Υπέρ της απόρριψης της εισήγησης του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων (ΥΜΕΕ) για παραχώρηση αποζημίωσης, ύψους €23 εκατομμυρίων για την τριετία 2015-2017 στη διαχειρίστρια εταιρεία των Αερολιμένων Λάρνακας και Πάφου λόγω της λειτουργίας του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου, τάχθηκε η Ελεγκτική Υπηρεσία (ΕΥ) σε ειδική συνεδρία της Κεντρικής Επιτροπής Αλλαγών και Απαιτήσεων (ΚΕΑΑ), σημειώνοντας πως το θέμα εκκρεμεί από το 2017, καθώς αναμένεται γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας επί του ζητήματος αυτού.
Σε ειδική της έκθεση για το Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, η ΕΥ αφού σημειώνει πως την πρόταση για αποζημίωση με ποσό ύψους €23 εκ. για την τριετία 2015-2017 αποδέχθηκε το Υπουργείο Οικονομικών, αναφέρει πως θεωρεί το ποσό αυτό «ως αδικαιολόγητα υψηλό και μη σύμφωνο με τις πρόνοιες της Συμφωνίας Παραχώρησης” και παραθέτει τη θέση σχετικά με τον αριθμό των επιβατών του παράνομου αεροδρομίου που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς καταβολής αποζημίωσης.
Αναφέρει επίσης ότι «η εταιρεία, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του ΥΜΕΕ, παρακρατεί ποσά συνολικού ύψους πέραν των €43 εκ. για τα έτη 2015-2019».
Επιπλέον, η ΕΥ αναφέρει ότι «η διαχειρίστρια εταιρεία, παρά το γεγονός ότι με βάση τον ρυθμό αύξησης της επιβατικής κίνησης που προβλέπεται στη Συμφωνία Παραχώρησης, όφειλε να προβεί στην ανάπτυξη της δεύτερης φάσης υποδομών στους Αερολιμένες Λάρνακας και Πάφου, προχώρησε σε αναστολή των εν λόγω εργασιών, παρά τη διαφωνία του ΥΜΕΕ».
Σημειώνει πως το Σώμα Κριτών (Διαιτητών) Ταχείας Επίλυσης Διαφορών δικαίωσε το ΥΜΕΕ, το οποίο ωστόσο ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με την εταιρεία, σχετικά με την υλοποίηση της δεύτερης φάσης υποδομών, η οποία κατέληξε σε προκαταρκτική συμφωνία για παράταση της Συμφωνίας Παραχώρησης, χρονικής διάρκειας 5,5 χρόνων.
Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΥ, «η διαχειρίστρια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι, λόγω λανθασμένης πρακτικής που εφάρμοζε επί σειρά ετών, πραγματοποίησε υπερπληρωμές στο μεταβλητό Τέλος Παραχώρησης συνολικού ύψους €15 εκ., και προχώρησε μονομερώς στην αποκοπή του ποσού αυτού το 2018, γεγονός που προκάλεσε τη διαφωνία του ΥΜΕΕ, το οποίο ζήτησε σχετική γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία».
Προσθέτει πως σύμφωνα με τη γνωμάτευση, η εταιρεία παραβίασε συμβατικές της υποχρεώσεις, οι οποίες της στερούν το δικαίωμα να διεκδικήσει επιστροφή των ποσών που θεωρεί ότι λανθασμένα έχουν καταβληθεί στο ΥΜΕΕ.
Σημαντικά υψηλότερες οι τιμές για εξετάσεις Covid-19 του ΥΜΕΕ από τιμές Υπ. Υγείας
Εξάλλου, η ΕΥ αναφέρει ότι λόγω παραλείψεων ή/και καθυστερήσεων στον χειρισμό της σύμβασης για τη διενέργεια εργαστηριακών αναλύσεων Covid-19 στους Αερολιμένες Λάρνακας και Πάφου από το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας (ΤΠΑ)/ΥΜΕΕ, «παρουσιάστηκε το οξύμωρο φαινόμενο να αναθέτει το δημόσιο (δύο Υπουργεία του) τις ίδιες υπηρεσίες, στον ίδιο Ανάδοχο, την ίδια περίοδο, σε τιμές οι οποίες διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους, με τις τιμές του ΥΜΕΕ να είναι υψηλότερες κατά 80% και 53% περίπου από τις αντίστοιχες τιμές που είχε αναθέσει το Υπουργείο Υγείας».
«Επίσης, κατέστη αναγκαία και η εκ των υστέρων έγκριση για επέκταση κατά 50% υφιστάμενης σύμβασης, σε πολύ υψηλότερες τιμές από αυτές που είχε προσφέρει σε νέο διαγωνισμό ο υφιστάμενος/ίδιος Ανάδοχος, υπό συνθήκες όμως ανταγωνισμού και όχι μονοπωλίου», προσθέτει.
Συμφωνία Παραχώρησης για τον Τερματικό Σταθμό Γενικού Εμπορίου και Τερματικού Επιβατών
Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΥ, η Ομάδα Έργου, κατά τα έτη 2019 και 2020, δεν προέβη σε έλεγχο των μη ρυθμιζόμενων ταρίφων/χρεώσεων, που επιβάλλονται από τη διαχειρίστρια εταιρεία, για να επιβεβαιώσει ότι εμπίπτουν στα ποσοστά που καθορίζονται στη Συμφωνία Παραχώρησης για τον Τερματικό Σταθμό Γενικού Εμπορίου και Τερματικού Επιβατών.
Αναφέρει ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ της διαχειρίστριας εταιρείας και του ΥΜΕΕ, για τη χρέωση του ανώτατου ορίου (ceiling tariff) για το σύστημα ασφάλειας «International Ship and Port Facility Security Code» (ISPS).
Μέχρι την ημερομηνία της παρούσας Έκθεσης, εκκρεμούσε η εξέταση της προσφυγής για διαιτησία στο International Chamber of Commerce (ICC), η οποία υποβλήθηκε από τους νομικούς συμβούλους της διαχειρίστριας εταιρείας, όσον αφορά σε διαφωνία σχετικά με χώρο παρακείμενο στο κτήριο Διοίκησης της ΑΛΚ, ο οποίος χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης για προσωπικό και επισκέπτες της ΑΛΚ και διαφωνία σχετικά με το όριο στο φορτίο του λιμανιού Λάρνακας.
Συμφωνία Παραχώρησης του Τερματικού Σταθμού εμπορευματοκιβωτίων
Εξάλλου, η ΕΥ αναφέρει ότι η διαχειρίστρια εταιρεία του Τερματικού Σταθμού εμπορευματοκιβωτίων διεκδικεί από το Τμήμα Τελωνείων την είσπραξη ποσού συνολικού ύψους €306.096 (περιλαμβανομένου και του Τέλους Παραχώρησης) για τα έτη 2017-2019, όπως και για μελλοντικά έτη, για χρήση του χώρου όπου λειτουργεί το μηχανοκίνητο σύστημα ακτινοδιαγνωστικού ελέγχου εμπορευματοκιβωτίων, στο λιμάνι Λεμεσού.
Παρά το γεγονός ότι η διαχειρίστρια εταιρεία έχει υποχρέωση να εξυπηρετεί τους μεταφορείς σε χρόνο που να μην ξεπερνά τα 90 λεπτά, σύμφωνα με την ΕΥ, αποφάσισε μονομερώς να εξυπηρετεί τους μεταφορείς αρχικά σε 11-20 λεπτά και στη συνέχεια αύξησε τον χρόνο αυτό σε 25-35 λεπτά, με πρόθεση να τον αυξήσει περαιτέρω στα 30-45 λεπτά, για εξοικονόμηση.
«Αυτό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από πλευράς των μεταφορέων, όταν δηλαδή αποφάσισε να αυξήσει τον χρόνο εξυπηρέτησης, παρόλο ότι ήταν κάτω από τα 90 λεπτά, οι οποίοι προχώρησαν και σε προειδοποιητική στάση εργασίας», προσθέτει.
Αναφέρει επίσης ότι το ΥΜΕΕ, υπό την απειλή απεργιών εκ μέρους των μεταφορέων και για να αποφύγει ανεπιθύμητες επιπτώσεις στην οικονομία του τόπου, εισηγήθηκε στην ΚΕΑΑ την εισαγωγή νέας ρυθμιζόμενης χρέωσης για γρήγορη εξυπηρέτηση των μεταφορέων και σε προσαρμογή του μεταβλητού τέλους παραχώρησης για τη συγκεκριμένη χρέωση με μηδενικό μίσθωμα για το Κράτος.
Επιπλέον, η ΕΥ αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η ΚΕΑΑ, ενώ αρχικά είχε απορρίψει την εισήγηση του ΥΜΕΕ, εν τέλει την αποδέχθηκε, ενώ εκφράζει την «κάθετη διαφωνία της με την αλλαγή βασικών όρων της Σύμβασης Παραχώρησης, σημειώνοντας ότι ενδεχόμενη ικανοποίηση της απαίτησης του διαχειριστή, για κάλυψη του επιπρόσθετου κόστους που προέκυπτε, προκειμένου να επανέλθει στον χρόνο εξυπηρέτησης των 11- 20 λεπτών, θα αποτελούσε προηγούμενο για εφαρμογή παρόμοιων πρακτικών, που δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, οδηγώντας την Αναθέτουσα Αρχή σε λήψη αποφάσεων, οι οποίες θα ήταν ενάντια σε συμβατικούς όρους».
Επίσης, η ΕΥ αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η KEAA ενέκρινε την εισήγηση του ΕΣΕΠ για σύσταση θυγατρικής εταιρείας από τον Διαχειριστή του Τερματικού Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων του Λιμανιού Λεμεσού, η οποία θα λειτουργεί ως υπεργολάβος εσόδων (Revenue Subcontractor) για την ανάπτυξη του διαμετακομιστικού εμπορίου και μείωση του μεταβλητού τέλους παραχώρησης (ποσοστού επί των ακαθάριστων εσόδων) που θα λαμβάνει το Κράτος, από το 62,71% που προνοείται στη Σύμβαση Παραχώρησης σε 3,5 έως 5%, αναλόγως του αριθμού των κινήσεων του φορτίου, πλέον ένα μηχανισμό διαμοιρασμού κερδών σε περίπτωση που ο εσωτερικός συντελεστής απόδοσης (IRR) των εργασιών υπερβεί το 12%.
Αναφέρει ότι η Νομική Υπηρεσία, σε γνωματεύσεις της, τόνισε πως η θυγατρική εταιρεία του Διαχειριστή, αποτελεί οντότητα που ανήκει στον ίδιο και η λειτουργία θα αποτελεί ένα εύσχημο τρόπο για παρέκκλιση από τη συμβατική του υποχρέωση για καταβολή του μεταβλητού τέλους παραχώρησης και ότι η ίδια η Ομάδα Έργου του ΥΜΕΕ εξέφρασε τις επιφυλάξεις της ότι η ενέργεια αυτή ενδεχομένως να αποτελέσει προηγούμενο και για άλλες εξαιρέσεις που αφορούν σε εργασίες στο Λιμάνι.
Η ΕΥ διαφώνησε «με την απόφαση της ΚΕΑΑ, επισημαίνοντας ότι ο Διαχειριστής θα πρέπει να προχωρήσει στη διεξαγωγή διαγωνισμού για ανάθεση του διαμετακομιστικού εμπορίου σε υπεργολάβο εσόδων, χωρίς ο ίδιος να δικαιούται να λάβει μέρος, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα έχει κέρδη εις βάρος της Σύμβασης Παραχώρησης και θα αλλάξει το μεταβλητό Τέλος Παραχώρησης».
«Διαφωνήσαμε, επίσης, με τη θέση του ΕΣΕΠ και του Υπουργείου Οικονομικών ότι η τροποποίηση των συγκεκριμένων όρων της σύμβασης παραχώρησης που έγινε, ώστε να εφαρμοστεί η συμφωνία για την ανάπτυξη του διαμετακομιστικού εμπορίου, δεν είναι ουσιώδης σύμφωνα με τον Ν.11(Ι)/2017, καθώς, μεταξύ άλλων, μεταβάλλει την οικονομική ισορροπία της Σύμβασης Παραχώρησης υπέρ του Παραχωρησιούχου, με τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική Σύμβαση», υπογραμμίζει.
Παροχή Υπηρεσιών Δημόσιων Επιβατικών Μεταφορών με Λεωφορεία
Αναφορικά με τις συμβάσεις της δεκαετίας 2010-2020, για την παροχή υπηρεσιών δημόσιων επιβατικών μεταφορών με λεωφορεία για τις Επαρχίες Λευκωσίας, Λεμεσού, Λάρνακας, Πάφου, Αμμοχώστου
και τις διαστικές διαδρομές που έληγαν αρχές Ιουλίου του 2020, η ΕΥ αναφέρει ότι «ο ΥΜΕΕ, παρά και τις επανειλημμένες υποδείξεις της Υπηρεσίας μας ότι θα έπρεπε εγκαίρως (τουλάχιστον δύο χρόνια προηγουμένως) να προχωρήσει στην προκήρυξη του νέου διαγωνισμού για τις συμβάσεις της δεκαετίας 2020-2030, επέδειξε ολιγωρία προχωρώντας στην προκήρυξη αυτού μόλις ένα χρόνο πριν τη λήξη των συμβάσεων και καθορίζοντας την προθεσμία υποβολής προσφορών τέλος Οκτωβρίου του 2019».
«Εξαιρουμένων των δύο συμβάσεων για τις Επαρχίες Λευκωσίας και Λάρνακας, οι υποβληθείσες προσφυγές από προσφέροντες και οι ακυρωτικές δικαστικές αποφάσεις είχαν ως αποτέλεσμα το ΥΜΕΕ να προχωρήσει σε χρονική επέκταση των συμβάσεων με τους υφιστάμενους Αναδόχους των άλλων τεσσάρων συμβάσεων», προσθέτει.
Σύμφωνα με την ΕΥ, το ΥΜΕΕ επέδειξε μάλιστα περαιτέρω ολιγωρία στην προκήρυξη του νέου διαγωνισμού για τις Επαρχίες Λεμεσού και Πάφου, ο οποίος στην περίπτωση της Επαρχίας Λεμεσού ολοκληρώθηκε στις 4.7.2022, δηλαδή κατά την ημερομηνία λήξης της μέγιστης διετούς παράτασης που προνοεί ο Κανονισμός (ΕΚ) 1370/2007, με την υπογραφή της νέας σύμβασης, ενώ η υπογραφή της σύμβασης για την Επαρχία Πάφου εξακολουθεί να παραμένει σε εκκρεμότητα».
«Ως ενδιάμεση λύση και επειδή δεν ήταν επιτρεπτή η περαιτέρω (πέραν των δύο ετών) επέκταση της σύμβασης του υφιστάμενου Αναδόχου της Επαρχίας Πάφου, το ΥΜΕΕ παρανόμως, κατά την άποψή μας, υπέγραψε συμφωνία με τον Ανάδοχο της Επαρχίας Αμμοχώστου, ο οποίος χρησιμοποιεί ως υπεργολάβο τον Ανάδοχο της Επαρχίας Πάφου», καταλήγει.