στο Εργαστήριο Δακτυλοσκοπίας. Εδώ, τα ύποπτα αποτυπώματα που εξετάζονται, μπορεί να έχουν ανιχνευθεί είτε σε μη μετακινούμενα αντικείμενα μιας σκηνής, είτε σε μετακινούμενα που οδηγήθηκαν στο Εργαστήριο Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος και Εμφάνισης Αποτυπωμάτων για εργαστηριακές εξετάσεις.
Η ευρεία διάδοση και χρήση κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης έχει καταστεί σημαντική πηγή πληροφόρησης για τις διωκτικές αρχές, αφού η καταγραφή εικόνας στο σημείο -ή κοντά στο σημείο- όπου έχει διαπραχθεί ένα έγκλημα, αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα του τι έγινε, πώς έγινε και από ποιον ή ποιους έγινε.
Ωστόσο, πολλές φορές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες τα συστήματα αυτά καταγράφουν εικόνα, είναι τέτοιες που το αποτέλεσμα δεν είναι ξεκάθαρο και συνεπώς ούτε βοηθητικό. Εδώ αναλαμβάνει δράση το Εργαστήριο Φωτογραφίας, Εικόνας και Γραφικών το οποίο διενεργεί τη δικανική επεξεργασία αυτών των κυκλωμάτων, ώστε τα αθέατα να γίνουν θεατά.
Παράλληλα διεξάγει δικανική σύγκριση αντικειμένων και προσώπων μέσα από φωτογραφίες, αλλά και φωτογράφιση/βιντεογράφηση σκηνών εγκλημάτων και εμφάνιση του υλικού αυτού.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρουσιάζει το τμήμα σκιτσογραφίας του εργαστηρίου. Όταν ακούμε για σκίτσα αστυνομίας το μυαλό μας αυθόρμητα πάει στα κλασικά σκίτσα που έχουν γίνει με κάρβουνο στο χαρτί. Εν έτει 2023 ωστόσο, τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην, αφού τα πάντα γίνονται ψηφιακά. Εδώ, οι ειδικοί του τμήματος με τη χρήση συγκεκριμένου λογισμικού μεταφέρουν στην οθόνη τις πληροφορίες που θα τους δώσουν μάρτυρες ή θύματα εγκλημάτων σε σχέση με την μορφή του δράστη, και αποτυπώνουν στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή ένα πρόσωπο όσο το δυνατό πιο κοντά στο πρωτότυπο.
Στο πεδίο των μη βίαιων, αλλά εξίσου σοβαρών, εγκλημάτων ανήκουν μεταξύ άλλων η πλαστογραφία και η πλαστοπροσωπία. Αν και «αναίμακτα» η βλάβη τους μπορεί να είναι τεράστια αν δεν ανακοπούν. Αρμόδιοι γι’ αυτό τον σκοπό, οι άνθρωποι του Εργαστηρίου Εξέτασης Εγγράφων και Χαρτονομισμάτων.
Από εδώ περνούν χαρτονομίσματα, διαβατήρια, ταυτότητες και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο δύναται να πλαστογραφηθεί. Αυτά, εξετάζονται σε υψηλή ανάλυση μέσω εξειδικευμένων λογισμικών ώστε να επιβεβαιωθεί ή να διαψευστεί η γνησιότητά τους.
Ακριβώς δίπλα το Εργαστήριο Γραφολογίας καλείται να ερευνήσει κατά πόσον ένα χειρόγραφο έγγραφο έχει πράγματι γραφτεί από κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Πέραν όμως από τα χειρόγραφα, το εργαστήριο πλέον εξειδικεύεται και στα ψηφιακά, αφού οι πραγματογνώμονές του, πρωτοπορώντας σε επίπεδο τεχνογνωσίας, έχουν εισβάλλει για τα καλά στο πεδίο της ψηφιακής γραφολογίας και της δίωξης του ψηφιακού εγκλήματος.
Τέλος, το Γραφείο Διαβίβασης Τεκμηρίων αναλαμβάνει την πρωτοκόλληση και διαβίβαση όλων των τεκμηρίων που περισυλλέγονται παγκύπρια και τα οποία χρήζουν επιστημονικής εξέτασης, είτε από τα εργαστήρια της ΥΠ.ΕΓ.Ε., είτε από άλλα εργαστήρια, όπως Εργαστήριο Δικανικής Γενετικής του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου για εξετάσεις DNA, Γενικό Χημείο του κράτους, Ιστοπαθολογικό Τμήμα του ΟΚΥπΥ, Κτηνιατρικές Υπηρεσίες κ.α..
Πέρα από τη γνώση, όμως, πέρα από τον εξοπλισμό, οι άνθρωποι της ΥΠ.ΕΓ.Ε. χρειάζονται και κάτι άλλο… αυτοπειθαρχία. Κι αυτό γιατί καθημερινά καλούνται να βρεθούν στην πρώτη γραμμή του εγκλήματος και να το αντιμετωπίσουν.
Είναι η στιγμή που θα πρέπει να βγάλουν το ρούχο του απλού πολίτη και να φορέσουν το απρόσωπο κουστούμι του αστυνομικού. Αυτή, άλλωστε, είναι και η άμυνά τους, αφού μόνο έτσι θα μπορέσουν να παραμείνουν ψύχραιμοι και κυρίως αμερόληπτοι απέναντι στη θέα των όσων, η αρρωστημένη πλευρά της ανθρώπινης φύσης, επιφέρει.