Διαφοροποίηση κριτηρίων και προνοιών για φορολογική έκπτωση 50% σε εργαζόμενους που επαναπατρίζονται στην Κύπρο και το εισόδημά τους υπερβαίνει τις €55.000 ετησίως, ψήφισε η Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Με νόμο που ψηφίστηκε με 26 ψήφους υπέρ και 14 αποχές τροποποιείται ο νόμος περί περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, ώστε πρόσωπο που διέμενε στο εξωτερικό πριν από την έναρξη της πρώτης εργοδότησής του στη Δημοκρατία να τυγχάνει της φοροαπαλλαγής, ύψους πενήντα τοις εκατό (50%) της αμοιβής, μέχρι την εξάντληση της περιόδου δεκαεπτά φορολογικών ετών και αυτή να μην τερματίζεται σε περίπτωση που το πρόσωπο αλλάζει εργοδότη, νοουμένου ότι το πρόσωπο αυτό ήταν μη κάτοικος της Δημοκρατίας για τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια πριν από την πρώτη εργοδότησή του, αντί δέκα που προβλέπεται στην ισχύουσα ρύθμιση.
Με βάση το νομοθετικό πλαίσιο που ίσχυε μέχρι σήμερα, φυσικά πρόσωπα, τα οποία αμέσως πριν από την έναρξη της πρώτης εργοδότησής τους στη Δημοκρατία ήταν μη κάτοικοι της Δημοκρατίας για περίοδο τουλάχιστον δέκα συνεχόμενων ετών και η αμοιβή τους από εργοδότηση στη Δημοκρατία υπερβαίνει τις €55.000 ετησίως, δικαιούνται να διεκδικήσουν απαλλαγή του 50% της αμοιβής τους από την επιβολή φόρου εισοδήματος για περίοδο δεκαεπτά ετών.
Οι φορολογούμενοι που έχουν καταστεί δικαιούχοι στη βάση του υφιστάμενου πλαισίου φοροαπαλλαγής μέχρι και την ημερομηνία εφαρμογής του νέου νόμου θα συνεχίσουν να επωφελούνται του μέτρου μέχρι τη λήξη των δεκαεπτά ετών, νοουμένου ότι συνεχίζουν να εργάζονται στον πρώτο τους εργοδότη.
Υφιστάμενοι και νέοι εργαζόμενοι στη Δημοκρατία οι οποίοι δεν ήταν κάτοικοι στη Δημοκρατία για περίοδο δεκαπέντε φορολογικών ετών πριν από την έναρξη της πρώτης εργοδότησης θα επωφελούνται της φοροαπαλλαγής, χωρίς να λογίζεται, για σκοπούς εφαρμογής της νομοθεσίας, ως πρώτη εργοδότηση τυχόν εργοδότηση τους στη Δημοκρατία η οποία προηγήθηκε της μετάβασής τους στο εξωτερικό.
Η φοροαπαλλαγή χορηγείται για χρονική περίοδο δεκαεπτά συνεχόμενων φορολογικών ετών ή μέχρι την κατάργηση του εν λόγω μέτρου με σχετική τροποποίηση της νομοθεσίας, όποιο από τα δύο επισυμβεί νωρίτερα.