Ο θάνατος του Τζορτζ Φλόιντ, τον οποίο κατέγραψαν με κινητά τους αυτόπτες μάρτυρες, είχε αποτελέσει αφορμή για τεράστιες διαδηλώσεις κατά του ρατσισμού και της αστυνομικής βίας τόσο στις ΗΠΑ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο το καλοκαίρι του 2020.
Ο 36χρονος Του Θάο, ο 28χρονος Αλεξάντερ Κούενγκ και ο 38χρονος Τόμας Λέιν δικάζονταν στο Σεν Πολ, δίδυμη πόλη της Μινεάπολις όπου είχε εκτυλιχθεί η τραγωδία. Το σώμα ενόρκων, αφού συνεδρίασε επί δύο ημέρες, ανακοίνωσε την απόφασή του χθες, έπειτα από μια δίκη που διήρκησε ένα μήνα.
Ο ανιψιός του Τζορτζ Φλόιντ, Μπράντον Γουίλιαμς, χαρακτήρισε την απόφαση των ενόρκων «μικρή νίκη» και «ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», όπως δήλωσε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου. Διότι «συχνά οι αστυνομικοί σκοτώνουν μαύρους άνδρες και γυναίκες, δεν αντιμετωπίζουν τις συνέπειες», πρόσθεσε, εκτιμώντας ότι η απόφαση των ενόρκων στέλνει «ένα μήνυμα».
«Είναι μια καλή ημέρα για εμάς», όμως «δεν θα έρθει πίσω ο Τζορτζ», δήλωσε από την πλευρά του ο αδελφός του Φίλονιζ Φλόιντ.
Ο τέταρτος αστυνομικός, ο Ντέρεκ Σόβιν, είχε κριθεί ένοχος τον Ιούνιο για ανθρωποκτονία και είχε καταδικαστεί σε 22 χρόνια και έξι μήνες κάθειρξη. Αυτός ήταν που κράτησε επί σχεδόν εννέα λεπτά το γόνατό του πάνω στον λαιμό του Φλόιντ, στις 25 Μαΐου 2020, προκαλώντας του ασφυξία.
Ο Κούενγκ βρισκόταν στην πλάτη του Φλόιντ και ο Λέιν του κρατούσε τα πόδια. Ο Θάο κρατούσε σε απόσταση τους περαστικούς.
Χθες οι τρεις πρώην αστυνομικοί κρίθηκαν ένοχοι επειδή δεν προσέφεραν τις πρώτες βοήθειες στον Αφροαμερικανό, ο οποίος ήταν ξεκάθαρο ότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει.
Οι Θάο και Κούενγκ, που είναι ο ένας ασιατικής καταγωγής και ο άλλος Αφροαμερικανός, κρίθηκαν επίσης ένοχοι επειδή δεν παρενέβησαν για να αποτρέψουν τον Σόβιν να «ασκήσει παράλογη βία».
Ο Λέιν, που είχε προτείνει δύο φορές να γυρίσουν τον Φλόιντ στο πλάι, δεν αντιμετώπιζε αυτή την κατηγορία.