Έντονα προβληματικό είναι το ισχύον πλαίσιο για τα ναρκωτικά στην Ελλάδα όπως καταδεικνύεται στο policy brief που δημοσιεύει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ) σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό δίκτυο EPICENTER.
Συγκεκριμένα, στη μελέτη που υπογράφουν ο διδάκτωρ Κοινωνικών Επιστημών στο Labour Market University του Leicester και Λέκτορας στο Μητροπολιτικό Κολλέγιο Χρήστος Μαντάς, και ο Συντονιστής Ερευνητικών Προγραμμάτων στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών Κωνσταντίνος Σαραβάκος επισημαίνονται μεταξύ άλλων τα εξής:
– H πολιτική της ποινικοποίησης των ελαφρών ναρκωτικών ουσιών επιβαρύνει σημαντικά το δικαστικό και το σωφρονιστικό σύστημα της Ελλάδας, καθώς πάνω από 1 στους 5 κρατούμενους στην Ελλάδα βρίσκονται υπό κράτηση για ναρκωτικά, ενώ μόνο το 5,5% του συνόλου των υποθέσεων χαρακτηρίζονται ως σχετιζόμενες με σημαντικές ποσότητες κατάσχεσης ναρκωτικών ουσιών και περίπου το 60% των υποθέσεων κατασχέσεων ναρκωτικών το 2022 αφορούσε κάνναβη.
– Στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα σε «ελαφρά» και σε «σκληρά» ναρκωτικά, αφήνοντας στη διακριτική ευχέρεια των δικαστών τη μεταχείριση των χρηστών σε σχέση με τους εμπόρους ναρκωτικών.
– Εμπειρικά παραδείγματα καταδεικνύουν ότι η αποποινικοποίηση μπορεί να παραγάγει θετικά αποτελέσματα τόσο σε κοινωνικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο: Στην Πορτογαλία, το υγειονομικό και οικονομικό κόστος των ναρκωτικών μειώθηκε κατά 18% μέσα σε 11 χρόνια μετά τις σχετικές απελευθερώσεις. Στην Ολλανδία, η αποποινικοποίηση των ελαφρών ναρκωτικών έχει περιορίσει την εγκληματικότητα και τη μετάδοση του ΗΙV μεταξύ των χρηστών ηρωίνης.
– Οι πολιτικές απελευθέρωσης συνδέονται και με ορισμένα αρνητικά αποτελέσματα, όπως την αύξηση του ποσοστού των ενηλίκων που χρησιμοποιούν ναρκωτικές ουσίες. Ωστόσο, αυτού του είδους η αύξηση οφείλεται ως ένα βαθμό και στη νόμιμη συνταγογράφηση ήπιων ναρκωτικών ουσιών και συνδέεται με ένα καλύτερο πλαίσιο παρακολούθησης.
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, στη μελέτη διατυπώνονται συγκεκριμένες μεταρρυθμιστικές προτάσεις πολιτικής που περιλαμβάνουν:
– Την αναθεώρηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου ώστε να διατυπωθεί σαφής ορισμός της κατηγορίας των ελαφρών ναρκωτικών.
– Τον πλήρη διαχωρισμό ανάμεσα στον απλό χρήση, τον εξαρτημένο και τον διακινητή για τα ελαφρά ναρκωτικά. Στο πρώτο ενδεχόμενο, να εξεταστούν λύσεις από την ήπια ποινική προσέγγιση μέχρι την πλήρη αποποινικοποίηση της χρήσης. Στην περίπτωση των εξαρτημένων, να υπάρξει πρόνοια για την αποτελεσματικότερη κοινωνική και ψυχολογική υποστήριξή τους.
– Την πρόβλεψη νόμιμης πώλησης ελαφρών ναρκωτικών ουσιών ώστε μέσω του ελέγχου των δικτύων προμήθειας να μεταβούμε σε ένα περιβάλλον νομιμότητας, να παταχθεί η εγκληματικότητα και να φορολογηθεί η χρήση, με στόχο τη χρηματοδότηση του συστήματος υγείας και κοινωνικών δράσεων κατά της χρήσης ναρκωτικών ουσιών.
– Την εστίαση του νομοθετικού πλαισίου που αφορά τη νικοτίνη στην πρόληψη και την άρση των περιορισμών που αφορούν εναλλακτικούς τρόπους καπνίσματος (ηλεκτρικό κάπνισμα, snus κλπ.) οι οποίοι θα μετριάσουν τις αρνητικές επιπτώσεις που έχει η νικοτίνη στη δημόσια υγεία αντί αναποτελεσματικών περιορισμών και απαγορεύσεων.