Πολλοί θεωρούν πως οι πολιτικές του Μπαράκ Ομπάμα όταν κυβερνούσε τις ΗΠΑ ανήκουν στο παρελθόν. Άλλοι έχουν την άποψη πως αυτές οι πολιτικές, εξακολουθούν να έχουν μέχρι σήμερα σοβαρή επιρροή στην εξέλιξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία η οποία οδηγεί σε αχρείαστη απώλεια δεκάδων χιλιάδων ζωών. Τον Μάιο σε μια συνέντευξη του στο Times Radio, ο πρώην επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, MI6, Richard Dearlove, υποστήριξε πως η εξωτερική πολιτική του Ομπάμα μετά το 2014 και την προσάρτηση της Κριμαίας, ήταν μάλλον πολύ λανθασμένη.
Σε ανάλυση του το περιοδικό Foreign Policy, αναφέρει ότι η Ουκρανία σήμερα βρίσκεται στα πρώτα στάδια αυτού που οι ηγέτες της αποκαλούν ως μεγάλη αντεπίθεση για την ανακατάληψη του 20% περίπου του εδάφους της. Η αποστολή αυτή δεν είναι καθόλου απλή, όχι μόνο γιατί ο ρωσικός στρατός επένδυσε μήνες για να δημιουργήσει ισχυρές γραμμές άμυνας, αλλά επειδή η Ουκρανία μειονεκτεί λόγω της αργής παροχής στρατιωτικής βοήθειας. Έχει σοβαρές ελλείψεις ισχύος στον αέρα καθώς επίσης και σε πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Πρόκειται για δυο κατηγορίες όπλων που θα καθιστούσαν την ανακατάληψη λιγότερο κοστοβόρα.
Η Ουκρανία διεξήγαγε ούτως ή άλλως ένα υβριδικό πόλεμο πριν την εισβολή της Ρωσίας το 2022, στη διάρκεια του οποίου χάθηκαν δεκάδες χιλιάδες μαχητές. Η Ρωσία σε κάποιο σημείο ήλεγχε το 27% του ουκρανικού εδάφους, προτού οι δυνάμεις τους καταρρεύσουν σε αρκετά μέτωπα. Ακόμα και έτσι η Ουκρανία δεν έχει τα απαραίτητα όπλα για να ανακτήσει τα εδάφη που ελέγχει σήμερα η κατοχική Ρωσία.
Η ανάλυση υποστηρίζει πως οι πολιτικές Ομπάμα επηρεάζουν θεμελιωδώς και επιζήμια την κατάσταση επί του εδάφους όπως επίσης και τη συμμαχική απάντηση υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εναντίον του Πούτιν. Συγκεκριμένα υποστηρίζουν πως οι αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του Πούτιν μετά την επίθεση του 2014, έχουν τις ρίζες τους στις πολιτικές και τις αποφάσεις των ΗΠΑ και των υπόλοιπων συμμάχων στα χρόνια της διακυβέρνησης Ομπάμα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανάλυση, οι ΗΠΑ και η Δύση αντέδρασαν ανεπαρκώς στις αυξανόμενες επιθέσεις του καθεστώτος Πούτιν τα προηγούμενα χρόνια, όταν σημειώνονταν εκτελέσεις σε δυτικό έδαφος, ή επιθέσεις σε άλλες χώρες. Όλα άρχισαν μετά την χλιαρή αντίδραση του Τζορτζ Μπους στην εισβολή της Ρωσίας το 2008 στη Γεωργία. Όταν ο Ομπάμα ανέλαβε την εξουσία, αντί να τιμωρήσει τη Ρωσία για την επιθετικότητα της, έβαλε την Υπουργό Εξωτερικών του Χίλαρι Κλίντον να κάνει ένα “reset” στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας, αγνοώντας όσα σημειώθηκαν στη Γεωργία. Μάλιστα ακύρωσε τα σχέδια της κυβέρνησης Μπους για δημιουργία πυραυλικής ασπίδας στην ανατολική Ευρώπη, μια απόφαση που ο ίδιος ο Πούτιν χαιρέτησε.
Ο Ομπάμα απέτυχε να αντιληφθεί την κλίμακα της διαφαινόμενης ρωσικής απειλής, σε μια στιγμή που ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, Μιτ Ρόμνεϊ, δήλωνε στην προεκλογική εκστρατεία του 2012, ότι η Ρωσία χωρίς αμφιβολία είναι ο νούμερο ένα γεωπολιτικής εχθρός της Δύσης. Έλεγε πως δίνουν τον αγώνα υπέρ των χειρότερων ηγετών του κόσμου. Ο Ομπάμα τότε χλεύαζε τον αντίπαλο του και δήλωνε υπέρ μιας ευέλικτης προσέγγισης γιατί όπως υποστήριζε, η δεκαετία του 1980 και ο ψυχρός πόλεμος, ανήκαν στο παρελθόν.
Το 2014 μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, την κατάρριψη του αεροσκάφους MH17 και τα ρωσικά στρατεύματα στο Ντονμπάς, ο Ομπάμα τάχθηκε εναντίον της αποστολής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία. Απάντησε με χλιαρές κυρώσεις σε βάρος Ρώσων, εθνικών τραπεζών και μερικών εταιρειών. Αρνήθηκε επίσης να συμμετέχει στις διπλωματικές προσπάθειες για τερματισμό της ρωσικής επιθετικότητας, δίνοντας αυτό το ρόλο στη Γαλλία και τη Γερμανία. Αν και βγάζει νόημα τα ευρωπαϊκά κράτη να αναλάμβαναν αυτή τη δουλειά, εντούτοις ο Πούτιν ουδέποτε τους υποδέχθηκε ως ισότιμους συνομιλητές, αφού οι ίδιοι στηρίζονταν πολύ στο εμπόριο με τη Ρωσία.
Θέση του Ομπάμα ήταν πως η Ουκρανία δεν ήταν στρατηγική προτεραιότητα για τις ΗΠΑ. Μάλιστα υποστήριζε πως η Ουκρανία είναι βασική για τα συμφέροντα της Ρωσίας, όμως όχι για αυτά της Αμερικής. Αναγνώριζε εν ολίγοις, πως η Ουκρανία ως μη μέλος του ΝΑΤΟ, πάντα θα κινδύνευε από τη Ρωσία, αφού την θεωρούσε ως κράτος-πελάτη της. Η αντιπολίτευση τότε ασκούσε μεγάλη πίεση στον Ομπάμα να αυξήσει την βοήθεια της προς την Ουκρανία, να επιβάλει πιο ισχυρές κυρώσεις στη Ρωσία, ωστόσο κατά τη διάρκεια της θητείας του, έστειλε ελάχιστη βοήθεια και δεν επένδυσε καθόλου στην εκπαίδευση του προσωπικού.
Το δόγμα Ομπάμα ακολουθήθηκε στην πορεία σε μεγάλο βαθμό και από τις κυβερνήσεις Τραμπ και Μπάιντεν. Ο Τραμπ παρόλο που συμπεριφέρθηκε άσχημα στην Ουκρανία στην προσπάθεια του να αποδυναμώσει τον ανθυποψήφιο του Τζο Μπάιντεν, εντούτοις άναψε το πράσινο φως για την αποστολή αντιαρματικών όπλων το 2017-2019. Όμως ουδέποτε αυτός ο οπλισμός ήταν αρκετός. Ο Μπάιντεν ήταν υπέρμαχος της αποστολής αμυντικών όπλων στην Ουκρανία από την εποχή που ήταν αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Ομπάμα. Όταν όμως ο ίδιος έγινε Πρόεδρος, συμπεριέλαβε στην κυβέρνηση του αρκετούς παίχτες της αρχιτεκτονικής του δόγματος Ομπάμα. Ως αποτέλεσμα παρόλο που οι ΗΠΑ γνώριζαν για τα σχέδια του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία, έχασαν την ευκαιρία να ενισχύσουν σημαντικά τον ουκρανικό στρατό.
Έπρεπε να φτάσουμε στον Δεκέμβριο του 2021 ώστε ο Μπάιντεν να εγκρίνει εξοπλισμούς αξίας 200 εκατομμυρίων δολαρίων.