Ειρηνική συγκέντρωση έξω από το Υπουργείο Δικαιοσύνης πραγματοποίησε το μεσημέρι του Σαββάτου η Ομάδα Πρωτοβουλίας για την υπεράσπιση και προστασία του πεντάχρονου παιδιού που με βάση την απόφαση της Κυπριακής Δικαιοσύνης επιστρέφει στις ΗΠΑ και τον πατέρα του.
Σε ανακοίνωσή της η Ομάδα αναφέρει ότι χρειάζεται άμεση παρέμβαση του κυπριακού κράτους για να διασφαλισθεί ότι η μητέρα θα ταξιδεύσει μαζί με το παιδί της.
Σύμφωνα με τους εκπροσώπους της Ομάδας, η νεαρή μητέρα καλείται να παραδώσει τον πεντάχρονο την Δευτέρα, 29 Μαρτίου 2021, στις 12.00 το μεσημέρι «χωρίς καμιά πρόνοια και γνώση που θα είναι το παιδί, πως και πότε θα ταξιδεύει, σε ποιες συνθήκες θα διαμένει, ποιος και με ποιο τρόπο θα φροντίζει το παιδί, την ώρα που θα εργάζεται ο πατέρας, ποιος διασφαλίζει την καθημερινή επικοινωνία της μάνας με το παιδί της, ποιος διασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια του παιδιού σε αυτή την μετάβαση».
Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε στις 19 Μαρτίου την απόφασή του επί της έφεσης που άσκησε η μητέρα του πεντάχρονου αγοριού κατά της πρωτόδικης απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου και επικύρωσε την απόφαση για ανάληψη της κηδεμονίας του παιδιού από τον πατέρα.
Η μητέρα του πεντάρχρονου, προστίθεται στην ανακοίνωση, δίνει την μάχη επιστροφής και αγώνα μαζί με το παιδί, έστω και μόνη της, για να μην «τραυματιστεί ανεπανόρθωτα» το παιδί από την απότομη και κατά συνέπεια βίαιη απομάκρυνση του από την μάνα του, όπως βεβαιώνεται επιστημονικά ότι αναπόφευκτα θα συμβεί.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του πατέρα, δικηγόρος Παναγιώτης Τσαγγάρης είχε αναφέρει στο ΚΥΠΕ πως η απόφαση του Ανωτάτου ήταν απορριπτική της έφεσης και επικυρωτική της πρωτόδικης απόφασης. Επιπρόσθετα, ο κ. Τσαγγάρης ανέφερε πως είχε δοθεί αναστολή σε ό,τι αφορά το χρόνο παράδοσης του παιδιού μέχρι τις 29 Μαρτίου, δηλαδή για περίοδο 10 ημερών περίπου.
Σημειώνεται πως ο Αμερικανός πατέρας του πεντάχρονου είχε προσφύγει στην αμερικάνικη και κυπριακή δικαιοσύνη κατά της πρώην συζύγου του για απαγωγή του παιδιού τους από τις ΗΠΑ όπου διέμεναν. Από την πλευρά της η μητέρα υποστήριξε ότι η φυγή της οφείλονταν στην άσκηση ψυχολογικής και φυσικής βίας εναντίον της.