Στις επικρίσεις των εκπροσώπων πολιτικών κομμάτων απαντά με ανακοίνωση του το απόγευμα της Παρασκευής το Υπουργείο Οικονομικών.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι τοποθετήσεις ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, έρχονται σε αντίθεση με βασικές αρχές της οικονομικής πολιτικής.
Υπουργείο Οικονομικών«Η απόφαση της Κυβέρνησης για τον τερματισμό του μέτρου μειωμένων φόρων στα καύσιμα λήφθηκε βάσει των πραγματικών στοιχείων των τιμών των καυσίμων, όπου σημειώθηκε αισθητή μείωση στις τιμές τους, σε σχέση με τις τιμές που ίσχυαν τόσο καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, όσο και από 8/3/2022, ημερομηνία κατά την οποία έτυχε εφαρμογής το μέτρο.»
Εν συνεχεία, συγκρίνει τις υφιστάμενες τιμές με αυτές που θα προκύψουν μετά τον τερματισμού του μέτρου των μειωμένων φόρων.
AdvertisementΥπουργείο Οικονομικών«Οι υφιστάμενες τιμές των καυσίμων με μειωμένους φόρους ανέρχονται σε €1,38/l για τη βενζίνη, €1,41/l για το πετρέλαιο κίνησης και €0,97/l για το πετρέλαιο θέρμανσης. Με τον τερματισμό του μέτρου των μειωμένων φόρων οι τιμές διαμορφώνονται σε €1,47/l για τη βενζίνη, €1,49/l για το πετρέλαιο κίνησης και €1,04/l για το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι εν λόγω τιμές είναι εμφανώς χαμηλότερες τόσο από τις μέγιστες τιμές που επικρατούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022 (€1,83/l για τη βενζίνη, €1,99/l για το πετρέλαιο κίνησης και €1,52/l για το πετρέλαιο θέρμανσης), όσο και από τις μέσες τιμές ( ολόκληρο 2022: €1,54/l για τη βενζίνη, €1,74/l για το πετρέλαιο κίνησης και €1,28/l για το πετρέλαιο θέρμανσης και από 8/3/2022-31/12/2022: €1,58/l για τη βενζίνη, €1,82/l για το πετρέλαιο κίνησης και €1,36/l για το πετρέλαιο θέρμανσης).»
Παράλληλα, ξεκαθαρίζεται ότι η πολιτική της Κυβέρνησης για μη επέκταση του μέτρου συνάδει με τις πολιτικές της πράσινης μετάβασης που αποσκοπούν στη μείωση της κατανάλωσης καυσίμων και απεξάρτησης της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα.
Καταλήγοντας, η ανακοίνωση σημειώνει ότι «η κοινωνική πολιτική ασκείται μέσω της επιδοματικής πολιτικής στοχευμένα προς νοικοκυριά που το έχουν πραγματικά ανάγκη και όχι με καθολικά μέτρα που μειώνουν τους φόρους κατανάλωσης, με αποτέλεσμα να επωφελούνται περισσότερο οι εύποροι καταναλωτές».