Κατηγορηματικά απαράδεκτες ενέργειες, που πρέπει να τιμωρούνται, αλλά και βάρβαρες πράξεις, που πρέπει να προλαμβάνονται, χαρακτήρισε η εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα κάθε είδους επίθεση «με επικίνδυνα για την κοινωνία μέσα», όπως η πρόσφατη στο κτίριο του τεμένους Köprülü Haci Ibrahim Aga στη Λεμεσό, στα τέλη Αυγούστου, με βόμβες μολότοφ, υπογραμμίζοντας ότι ειδικά στην Κύπρο είναι ιδιαίτερης σημασίας η διατήρηση της διαθρησκευτικής ισορροπίας.
«Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όταν επίθεση υπέστη θρησκευτικός χώρος, πρόκειται για μια ιδιαίτερα ανησυχητική κατάσταση», είπε κατά την ενημέρωση της Τρίτης η Μαρία Ζαχάροβα, καθώς «πέραν του ότι θέτουν σε κίνδυνο ζωές και προσβάλλουν τα αισθήματα των πιστών, οι διοργανωτές προκαλούν διαθρησκευτική διχόνοια και ένταση στην κοινωνία απαντώντας σε σχετική ερώτηση στο πλαίσιο της εβδομαδιαίας ενημέρωσης των ΜΜΕ, εκτιμώντας επίσης ότι «η ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας οφείλουμε να πούμε ότι αντέδρασε άμεσα και επαρκώς».
«Λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα του κυπριακού κράτους, κρίνεται πολύ περισσότερο επείγον ο στόχος να διατηρηθεί η διαθρησκευτική ισορροπία και η αποτροπή της κλιμάκωσης, η οποία μπορεί να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από δυνάμεις, που ενδιαφέρονται να διαταράξουν την ομαλότητα, να διχάσουν τους κατοίκους του νησιού μεταξύ τους και να υπονομεύσουν τις προοπτικές διευθέτησης του Κυπριακού», παρατήρησε η Ρωσίδα εκπρόσωπος, σημειώνοντας ότι παρόμοιες επιθέσεις «πρέπει κάθε φορά να γίνονται αντικείμενο της πιο ενδελεχούς έρευνας από τις διωκτικές Αρχές» και εκτιμώντας ότι «οι επιθέσεις σε θρησκευτικούς χώρους είναι το σήμα κατατεθέν τρομοκρατικών κύκλων κάθε είδους».
Μάλιστα η επίσημη εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ προχώρησε σε συγκρίσεις με τις εκκλησιαστικές διαμάχες στην Ουκρανία, θυμίζοντας ότι τις προάλλες περικυκλώθηκε «ένα γυναικείο μοναστήρι, ενώ μέχρι σήμερα συνεχίζεται το δαιμονικό όργιο εναντίον της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου», διερωτώμενη «ποιος αριθμός εγκαταστάσεων όχι τόσο μεγάλης κλίμακας και (όχι τόσο) γνωστών στη διεθνή κοινότητα, αλλά όχι λιγότερο σημαντικών για το ποίμνιο, καταστρέφονται (με την κυριολεκτική έννοια της λέξης) στο έδαφος της Ουκρανίας;». Κατά την εκτίμηση της κ. Ζαχάροβα «πρόκειται για εκατοντάδες και χιλιάδες κτίρια», όπως ανέφερε σε σχετική πρόσφατή έκθεσή του το ρωσικό ΥΠΕΞ, ενώ «η καταπολέμηση τέτοιων πρακτικών πρέπει να συγκαταλέγεται στις άνευ όρων προτεραιότητες των πραγματικά πολιτισμένων χωρών».
«Θέλω να μας ακούσουν στη Λευκωσία και να κατανοήσουν ότι δεν μπορούμε εδώ να τραβήξουμε διαχωριστικές γραμμές μεταξύ της δικής μας και άλλων χωρών, λέγοντας ότι αυτά τα εγκλήματα εναντίον του συγκεκριμένου κτιρίου πρέπει να καταδικαστούν και να τιμωρηθούν, ενώ ας πούμε, εάν μιλάμε για άλλες χώρες, τότε πρέπει να δούμε την εκεί πολιτική συγκυρία», σημείωσε η Ρωσίδα εκπρόσωπος, υπογραμμίζοντας ότι «δεν πρέπει να γίνει έτσι», καθώς «αυτά είναι τα πλέον θεμελιώδη ζητήματα, για τα οποία έχουν ήδη εκπονηθεί λύσεις» και «δεν χρειάζεται να εφεύρουμε τίποτε νέο και να καθίσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, να εργαστούμε πολύ και σκληρά για να αναπτύξουμε κοινές προσεγγίσεις», αφού αυτές «υπάρχουν ήδη» και «πρέπει να εφαρμοστούν στην πράξη».
«Με τον τρόπο που αντέδρασε η Λευκωσία στη συγκεκριμένη κακόβουλη πράξη, η ίδια αντίδραση θα πρέπει να υπάρξει και ως προς τις βεβηλώσεις θρησκευτικών χώρων σε ολόκληρο τον κόσμο. Μόνο μαζί μπορούμε να πούμε “όχι” στους τρομοκράτες και τους εξτρεμιστές, που συνηθίζουν παρόμοια», δήλωσε η Ρωσίδα εκπρόσωπος, υπογραμμίζοντας ότι «ανεξάρτητα αν πρόκειται για τζαμί, είτε για συναγωγή, είτε για ορθόδοξη εκκλησία, είτε για καθολικό ναό, είτε βρίσκεται στη Λευκωσία, στο Κίεβο ή οπουδήποτε αλλού στη Μέση Ανατολή, στη Βόρειο Αμερική ή στη Νοτιοανατολική Ασία, αυτό είναι δευτερεύον και δεν έχει σημασία. Πρόκειται για μια βασική αρχή, που έχει καθοριστεί από όλους μας και πρέπει να εφαρμόζεται εξίσου όταν πρόκειται για τέτοιου είδους εγκλήματα».