Στο μικροσκόπιο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ενέργειας τέθηκε την Τρίτη η πορεία υλοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Κρήτης, στη σκιά επιφυλάξεων που διατυπώνονται σε σχέση με το πραγματικό όφελος που θα επιφέρει για την Κύπρο και με φόντο την τελική απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας για πιθανή συμμετοχή της ή όχι στην εταιρεία ειδικού σκοπού Great Sea Interconnector, την οποία συνέστησε ο Φορέας Υλοποίησης (ΑΔΜΗΕ), για την υλοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης.
Η αρμόδια Επιτροπή της Βουλής συνήλθε εκτάκτως, εξετάζοντας τις εξελίξεις γύρω από το αίτημα του ΑΔΜΗΕ να διαφοροποιήσει η ΡΑΕΚ την απόφαση, που έλαβε στις 2 Ιουλίου του 2024, για μη καταβολή πληρωμών από τους Κύπριους πολίτες από σήμερα, για ένα έργο που θα ολοκληρωθεί το 2030. Η απόφαση της ΡΑΕΚ θα ληφθεί πριν το τέλος Αυγούστου, όπως λέχθηκε.
Επιπλέον, η Επιτροπή Ενέργειας επικεντρώθηκε και την απόφαση της Κυβέρνησης που βρίσκεται υπό μελέτη, για τη συμμετοχή της ή όχι στο έργο ως μέτοχος.
Συγκεκριμένα, ο Υπουργός Ενέργειας, Γιώργος Παπαναστασίου, ανέφερε στους βουλευτές ότι η απόφαση για την συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου αναμένεται να ληφθεί σε τρεις μήνες περίπου.
Από την πλευρά της, εξάλλου, η ΡΑΕΚ ανέφερε πως η απόφαση έναρξης πληρωμής από τους καταναλωτές της Κύπρου, του μέρους του κόστους που αναλογεί στην Κύπρο για το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Ελλάδας, μέσω του υποθαλάσσιου καλωδίου Great Sea Interconnector (GSI) θα ληφθεί πριν το τέλος Αυγούστου.
Όπως ανέφερε ο Υπουργός Ενέργειας το έργο βρίσκεται σε υλοποίηση, αλλά σημείωσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει αποφασίσει αν θα είναι μέτοχος σε αυτό το έργο.
Σύμφωνα με τον κ. Παπαναστασίου η Κυπριακή Δημοκρατία θεώρησε ορθότερο να συμμετέχει στο έργο ως μέτοχος, «αντί να δώσει ως δώρο τα 100 εκατομμύρια», για να προσθέσει ότι η πολιτική απόφαση είναι η συνέχιση του έργου.
Εξάλλου ανέφερε ότι γίνεται αξιολόγηση του έργου για να αποφασιστεί κατά πόσο η Κύπρος θα είναι μέτοχος, ενώ συμπλήρωσε πως η απόφαση θα ληφθεί εντός τριών μηνών.
Αβεβαιότητα για το τελικό κόστος της ηλεκτρικής διασύνδεσης
Σε σχέση με το τελικό κόστος της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Κρήτης, ο κ. Παπαναστασίου ανέφερε ότι για την ώρα υπολογίζεται σε 1,9 δις, για να προσθέσει ότι εμπεριέχει δύο αβεβαιότητες, οι οποίες ενδεχομένως να διαφοροποιήσουν το ύψος του στη συνέχεια.
Είπε πως η πρώτη αβεβαιότητα αφορά τη μη υπογραφή ακόμα του συμβολαίου (και του κόστους που θα προβλέπει) του ΑΔΜΗΕ με τη Siemens για τους σταθμούς μετατροπής της τάσης της ηλεκτρικής ενέργειας, στην Κοφίνου και σε περιοχή της Κρήτης.
Για τη δεύτερη αβεβαιότητα, είπε πως αφορά στην τελική επιλογή του υποθαλάσσιου διαδρόμου, που θα περάσει το καλώδιο και που θα ενώνει την Κύπρο με την Κρήτη.
«Οι τελικές βυθομετρήσεις για την επιλογή της διαδρομής του καλωδίου είναι σε εξέλιξη και από αυτές ίσως επηρεαστεί το μήκος του καλωδίου και το τελικό του κόστος», ανέφερε.
Εγγυήσεις από ΑΔΜΗΕ ότι δεν θα αυξηθεί και άλλο το κόστος του καλωδίου
Εκ μέρους της ΡΑΕΚ, ο Αντιπρόεδρος, Άλκης Φιλίππου, ανέφερε ότι η Αρχή ζήτησε εγγυήσεις από τον ΑΔΜΗΕ πως δεν θα αυξηθεί το τελικό κόστος του έργου πέραν των 1,9 δις που έχει προϋπολογιστεί τώρα, ενώ ο Πρόεδρος της ΡΑΕΚ, Ανδρέας Πουλλικκάς, σημείωσε ότι αυτές οι εγγυήσεις δεν έχουν δοθεί μέχρι στιγμής και ότι δεν υπάρχει καμία δέσμευση ότι δεν θα αυξηθεί το τελικό κόστος.
Στο μεταξύ, ο Πρόεδρος της ΡΑΕΚ είπε πως η ΡΑΕΚ δέχεται πιέσεις από παντού για να αλλάξει την απόφασή της μέχρι τα μέσα Αυγούστου, διαφορετικά ανέφερε, ο ΑΔΜΗΕ προειδοποίησε πως θα σταματήσει το έργο.
Ανησυχίες βουλευτών
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ενέργειας, Κυριάκος Χατζηγιάννης, εξέφρασε ανησυχία σε σχέση με το σε ποιο βαθμό θα δεσμευτούν οι Κύπριοι καταναλωτές και φορολογούμενοι «πάνω σε ένα έργο με υπέρμετρα μεγάλες αβεβαιότητες».
Είπε ότι από πλευράς του Υπουργείου Ενέργειας «υπάρχει μια συνεχής προσπάθεια ή προσέγγιση βάση της οποίας παίρνουν ελαφρώς τα πράγματα, αγνοώντας παντελώς τις αβεβαιότητες, μη επιθυμώντας να δημιουργήσουν εκείνες τις δεσμεύσεις προς τους εργολάβους και υπεργολάβους, ώστε εάν και εφόσον την επομένη της έναρξης του έργου σημειωθούν πρόσθετες διεκδικήσεις ή αποκλίσεις ή καθυστερήσεις ή οποιασδήποτε άλλες εκπλήξεις, σε αυτή την περίπτωση να υπάρχουν οι δεσμεύσεις των εργολάβων, του ΑΔΜΗΕ με τρόπο που να μην επιβαρύνουμε ή να μην μεταφέρουμε στους καταναλωτές και στους Κύπριου φορολογούμενους βάρη τα οποία δεν είναι στις δικές τους δυνατότητες».
«Είναι με έκπληξη», είπε, «που ενημερωθήκαμε σήμερα σχετικά με τις υπέρμετρες πιέσεις, τους υπέρμετρους εκβιασμούς, τις ανορθόδοξες μεθοδολογίες, από πλευράς και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, λειτουργών καθώς επίσης και με εμπλοκή του ίδιου του ΑΔΜΗΕ, εμπλέκοντας ταυτόχρονα και κατασκευαστικές εταιρείες, μη θέλοντας οι κατασκευαστικές εταιρείες να λάβουν την οποιαδήποτε δέσμευση έναντι της ΡΑΕΚ, προκειμένου η απόφαση της ΡΑΕΚ να είναι τεκμηριωμένη. Όλα αυτά προκαλούν πανικό και ανησυχία».
Συνέχισε λέγοντας ότι «προκαλούν πανικό στην περίπτωση που η ΡΑΕΚ έρθει και λάβει απόφαση βάσει της οποίας θα μετακυλήσει στους καταναλωτές τεράστια και ασήκωτα οικονομικά βάρη, χωρίς να έχει στο χέρι της τεκμηριωμένες δεσμευτικές μελέτες από πλευρά της Siemens και Nexans», για να προσθέσει πως «όλα αυτά τα τεκμήρια θα πρέπει να είναι η βάση της απόφασης της».
Για τη συμμετοχή της Κυβέρνησης ή όχι στο έργο ως μέτοχος, ο κ. Χατζηγιάννης είπε ότι «από πλευρά της η Κυβέρνηση, δυστυχώς, έρχεται με την ίδια υπεραπλουστευμένη προσέγγιση να μεταφέρει 100 εκ. από το έργο ως επιδότηση να τα μεταφέρει ως μετοχικό κεφάλαιο», συμπληρώνοντας πως «αυτό σημαίνει ότι δημιουργεί ένα κενό τεράστιο στην χρηματοδότηση του έργου».
«Τα 100 εκ. με άλλα λόγια είναι μια φορολόγηση των καταναλωτών με απόδοση στο κεφάλαιο 8,3%», είπε.
Ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, είπε πως η διασύνδεση της Κύπρου με τα ηλεκτρικά συστήματα της Ευρώπης θα πρέπει να γίνει, αλλά με όρους και προϋποθέσεις προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, σημειώνοντας πως το θέμα της διασύνδεσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με τα ηλεκτρικά συστήματα της Ευρώπης είναι πολύ σημαντικό από στρατηγικής άποψης «και είναι για αυτό που χρειάζεται με πολλή σοβαρότητα να προσεγγίζουμε το θέμα».
Είπε πως το κόμμα του ευνοεί τη διασύνδεση της Κύπρου με τα ευρωπαϊκά συστήματα ενέργειας, όπως βεβαίως και η Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοεί αυτή τη διασύνδεση, ενώ υπογράμμισε ότι αυτή η διασύνδεση θα πρέπει να γίνει με όρους και προϋποθέσεις που θα διασφαλίζει ότι η όποια διασύνδεση θα είναι προς όφελος της κοινωνίας και της οικονομίας, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και δεν θα δημιουργεί τις όποιες εξαρτήσεις από μια πηγή σε σχέση με την ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.
«Η εντύπωση που μας έχει δημιουργηθεί και σήμερα είναι ότι ακόμα δεν υπάρχουν εκείνες οι απαραίτητες πληροφορίες, εκείνα τα απαραίτητα δεδομένα που θα πρέπει να υπάρξουν μέσα κυρίως από τις μελέτες κόστους οφέλους για να δούμε εάν τελικά αυτοί οι όροι και οι προϋποθέσεις από τον Interconnector μπορούν να ικανοποιηθούν. Θα συνεχίσουμε τη συζήτηση και όταν θα έχουμε όλη αυτή τη πληροφόρηση θα μπορούμε να καταλήξουμε κατά πόσο αυτό το οποίο προτείνεται, αυτό το οποίο κατασκευάζεται τελικά θα είναι προς όφελος της Κύπρου», σημείωσε ο κ. Στεφάνου.
Ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ, Νικόλας Παπαδόπουλος, είπε πως «η Κύπρος είναι μια απομονωμένη αγορά σε ό,τι αφορά στην ηλεκτρική ενέργεια και δυστυχώς τα μονοπώλια και τα ολιγοπώλια, που υπάρχουν σήμερα σε ό,τι αφορά την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας, έχουν οδηγήσει τις τιμές του ηλεκτρισμού στα ύψη».
«Ο Κύπριος καταναλωτής», είπε, «σήμερα πληρώνει το δεύτερο πιο ακριβό επιχειρηματικό ρεύμα στην Ευρώπη, επειδή δεν υπάρχει ουσιαστικός ανταγωνισμός σε ό,τι αφορά την παραγωγή ενέργειας στο νησί μας. Είναι ξεκάθαρο ότι κάποιοι θέλουν να συνεχίσουν τα μονοπώλια και τα ολιγοπώλια για να συνεχίσει ο Κύπριος καταναλωτής να πληρώνει το δεύτερο πιο ακριβό επιχειρηματικό ρεύμα στην Ευρώπη και κάποιοι να συνεχίσουν να θησαυρίζουν στην πλάτη του».
Ανέφερε πως το ΔΗΚΟ πιστεύει ότι πρέπει να προωθηθεί ο ανταγωνισμός στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Κύπρο, σημειώνοντας ότι «αυτό θα οδηγήσει τις τιμές προς τα κάτω και η ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με το ευρωπαϊκό δίκτυο θα βοηθήσει στην προώθηση αυτού του ανταγωνισμού».
Εξάλλου, συμπλήρωσε πως «είναι ευρωπαϊκή υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας να συνδεθεί με το ευρωπαϊκό δίκτυο και αυτό πρέπει να γίνει μέχρι το 2029, αλλιώς η Κυπριακή Δημοκρατίες θα έχει να αντιμετωπίσει συγκεκριμένες επιπτώσεις».
Ανέφερε πως το κόμμα του στηρίζει τις ενέργειες του Υπουργού Ενέργειας και θεωρεί ότι αυτό το έργο «πρέπει να προχωρήσει και πρέπει να προχωρήσει τάχιστα και το συντομότερο δυνατό η διασύνδεση της Κύπρου με το ευρωπαϊκό δίκτυο».
Ο βουλευτής της ΔΗΠΑ, Μιχάλης Γιακουμής, ανέφερε πω το κόμμα του δεν είναι αρνητικό για το έργο, ωστόσο, σημείωσε «ακούστηκαν πολλές επιφυλάξεις και σήμερα ενώπιον του Υπουργού Ενέργειας και της ΡΑΕΚ».
«Θέλουμε να εξεταστεί ενδελεχώς το πως θα γίνει η σύνδεση για να δούμε και βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα πόσα θα είναι τα οφέλη για τον Κύπριο καταναλωτή. Στο τέλος της ημέρας έχει μπουχτίσεις ο καταναλωτής με έργα τα οποία είτε ξεκινούν και δεν έχουν καλή κατάληξη είτε δεν ξεκινούν ποτέ και καταλήγουν σε σκάνδαλα», είπε.
Ο βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων, Σταύρος Παπαδούρης, ανέφερε πως «υπάρχουν πιέσεις προς τη ΡΑΕΚ, για να αναθεωρήσει την απόφασή της, για μη επιβάρυνσής των καταναλωτών προτού τελειώσει το έργο.
«Η ΡΑΕΚ αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μια θέση, κατά την οποία πρέπει να πάρει μια απόφαση, σύμφωνα με την οποία η ΡΑΕΚ θα διαφανεί κατά πόσο θα συνεχίσει το έργο διασύνδεσης ή όχι. Γιατί εμμέσως πλην σαφώς υπάρχει ξεκάθαρη δήλωση από πλευράς ΑΔΜΗΕ ότι σε περίπτωση, που δεν καλυφτεί το οποιοδήποτε κόστος το οποίο αφορά στα 100 εκ. που δημιουργεί ένα οικονομικό αντίκτυπο -όπως ισχυρίζεται η εταιρεία- υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το έργο τελικά να μην προχωρήσει», είπε.
Επιπλέον, σημείωσε πως «αντιλαμβανόμαστε το τι σημαίνει να είσαι ενεργειακά απομονωμένος και να είσαι η μόνη χώρα εκτός δικτύου της ΕΕ», για να προσθέσει πως το κόμμα του είναι υπέρ του να συνεχίσει το έργο, όμως, «πρέπει να συνεχίσει με σωστά δεδομένα, με διαφάνεια, ιδιαίτερα σε μια χώρα, που τα τελευταία χρόνια έχουμε κουραστεί να διαχειριζόμαστε σκάνδαλα το ένα μετά το άλλο».