Ο οίκος αξιολόγησης Scope αξιολόγησε για πρώτη φορά την κυπριακή οικονομία, κατατάσσοντάς την στο ΒΒΒ- με σταθερή προοπτική (επενδυτική βαθμίδα με καλή πιστοληπτική ποιότητα), επικαλούμενος την συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη, την αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα, την δημοσιονομική υπεραπόδοση και της ήπιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας. Ωστόσο, σημειώνει ότι το ακόμη υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) παραμένει σημαντική αδυναμία, δεδομένου του αντίκτυπού του στον εύθραυστο τραπεζικό τομέα, που περιορίζει την κερδοφορία και την παραχώρηση πίστωσης στην οικονομία. Ο γερμανικός οίκος, που επικεντρώνεται κυρίως στην περιοχή της Ευρώπης, σημειώνει πως έπειτα από την έξοδο της Κύπρου από το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, η κυπριακή οικονομία παρουσιάζει ισχυρή ανάπτυξη με μέσο ρυθμό 4.4% από το δεύτερο τρίμηνο του 2016, που οδηγείται από κατασκευαστικά έργα που χρηματοδοτούνται από ξένες επενδύσεις, σταθερή ιδιωτική κατανάλωση, τον τουρισμό και τις σχετιζόμενες κατασκευαστικές επιχειρηματικές υπηρεσίες αλλά και το λιανικό εμπόριο. Εκτιμά ότι για την περίοδο 2018 – 2020 το κυπριακό ΑΕΠ θα αυξηθεί με ρυθμό 3,8%, έχοντας ώθηση από ξένες επενδύσεις, σθεναρή εγχώρια ζήτηση, χάριν στην συνέχιση της βελτίωσης στην αγορά εργασίας, τον σχετικά χαμηλό πληθωρισμό και την αδύναμη κουλτούρα αποπληρωμής, η οποία ενισχύει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Σημειώνει ωστόσο ότι με την ολοκλήρωση των έργων που χρηματοδοτούνται από ξένες επενδύσεις, ο ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει στο 2% με 2,5%. Ο γερμανικός οίκος σημειώνει την πολύ σθεναρή απόδοση των δημοσίων οικονομικών έπειτα από την επιστροφή σε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς το 2016 και την έξοδο της χώρας από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος της ΕΕ. Αναφορικά με την κεφαλαιακή ένεση της κυβέρνησης για ενίσχυση της μεταφοράς της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας στην Ελληνική, ο οίκος σημειώνει ότι αυτή είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του ποσοστού του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ, σημειώνοντας ωστόσο ότι αναμένει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 4% του ΑΕΠ για την περίοδο 2018-2020, που αν και είναι χαμηλότερα από τον στόχο στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του 2018, εντούτοις συγκαταλέγονται στα ψηλότερα της ΕΕ.
Το βασικό σενάριο του οίκου για το δημόσιο χρέος, προνοεί υποχώρηση του δημοσίου χρέους από το 110% το 2017 στο 80% περίπου του ΑΕΠ μέχρι το 2023.«Παρά την εκτιμώμενη μείωση, το χρέος ως προς το ΑΕΠ θα παραμείνει υψηλό, μόλις κάτω από όριο του 85% που καθορίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τις αναπτυγμένες οικονομίες, αλλά πάνω από το 60% των κριτηρίων του Μάαστριχτ, καταδεικνύοντας την ανάγκη για διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση για αρκετά χρόνια», αναφέρει. Σύμφωνα με τον Scope, ο τραπεζικός τομέας παραμένει εύθραυστος, ακόμη και μετά τη συναλλαγή της ΣΚΤ, λόγω του μεγάλου, αν και σε πτωτική πορεία, αποθέματος ΜΕΔ, το οποίο επιβαρύνει σημαντικά την κερδοφορία και την ευρύτερη ευρωστία του τραπεζικού συστήματος. Εκτιμά ότι μετά τη συναλλαγή της ΣΚΤ και την πώληση ΜΕΔ από την Τράπεζα Κύπρου τα ΜΕΔ θα μειωθούν κατά 50% μέχρι το τέλος του χρόνου. Ωστόσο υπογραμμίζει ότι «παρά το ότι η αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα βελτίωσε την ευρωστία του τραπεζικού τομέα και κατά συνέπεια αναμένεται να συνεισφέρει στην παραχώρηση πίστωσης και στην ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης, εντούτοις ενισχύεται η διασύνδεση μεταξύ του χρηματοπιστωτικού τομέα και του κράτους, αυξάνοντας την ανάγκη για αντικυκλικά κεφαλαιακά αποθέματα που θα μειώσουν την πιθανότητα και το μέγεθος ενδεχόμενων κλυδωνισμών από τον τραπεζικό τομέα, καθώς και την ανάγκη για ισχυρά δημοσιονομικά αποθέματα που θα απορροφήσουν ενδεχόμενες κρίσεις». Τέλος, σημειώνει ότι ενώ η επανεκλογή του Νίκου Αναστασιάδη στην Προεδρία της Δημοκρατίας διασφαλίζει τη συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανση, την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την μείωση των ΜΕΔ, η διαίρεση της Κύπρου παραμένει ένα σημαντικό γεωπολιτικό ζήτημα, όπως καταδείχθηκε ξανά από τη παρέμβαση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, εμποδίζοντας ερευνητικές γεωτρήσεις από την ιταλική ΕΝΙ.