Δεν υφίσταται στην Κύπρο παραγραφή της σεξουαλικής παρενόχλησης, διαβεβαίωσε η Επίτροπος Νομοθεσίας, προσθέτοντας ότι υπάρχει νομολογία από υποθέσεις που οδηγήθηκαν ενώπιον Δικαιοσύνης ακόμη και μετά από 15 ή 20 χρόνια.
Μιλώντας στην εκπομπή «ALPHA Ενημέρωση» η κ. Λουίζα Ζαννέττου, αναφέρθηκε στα συναισθήματα των γυναικών που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης.
Λουίζα Ζαννέττου – Επίτροπος Νομοθεσίας«Σε αυτού του είδους τα αδικήματα τα οποία είναι σεξουαλικής φύσης υπάρχει η ντροπή ο φόβος, η ανασφάλεια, ακόμη και κάποιες φορές η βεβήλωση της ύπαρξης του θύματος. Υπάρχει ο κλονισμός της εμπιστοσύνης διότι πολλές φορές συμβαίνει από άτομα που είναι της απολύτου εμπιστοσύνης του θύματος.»
Αναφερόμενη στην καταγγελία της Άντρης Ελευθερίου, η κ. Ζαννέτου είπε ότι μπορεί ακόμη να γίνει καταγγελία στην Αστυνομία ή κάποιου είδους παρέμβαση από τον Γενικό Εισαγγελέα νοουμένου ότι και η ίδια θα θέλει να προχωρήσει η καταγγελία της.
Όπως εξήγησε η ίδια πολλές φορές αυτές οι ενέργειες είναι σαν μια επανάληψη της όλης διαδικασίας και ό,τι πέρασε το θύμα, τονίζοντας, ωστόσο, ότι ακόμα κι αν περάσουν αρκετά χρόνια υπάρχει δυνατότητα προώθησης της καταγγελίας.
Πέραν από τα προβλεπόμενα στον Ποινικό Κώδικα, υπάρχει και ειδική νομοθεσία για τα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης στον χώρο εργασίας. Παράλληλα, υπάρχει η δυνατότητα διερεύνισης του αδικήματος και από αστική σκοπιάς, ενώπιον Δικαστηρίου εργαστικών διαφορών, όπου όμως προβλέπεται παραγραφή σε διάστημα ενός έτους.
Αναφορικά το αν περιστατικά που αφορούν αθλήτριες ή αθλητές υπόκεινται σε αυτή την νομοθεσία, η ίδια σημείωσε ότι δεν είναι ξεκάθαρο και εξαερτάται από το αν υπάρχουν σχέσεις που εμπίπτουν στην έννοια της απασχόλησης. Παράλληλα, επεσήμανε ότι εν προκειμένω αποκτάται μια σχέση πέρα από την εργασιακή και οπσδήποτε σχέση εμπιστοσύνης του θύματος με τον προπονητή του.
Ερωτηθείσα κατά πόσο είναι εύκολο να στοιχειοθετηθούν τέτοιες υποθέσεις, η κ. Ζαννέτου απάντησε ότι στις πλείστες των αποφάσεων, ουσιαστικότερη μαρτυρία είναι του θύματος και του κατηγογούμενου. Ναι μεν τις περισσότερες φορές αναζητείται ενισχυτική μαρτυρία, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι θέμα αξιολόγισης.