Σε σοβαρό περιβαλλοντικό πρόβλημα έχει εξελιχθεί η συνήθεια της ανεξέλεγκτης απόρριψης μεταχειρισμένων ελαστικών στο περιβάλλον. Γειτονιές, χωράφια, κοίτες ποταμών και άλλοι φυσικοί χώροι γεμίζουν από παλιά ελαστικά, καταστρέφοντας το περιβάλλον, συνεπεία της κακής διαχείρισης των αποβλήτων ελαστικών στην Κύπρο. Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 1.000 τόνοι ελαστικών βρίσκονται πεταγμένοι σε ανοιχτούς χώρους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία. Ο εντοπισμός, πριν από λίγους μήνες, σωρού απόβλητων ελαστικών θαμμένων σε οικόπεδο στη Λεμεσό, είναι ενδεικτικός της κατάστασης που επικρατεί και έρχεται να κρούσει για άλλη μια φορά τον κώδωνα του κινδύνου στην πολιτεία, καθώς τα πεταμένα ελαστικά αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που έχει ενώπιόν της η Κύπρος σε ότι αφορά τη διαχείριση αποβλήτων.
Νομοθεσία με κενά
Παρά το γεγονός ότι υπάρχει νομοθετικό πλαίσιο για τη διαχείριση των ελαστικών, εντούτοις αρκετοί εκμεταλλεύονται τα κενά και τις αδυναμίες της νομοθεσίας, με σκοπό την αποφυγή καταβολής του απαραίτητου αντιτίμου για την παραλαβή και καταστροφή των ελαστικών από την τσιμεντοποιία Βασιλικού, πετώντας τα παλιά ελαστικά εδώ κι εκεί.
Κάθε χρόνο εισάγονται στην κυπριακή αγορά 500 – 600 χιλιάδες ελαστικά. Βάσει της νομοθεσίας, για κάθε ελαστικό που εισάγεται, ο εισαγωγέας θα πρέπει να καταβάλει το τέλος ανακύκλωσης, καθώς αποτελεί προϋπόθεση για τον εκτελωνισμό και παραλαβή των ελαστικών. Αφού τα παραλάβει, ο εισαγωγέας τα μεταφέρει στα συνεργεία/καταστήματα πώλησης ελαστικών, δίνοντας εκεί και τα κουπόνια που επιβεβαιώνουν ότι είναι πληρωμένο το τέλος ανακύκλωσης. Όταν φτάσουν στο τέλος της ζωής τους, τα ελαστικά θα πρέπει να μεταφερθούν για ανακύκλωση. Σημειώνεται ότι στην Κύπρο, η μεγάλη πλειοψηφία των παλιών ελαστικών δεν ανακυκλώνεται, αλλά καίγεται για τις ενεργειακές ανάγκες της τσιμεντοποιίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την περαιτέρω επιβάρυνση της περιοχής σε ρύπους. Όσοι όμως δεν επιθυμούν να επωμιστούν το κόστος της απόρριψης των ελαστικών σε αδειοδοτημένους χώρους, επιλέγουν να τα απορρίπτουν ανεξέλεγκτα στη φύση, ρυπαίνοντας το περιβάλλον και με τον κίνδυνο μιας πυρκαγιάς να ελλοχεύει.
SOS για δημόσια υγεία και περιβάλλον
Το ζήτημα της διαχείρισης των μεταχειρισμένων ελαστικών απασχολεί τη δημόσια σφαίρα εδώ και καιρό, με τη Βουλή και τον Γενικό Ελεγκτή να έχουν κάνει κατά καιρούς σχετικές παρεμβάσεις, δίχως μέχρι σήμερα να έχει βρεθεί λύση. Αν και τα ελαστικά δεν θεωρούνται επικίνδυνα απόβλητα, εντούτοις ο τεράστιος όγκος που καταλαμβάνουν και η πολύπλοκη σύνθεσή τους καθιστούν την ανεξέλεγκτη απόρριψή τους στη φύση σοβαρή απειλή για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, ειδικά εάν βρίσκονται κοντά σε κατοικημένες περιοχές. Όπως λέχθηκε σε σχετική συζήτηση στη Βουλή το 2022, υπολογίζεται πως στις πόλεις υπάρχουν γύρω στις 40.000 πεταμένα τεμάχια ελαστικών, αριθμός που μεγαλώνει καθημερινά.
Πρωτίστως, η συγκέντρωση σωρών ελαστικών συνιστά εστία μόλυνσης, αφού αποτελούν σημείο εκκόλαψης κουνουπιών, καθώς εγκλωβίζουν το νερό στο εσωτερικό τους. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος όμως είναι μια ενδεχόμενη πρόκληση πυρκαγιάς, καθώς η καταπολέμησή της είναι εξαιρετικά δύσκολη, ενώ ταυτόχρονα, απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα τοξικές ουσίες, που προκαλούν από ερεθισμό στα μάτια και το δέρμα, μέχρι προβλήματα στο αναπνευστικό σύστημα. Επιπρόσθετα, οι υψηλές θερμοκρασίες της Κύπρου ευνοούν την παραγωγή υγρών και στερεών επικίνδυνων χημικών ουσιών, οι οποίες επιδεινώνουν το πρόβλημα της ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων.
Ανάγκη για βιώσιμες λύσεις
Την ώρα που στην Κύπρο γινόμαστε μάρτυρες των συνεπειών της άτακτης απόρριψης ελαστικών στο περιβάλλον, στην Ευρώπη αναζητούν λύσεις βιώσιμης διαχείρισής τους. Η κορυφαία βιομηχανία ελαστικών Michelin για παράδειγμα, συντονίζει σήμερα, με κονδύλια πρωτίστως της ΕΕ, το πρόγραμμα BlackCycle, για την ανακύκλωση πρώτων υλών από παλιά ελαστικά, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν εκ νέου για την παρασκευή νέων ελαστικών.
Μέσω μιας τεχνικής που θερμαίνει, χωρίς να καίει, το ελαστικό, όπως είναι η πυρόλυση, είναι εφικτή η ανάκτηση υλών όπως μέταλλα ή το carbon black, το οποίο χρησιμοποιείται ευρέως για την παραγωγή ελαστικών. Η ανακύκλωση ιδιαίτερα του carbon black είναι ουσιώδους σημασίας καθώς, προκειμένου να παραχθεί από το μηδέν, απαιτούνται 1,5-2 τόνοι πετρελαίου και εκπέμπονται 2,5-3 τόνοι διοξειδίου του άνθρακα, για κάθε παραγόμενο τόνο carbon black. Παράλληλα, μέσω της ανακύκλωσης ελαστικών, παράγεται αέριο και λάδι, που αξιοποιούνται για την παραγωγή καθαρής ενέργειας, δίχως τη χρήση ορυκτών καυσίμων. «Πρόκειται για μια πανάρχαια πρακτική, αφού έτσι φτιάχνεται και το κάρβουνο από το ξύλο, ενώ ευθυγραμμίζεται απόλυτα με τους στόχους της ΕΕ για κυκλική οικονομία και ανακύκλωση», όπως αναφέρει σε σχετικό αφιέρωμά του στο πρόγραμμα BlackCycle, το περιοδικό Horizon της Κομισιόν.
Η ανακύκλωση ελαστικών, μέσω της πυρόλυσης, αντί της άτακτης απόρριψης ή καύσης, είναι πλέον μια διαδεδομένη μέθοδος σε αρκετές χώρες τόσο της ΕΕ (Γερμανία, Πολωνία, Ελλάδα, Αυστρία κ.α.), όσο και εκτός, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Ν. Κορέα κ.ά.. Πέραν από το άμεσο όφελος της κυκλικής διαχείρισης και επαναχρησιμοποίησης των πρώτων υλών των αποβλήτων ελαστικών, η εφαρμογή της και στην Κύπρο θα μπορούσε να συμβάλει αποτελεσματικά και στην αύξηση της παραγωγής καθαρής ενέργειας με βιώσιμο τρόπο και δίχως τους χρονικούς περιορισμούς που θέτουν οι πιο δημοφιλείς ΑΠΕ, όπως είναι η ηλιοφάνεια για τα φωτοβολταϊκά και οι ενισχυμένοι άνεμοι για τις ανεμογεννήτριες.