Ένα ακόμη πυροτέχνημα που έσκασε στο παρασκήνιο του έντονου διπλωματικού παρασκηνίου, το οποίο εξελίσσεται τους τελευταίους μήνες σχετικά με το θέμα του επαναπατρισμού των Γλυπτών του Παρθενώνα, μοιάζει να αποτελεί το χθεσινό δημοσίευμα του Bloomberg που «βλέπει» ως πιθανή λύση της μακροχρόνιας διαμάχης μια συμφωνία που προβλέπει την εκ περιτροπής αποστολή μέρους των Γλυπτών στην Αθήνα, σε βάθος χρόνου, στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής ανταλλαγής με άλλα αρχαία αντικείμενα που βρίσκονται σε ελληνικά μουσεία.Μπορεί το δημοσίευμα να επικαλείται έγκυρες πηγές, τις οποίες ωστόσο δεν αποκαλύπτει δεδομένου ότι, όπως υπογραμμίζεται, οι δυο πλευρές δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία, η άμεση διάψευση, ωστόσο, από πηγές του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού φανερώνει πως βρίσκεται σε εξέλιξη ένα σκληρό διπλωματικό «πόκερ» από το οποίο η κάθε πλευρά πασχίζει να εξασφαλίσει μια λύση που να βρίσκεται όσο το δυνατόν πιο κοντά στα δικά της συμφέροντα.Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά το δημοσίευμα αλλά και πίσω από τις λέξεις διαπιστώνει πως αναφέρεται σε στοιχεία και ενδεχόμενες λύσεις που είτε δεν ευσταθούν είτε έχουν αποκλειστεί κατά το παρελθόν από την ελληνική πλευρά. Για παράδειγμα, στην πρώτη κιόλας σειρά γίνεται λόγος για συμφωνία μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου και του Μουσείου της Ακρόπολης παρότι έχει καταστεί πλέον σαφές, πως, σύμφωνα και με το υψηλών συμβολισμών ψήφισμα της UNESCO, ο επαναπατρισμός των Γλυπτών του Παρθενώνα αποτελεί ένα πολιτικό – κυβερνητικό ζήτημα και υπερβαίνει το επίπεδο διαλόγου μεταξύ μουσείων.Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, επιλέγει να θέτει μετ’ επιτάσεως το συγκεκριμένο θέμα στις συναντήσεις του με ανώτατους κυβερνητικούς παράγοντες της Βρετανίας επιμένοντας πως «μπορεί να βρεθεί μια win-win λύση, που θα οδηγήσει στην επανένωση των Γλυπτών και παράλληλα θα λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες που έχει το Βρετανικό Μουσείο», έχοντας ωστόσο αποκλείσει τη λύση του δανεισμού. Αντίστοιχα δηλώσεις επί του θέματος, όχι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές για την επίλυση του ζητήματος όμως, έχουν κάνει, προσφάτως, τόσο ο νέος Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ όσο και η υπουργός Πολιτισμού του Ηνωμένου Βασιλείου, Μισέλ Ντόνελαν. Τόσο οι πολιτικοί όσο και οι εκπρόσωποι του Βρετανικού Μουσείου, πάντως, φροντίζουν να καταστεί σαφές πως δεν σκοπεύουν να συναινέσουν στην αλλαγή της ισχύουσας νομοθεσίας που απαγορεύει την επιστροφή ή την δωρεά αντικειμένων από τις συλλογές του.
Επιπλέον, το επίμαχο δημοσίευμα παρουσιάζει ως μια ενδεχόμενη πιθανή λύση το μοντέλο της συμφωνίας που έγινε το καλοκαίρι μεταξύ του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού, του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης και του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜΕΤ) για τη συλλογή των 161 κυκλαδικών αρχαιοτήτων της συλλογής του Αμερικανού μεγιστάνα Λέοναρντ Στερν, η οποία προβλέπει τη σταδιακή επιστροφή των αρχαιοτήτων και τον μόνιμο επαναπατρισμό τους, σε τουλάχιστον 25 χρόνια και αφού έχουν προηγηθεί ανταλλαγές εκθεμάτων μεταξύ του MET και ελληνικών μουσείων.Ωστόσο, τον Νοέμβριο, κατά την ξενάγηση των δημοσιογράφων στην έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης με τις πρώτες 15 κυκλαδικές αρχαιότητες της συλλογής Στερν που έφθασαν στην Ελλάδα, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη, αναφερόμενη στην πολιτική επαναπατρισμού αρχαιοτήτων δήλωσε πως «δεν υπάρχει ένας κανόνας που να αφορά όλους τους επαναπατρισμούς» και ξεκαθάρισε ότι «τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι ένα εθνικό ζήτημα το οποίο η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει με μία διαφορετική πολιτική».Δεν είναι, όμως, η πρώτη φορά που ο βρετανικός τύπος διαρρέει πληροφορίες που σχετίζονται με μια επικείμενη συμφωνία για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Στις αρχές Δεκεμβρίου ανώνυμες πηγές και δημοσιεύματα έκαναν λόγο για την ίδρυση ενός παραρτήματος του Βρετανικού Μουσείου στην Αθήνα αλλά και για δανεισμό συνολικής διάρκειας δέκα ετών, σενάρια τα οποία επίσης διαψεύστηκαν.Ένα είναι το μόνο σίγουρο, πως οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται.