Ως μια «άνοιξη» στις αμερικανοκυπριακές σχέσεις χαρακτήρισε ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου , Κωνσταντίνος Κόμπος την εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας που έχει επιτευχθεί μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Λευκωσίας. Ο επικεφαλής της κυπριακής διπλωματίας βρίσκεται στην αμερικανική πρωτεύουσα όπου συμμετείχε στις εργασίας του 39ου Συνεδρίου της Παγκόσμιας Συντονιστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα (ΠΣΕΚΑ).
Ο κ. Κόμπος απέδωσε τη μεταστροφή του αμερικανικού παράγοντα στο γεγονός ότι η Κύπρος κατάφερε να τοποθετήσει στρατηγικά τον εαυτό της με ένα τρόπο που επιτρέπει να υπάρχουν κοινά συμφέροντα με τις ΗΠΑ.
Όπως εξήγησε, «είναι εξαιρετικά σημαντικό να σημειωθεί ότι (αυτή η μεταστροφή) δεν προέκυψε επειδή οι ΗΠΑ αποφάσισαν ξαφνικά ότι η Κύπρος είναι σημαντική, ούτε επειδή οι ΗΠΑ ήταν πεπεισμένες ότι το Κυπριακό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα που άξιζε την προσοχή τους. Έγινε επειδή υπάρχουν κοινά συμφέροντα. Και πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Στο τέλος της ημέρας, η Κυπριακή Δημοκρατία προσφέρει κάτι στις ΗΠΑ. Και αυτό είναι στρατηγική παρουσία στην περιοχή».
Στο σημείο αυτό, επισήμανε ότι πρόκειται για μια περίπλοκη περιοχή που είναι συνηθισμένη στις ταραχές και στις κρίσεις. Ωστόσο, εκτίμησε ότι είναι η πρώτη φορά που η Κύπρος παίζει ενεργά ένα πρωταγωνιστικό ρόλο, ο οποίος αξιολογείται χρήσιμος τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την ευρύτερη περιοχή συνολικά.
Συνεχίζοντας, ο Κωνσταντίνος Κόμπος αναγνώρισε τον ρόλο που παραδοσιακά διαδραματίζει το Κογκρέσο στις σχέσεις ΗΠΑ-Κύπρου. Ωστόσο, στάθηκε στο γεγονός ότι αυτή τη στιγμή έχει αναπτυχθεί μια στενή συνεργασία με την αμερικανική κυβέρνηση (Λευκό Οίκο και Στέιτ Ντιπάρτμεντ) προκειμένου οι δυνατότητες που υπάρχουν στη διμερή σχέση να λάβουν σάρκα και οστά.
«Αυτό είναι κάτι που είναι σχετικά νέο με την έννοια ότι παραδοσιακά εστιάζαμε στο Κογκρέσο και στη Γερουσία. Είναι η πρώτη φορά που μια αμερικανική κυβέρνηση κοιτάζει την Κύπρο από διαφορετική σκοπιά. Τώρα έχουμε φίλους στην αμερικανική κυβέρνηση και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το προστατεύσουμε.»
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Κύπριος ΥΠΕΞ έπλεξε το εγκώμιο στην ελληνική ομογένεια στις ΗΠΑ την οποία χαρακτήρισε ως μια σημαντική γέφυρα που συνδέει την Κύπρο με την αμερικανική κοινωνία αλλά και με την κυβέρνηση «της πιο ισχυρής χώρας στον κόσμο».
Κυπριακό
Όσον αφορά το Κυπριακό, ο Κωνσταντίνος Κόμπος εξέφρασε την ετοιμότητα της Λευκωσίας να συμμετέχει σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις με στόχο την εξεύρεση μιας βιώσιμης και διαρκούς λύσης. Ξεκαθάρισε, όμως, ότι αυτή η λύση θα βασίζεται αποκλειστικά στο συμφωνημένο πλαίσιο για μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, το οποίο καθορίζεται από τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Όπως σημείωσε, «οτιδήποτε άλλο ανήκει στη σφαίρα της παρανομίας και θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο προηγούμενο για τη διεθνή κοινότητα στο σύνολό της. Για το σκοπό αυτό, υποστηρίζουμε πλήρως την αποστολή της Προσωπικής Απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ».
Συζήτηση στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας για τα οφέλη της Ηλεκτρικής Διασύνδεσης Ελλάδας- Κύπρου-Ισραήλ
Στο πλαίσιο του συνεδρίου της Παγκόσμιας Συντονιστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα (ΠΣΕΚΑ) πραγματοποιήθηκε ενημέρωση στους σύνεδρους από ανώτερο αξιωματούχο του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο Αμερικανός αξιωματούχος απέρριψε κατηγορηματικά τις προσπάθειες που καταβάλει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την διχοτόμηση του νησιού, ξεκαθαρίζοντας ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται ποτέ να αποδεχθούν μια λύση που θα προβλέπει την ύπαρξη δύο κρατών στην Κύπρο.
Ωστόσο, αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος στην ανάλυση της θετικής ατζέντας, αναγνωρίζοντας την εντυπωσιακή, όπως την χαρακτήρισε, πρόοδο που έχει επιτευχθεί στη διμερή σχέση. Παράλληλα, εξέφρασε την πρόθεση της αμερικανικής κυβέρνησης να συνεχίσει αυτή τη πορεία και να εμβαθύνει ακόμα περισσότερο τον στρατηγικό χαρακτήρα της συνεργασίας.
Μάλιστα, έγινε αναφορά και στα οφέλη που θα έχει το έργο για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ υπό το πρίσμα της ενεργειακής ασφάλειας. Ο αξιωματούχος ερωτήθηκε για τον προβληματισμό που φέρεται να υπάρχει στην Κύπρο σε σχέση με το οικονομικό κόστος του έργου και δεσμεύτηκε ότι θα ερευνήσει τις δυνατότητες που υπάρχουν για ενδεχόμενη επιπλέον χρηματοδότηση από την αναπτυξιακή τράπεζα των ΗΠΑ (DFC).