Με τη συνδρομή και της Αστυνομίας Κύπρου, μετά από συντονισμένη επιχείρηση της Europol και της Eurojust, εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση, που ασχολείτο με διαδικτυακές απάτες στην Ευρώπη. Στην επιχείρηση των δύο ευρωπαϊκών οργανισμών, συμμετείχαν πέραν της Αστυνομίας Κύπρου, αστυνομικές και δικαστικές αρχές από τη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Ολλανδία και την Ουκρανία.
Η εγκληματική οργάνωση φέρεται να βρισκόταν πίσω από διαδικτυακή πλατφόρμα παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Χρησιμοποιώντας γύρω στους 250 λογαριασμούς σε κοινωνικά δίκτυα και ιστοσελίδες, κατάφερε να αποσπάσει από Γερμανούς πολίτες πέραν των €15 εκατομμυρίων.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης η Europol, λειτούργησε επιχειρησιακή ομάδα, με σκοπό το συντονισμών όλων των υπηρεσιών που συμμετείχαν στις διασυνοριακές έρευνες.
Συνελήφθη στην Κύπρο 54χρονος, ο οποίος φέρεται να είναι εκ των βασικών υπόπτων.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης, η 6η Οκτωβρίου, 2021, ορίστηκε ως κοινή ημέρα δράσης των εμπλεκόμενων υπηρεσιών στο Κίεβο, τη Λεμεσό και τη Σόφια. Στο πλαίσιο αυτών των δράσεων στην Κύπρο, διενεργήθηκε έρευνα σε μια οικία στη Λεμεσό, ενώ συνελήφθη βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, 54χρονος κάτοικος Λεμεσού, ο οποίος θεωρείται ως ένας εκ των βασικών υπόπτων της υπόθεσης.
Στην επιχείρηση, συμμετείχαν μέλη του ΤΑΕ και του ΟΠΕ Λεμεσού, μέλη της Υποδιεύθυνσης Οικονομικού Εγκλήματος Αρχηγείου Αστυνομίας, του Γραφείου Εκτέλεσης Ευρωπαϊκών Εντολών Έρευνας και Δικαστικών Συνδρομών και της Εθνικής Μονάδας Europol, συνεπικουρούμενα από μέλη των γερμανικών αρχών και της Europol.
Παράλληλα στις άλλες δύο χώρες, διενεργήθηκαν άλλες επτά έρευνες (πέντε στη Βουλγαρία και δύο στην Ουκρανία) και ανακρίθηκαν 17 πρόσωπα στη Βουλγαρία. Κατά τις έρευνες κατασχέθηκαν επίσης τηλέφωνα και ηλεκτρονικός εξοπλισμός, ενώ ανακτήθηκαν δεδομένα τραπεζικών λογαριασμών και ηλεκτρονικά δεδομένα.
Αποσπάστηκαν πέραν των €15 εκατομμυρίων, με σκοπό δήθεν την επένδυσή τους.
Σύμφωνα με Δελτίο Τύπου της Europol, το εγκληματικό δίκτυο λειτούργησε μεταξύ Μαΐου του 2019 και Σεπτεμβρίου του 2021. Διαφημίζοντας χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και ευκαιρίες επενδύσεων μέσω πλατφόρμας στο διαδίκτυο, κατάφερε να παρασύρει επίδοξους επενδυτές, να πραγματοποιήσουν συναλλαγές ύψους, πέραν των 15 εκατομμυρίων ευρώ. Για σκοπούς διαφήμισης των «υπηρεσιών» του, το δίκτυο φέρεται να χρησιμοποίησε πάνω από 250 ιστοσελίδες και λογαριασμούς σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ταυτόχρονα, εταιρεία της Ουκρανίας, η οποία φαίνεται να συνδέεται με το εγκληματικό δίκτυο, δημιούργησε δύο τηλεφωνικά κέντρα εξυπηρέτησης στη Βουλγαρία, στα οποία εργοδοτούνταν γύρω στα 100 πρόσωπα.
Όπως προκύπτει από τις έρευνες, οι εργαζόμενοι, ως οικονομικοί σύμβουλοι, προσέγγιζαν τα υποψήφια θύματα, παρουσιάζοντας τις υπηρεσίες της διαδικτυακής πλατφόρμας. Στις συνομιλίες τους με τους πελάτες, οι εργαζόμενοι χρησιμοποιούσαν προκαθορισμένες συνομιλίες και συγκεκριμένα μηνύματα, που τους είχαν δοθεί, με σκοπό να πείσουν τους πελάτες – θύματα, να επενδύουν περισσότερα χρήματα. Από τις εξετάσεις που διενεργήθηκαν, διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι στα κέντρα αυτά δεν γνώριζαν για την παράνομη φύση της εργασίας τους.
Αρχικά στους λογαριασμούς των πελατών παρουσιάζονταν κέρδη, ωστόσο τα κέρδη αυτά ποτέ δεν επιστρέφονταν στους δικαιούχους. Σχετικά με αυτό το εγκληματικό δίκτυο, διερευνώνται μέχρι στιγμής συνολικά 246 υποθέσεις, σε 15 ομοσπονδιακά κρατίδια της Γερμανίας.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης της, η Europol, προχώρησε στη δημιουργία ειδικής επιχειρησιακής ομάδας, ενώ διευκόλυνε την ανταλλαγή και την ανάλυση πληροφοριών, μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατών. Κατά την ημέρα της κοινής δράσης, η Europol, ανέπτυξε συνολικά έξι εμπειρογνώμονες στην Κύπρο, τη Βουλγαρία και την Ουκρανία, με σκοπό την συνδρομή στις επιχειρήσεις, με διασταύρωση και ανάλυση πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο.
Από πλευράς της η Eurojust, φιλοξένησε το κέντρο συντονισμού κατά την ημέρα δράσης, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών.