«Πόδια. Τι σας χρειάζομαι από τη στιγμή που έχω φτερά για να πετάξω;» Κάπως έτσι έζησε κι έγινε πηγή έμπνευσης η Φρίντα Κάλο, η σπουδαία Μεξικανή ζωγράφος που γεννήθηκε πριν από 115 χρόνια, στις 6 Ιουλίου 1907.
Πόνος και τέχνη, είναι οι δύο λέξεις που πλημμύρισαν τη ζωή της, τα 47 μόλις χρόνια που έζησε. Ήταν αιχμάλωτη σε ένα κορμί που λαχταρούσε τον θάνατο και γραπωνόταν απ’ τη ζωή, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Πίνο Κακούτσι.
Σε ηλικία έξι ετών θα διαγνωστεί με πολιομυελίτιδα, θα αναγκαστεί να μείνει για μήνες στο κρεβάτι και έκτοτε θα πορεύεται με το ένα της πόδι κοντύτερο και ημιπαράλυτο.
Το 1922 εισέρχεται στο Εθνικό Προπαρασκευαστικό Σχολείο του Μεξικού για να σπουδάσει ιατρική. Εκεί, θα συναντήσει για πρώτη φορά τον ήδη καταξιωμένο ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα, ο οποίος ζωγράφιζε μια μεγάλη τοιχογραφία στo αμφιθέατρο της σχολής και έμελλε, μερικά χρόνια αργότερα, να γίνει ο έρωτας της ζωής της.
Πριν όμως…έπρεπε να κοιτάξει την Πελόνα κατάματα και να ουρλιάξει στον θάνατο το πείσμα της για ζωή.
Ένα πρωινό του Σεπτέμβρη, το 1925, στα 18 της χρόνια, θα ζήσει ένα φρικτό ατύχημα. Το λεωφορείο στο οποίο επιβαίνει θα συγκρουστεί με ένα τραμ, τα σίδερα του οποίου θα διαπεράσουν το σώμα της. Η σπονδυλική στήλη σπασμένη σε τρεις μεριές, δύο πλευρά, ο αριστερός ώμος και το αριστερό πόδι τσακισμένα… Με το πείσμα που μόνο αυτή ήξερε να επιδεικνύει, άδραξε τη ζωή και την κράτησε μέσα της. Θα υποβληθεί σε πάνω από 30 χειρουργεία και θα μείνει καθηλωμένη στο κρεβάτι για δύο χρόνια και για το υπόλοιπο της ζωής της θα μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία και θα συνοδεύεται από φρικτούς πόνους.
«Στο τέλος της ημέρας, μπορούμε να αντέξουμε πολλά περισσότερα απ’ όσα νομίζουμε», όπως θα έλεγε η ίδια. Κι όχι μόνο άντεξε, αλλά από το κρεβάτι κιόλας, πάνω από τους γύψους που τύλιγαν το κορμί της, βρήκε τρόπο και κατάφερε να μετατρέψει τον πόνο της σε πάθος και να το αποτυπώσει πάνω στον καμβά με τα πιο έντονα χρώματα.
«Υπήρξαν δύο μεγάλα ατυχήματα στη ζωή μου. Το ένα ήταν με το τρόλεϊ και το άλλο ήταν ο Ντιέγκο. Το δεύτερο ήταν μακράν το χειρότερο», είχε πει. Η Φρίντα Κάλο θα δέσει τη ζωή της με τον Ντιέγκο Ριβέρα, θα παντρευτούν δύο φορές. Ένας θυελλώδης έρωτας μεταξύ των δύο εμβληματικών προσωπικοτήτων, των δύο ζωγράφων που σημάδεψαν την πολιτιστική πορεία του Μεξικού.
Ο θάνατος έκανε πίσω αλλά έμεινε πλάι της κάθε μέρα, θυμίζοντας την παρουσία του σε κάθε της αποβολή και στερώντας της το παιδί που τόσο λαχταρούσε. Χαρακτηριστικά τα έργα της «Νοσοκομείο Χένρι Φορντ» (1932) και ο πίνακας «Η Γέννηση Μου» (1932).
Η δεκαετία του ’50 θα την βρει σε πολύ άσχημα κατάσταση αφού διαγνώστηκε με γάγγραινα στο δεξί πόδι. Θα περάσει εννέα μήνες στο νοσοκομείο και θα υποβληθεί και πάλι σε επεμβάσεις. Παρά το γεγονός ότι ήταν καθηλωμένη στο κρεβάτι, θα ζωγραφίζει πυρετωδώς και θα υποστηρίζει ολόψυχα κοινωνικούς αγώνες και πολιτικά κινήματα.
«Δεν είμαι άρρωστη. Είμαι σπασμένη. Αλλά είμαι ευτυχισμένη όσο μπορώ να ζωγραφίζω», θα πει. Το 1953 κάνει την πρώτη της ατομική έκθεση στο Μεξικό, στα εγκαίνια της οποίας παίρνει άδεια από το νοσοκομείο και καταφτάνει στην γκαλερί με ασθενοφόρο.
Λίγους μήνες αργότερα η γάγγραινα εξαπλώνεται και ακρωτηριάζεται τμήμα του ποδιού της και κλείνεται για άλλη μια φορά στο νοσοκομείο όπου θα επιστρέψει ξανά, δύο μήνες αργότερα με πνευμονία.
Οι τεχνοκριτικοί την εντάσσουν στον σουρεαλισμό, μα η ίδια λέει ότι οι πίνακές της δεν ήταν όνειρα, αλλά η δική της πραγματικότητα. Αρκετά έργα της είναι αυτοπροσωπογραφίες, μέσα από τις οποίες εκφράζεται ο προσωπικός πόνος και η σεξουαλικότητά της.
Η Φρίντα Κάλο έγινε παγκόσμια και παντοτινή, χωρίς να μεμψιμοιρεί, με το κεφάλι ψηλά και πάντοτε κοιτώντας μας κατάματα. Έτσι ήταν η Φρίντα, «μια βόμβα τυλιγμένη σε μεταξωτή κορδέλα» όπως την όρισε ο Αντρέ Μπρετόν.
Πέθανε σε ηλικία 47 ετών έχοντας τολμήσει να παραβιάσει όλες τις συμβάσεις και της τέχνης της και της ζωής. Στον τελευταίο της πίνακα θα γράψει “Viva la vida”, ζήτω η ζωή, κι αυτό είναι το μήνυμα που θα συνοψίσει την πολύχρωμη κι γεμάτη πάθος και πόνο ζωή της που εξακολουθεί να αποτελεί αστείρευτη πηγή έμπνευσης.