Η Κύπρος αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των προκλήσεων και των επιπτώσεων της λειψυδρίας στη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ανέφερε την Τρίτη η Υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Δρ. Μαρία Παναγιώτου, κατά την υπουργική συνάντηση των MED9, στην Κύπρο, προσθέτοντας πως είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί ότι οι στρατηγικές διαχείρισης των υδάτων είναι συμπεριληπτικές και δίκαιες.
Από την πλευρά του ο Ευρωπαίος Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι παραδέχθηκε ότι ο κίνδυνος της ξηρασίας συνεχίζει να αυξάνεται και πρόσθεσε ότι ενισχύοντας την αντίδραση και την ανθεκτικότητά μας στον κίνδυνο αυτό μπορούμε να ξεπεράσουμε την απειλή της ξηρασίας και να διασφαλίσουμε ότι οι αγρότες μας μπορούν να παρέχουν επισιτιστική ασφάλεια σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και για τα επόμενα χρόνια.
Σε ομιλία της στην έναρξη της Συνόδου MED9 που πραγματοποιήθηκε το πρωί στη μαρίνα Αγίας Νάπας, η Υπουργός ανέφερε ότι «η περιοχή της Μεσογείου, η οποία χαρακτηρίζεται από το μοναδικό της κλίμα και την πλούσια βιοποικιλότητά της, αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Το δίκτυο εμπειρογνωμόνων για τη Μεσόγειο σε θέματα κλιματικής και περιβαλλοντικής αλλαγής και το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέφεραν ότι η πρόσφατη επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής έχει εντείνει τα υφιστάμενα περιβαλλοντικά προβλήματα στη λεκάνη της Μεσογείου, τα οποία προκαλούνται κυρίως από έναν συνδυασμό αλλαγών στη χρήση της γης, της αυξανόμενης ρύπανσης και της φθίνουσας βιοποικιλότητας».
Πρόσθεσε ότι «η κλιματική αλλαγή αλλάζει δραματικά τα καιρικά μοτίβα στη Μεσόγειο, αφού η άνοδος της θερμοκρασίας μεταβάλλει τα μοτίβα των βροχοπτώσεων, ενώ οι συχνότερες και σοβαρότερες ξηρασίες και τα ακραία φαινόμενα έχουν γίνει το νέο φυσιολογικό. Οι αλλαγές αυτές οδηγούν στη μείωση των ετήσιων βροχοπτώσεων και εντείνουν τον ανταγωνισμό για τους υδάτινους πόρους ενόψει της μειωμένης διαθεσιμότητας και των αυξημένων ρυθμών εξατμισοδιαπνοής των καλλιεργειών».
Η λειψυδρία, συνέχισε η Υπουργός «είναι ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα με βαθιές επιπτώσεις στη γεωργία, την ανθρώπινη ευημερία και την οικονομική σταθερότητα. Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την ξηρασία (EDO) ανέφερε ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων τουλάχιστον 500 ετών, ενώ το Κοινό Κέντρο Ερευνών υπογραμμίζει ότι οι συνθήκες ξηρασίας, οι μακροχρόνιες θερμοκρασίες πάνω από τον μέσο όρο και μια σειρά θερμών περιόδων έχουν επιδεινώσει τις επιπτώσεις της παρατεταμένης έλλειψης βροχοπτώσεων, επηρεάζοντας άμεσα την υγρασία του εδάφους και την ανάπτυξη της βλάστησης».
Αφού σημείωσε πως «η γεωργία, ως ο κύριος καταναλωτής νερού, που χρησιμοποιεί περίπου το 70% του αντλούμενου νερού, είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στη λειψυδρία» σημείωσε πως «η μείωση της ροής του νερού περιορίζει την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα των φυτών, με αποτέλεσμα οι αγρότες να στρέφονται προς πιο ανθεκτικές στην ξηρασία ποικιλίες και καλλιέργειες, οι οποίες δεν χρειάζονται μεγάλες ποσότητες νερού, επηρεάζοντας έτσι την ποικιλομορφία των τροφίμων και τις τοπικές διατροφικές συνήθειες».
Ακόμα, σημείωσε η λειψυδρία «μπορεί να επιδεινώσει την αλατότητα και τη διάβρωση του εδάφους, οδηγώντας σε μακροπρόθεσμη μείωση της γονιμότητας του εδάφους και της γεωργικής παραγωγικότητας. Η μειωμένη γεωργική παραγωγή μεταφράζεται σε αστάθεια στον εφοδιασμό τροφίμων, οικονομικές απώλειες για τους αγρότες, υψηλότερες τιμές τροφίμων για τους καταναλωτές και ευρύτερες οικονομικές και κοινωνικές στρεβλώσεις στις αγροτικές περιοχές» είπε.
Αναφερόμενη στην Κύπρο η κα. Παναγιώτου είπε πως «αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των προκλήσεων και των επιπτώσεων της λειψυδρίας στο πλαίσιο της Μεσογείου. Η χώρα είναι αντιμέτωπη με περιορισμένο αριθμό φυσικών πηγών νερού σε συνδυασμό με το ημίξηρο κλίμα και τις περιοδικές ξηρασίες».
Τις τελευταίες δεκαετίες, σημείωσε «η Κύπρος έχει βιώσει σημαντική μείωση των ετήσιων βροχοπτώσεων, που επηρεάζει τόσο τις επιφανειακές όσο και τις υπόγειες υδάτινες πηγές με επακόλουθες επιπτώσεις στην ανθρώπινη ευημερία και την οικονομία. Η υπερεκμετάλλευση των υπόγειων υδάτων έχει οδηγήσει σε εξάντληση και αυξημένη αλατότητα των υδροφορέων, ιδίως στις παράκτιες περιοχές, ενώ η ταχεία αστικοποίηση, η αύξηση του πληθυσμού και η ανθηρή τουριστική βιομηχανία έχουν αυξήσει περαιτέρω τη ζήτηση νερού, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τους πόρους».
Αυτές οι ακραίες συνθήκες, είπε η Υπουργός Γεωργίας «καθιστούν επιτακτική τη χρήση μη συμβατικών υδάτινων πόρων για την αντιμετώπιση των υδατικών ανισορροπιών, όπως η χρήση προηγμένων συστημάτων επεξεργασίας και επαναχρησιμοποίησης νερού και η αφαλάτωση θαλασσινού νερού».
Η περιοχή της Μεσογείου, ανέφερε στην ομιλία της η κα. Παναγιώτου «αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις λόγω της λειψυδρίας που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή. Είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί ότι οι στρατηγικές διαχείρισης των υδάτων είναι συμπεριληπτικές και δίκαιες, αντιμετωπίζοντας τις ανάγκες των ευάλωτων πληθυσμών και προωθώντας την κοινωνική συνοχή».
Είπε επίσης πως «μέσω συντονισμένων πολιτικών παρεμβάσεων, καινοτόμων λύσεων και περιφερειακής συνεργασίας, μπορεί να επιτευχθεί βιώσιμη διαχείριση των υδάτων, εξασφαλίζοντας επισιτιστική ασφάλεια, γεωργική παραγωγικότητα και οικονομική σταθερότητα για τις μελλοντικές γενιές».
Στην δική του εναρκτήρια ομιλία ο Ευρωπαίος Επίτροπος Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι εξέφρασε ικανοποίηση για την παρουσία του στην Κύπρο και σημείωσε πως είναι επίκαιρο το θέμα του συνεδρίου αφού «παρατηρούμε συχνότερες ξηρασίες σε ολόκληρη την Ένωση, με αυξανόμενες επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή, στα εισοδήματα των γεωργών, στα τοπία και το περιβάλλον και στην επισιτιστική μας ασφάλεια. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτές τις τάσεις και να διασφαλίσουμε την ανθεκτικότητα των γεωργών μας» είπε.
Ειδικότερα συνέχισε «πρέπει να υποστηρίξουμε την υιοθέτηση πιο βιώσιμων πρακτικών διαχείρισης του νερού, με προηγμένες τεχνικές άρδευσης και τεχνολογίες εξοικονόμησης νερού, με πιο ανθεκτικά είδη και με βελτιωμένη διαχείριση του εδάφους. Σε όλους αυτούς τους τομείς, η στήριξη μπορεί να προέλθει μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής τα στρατηγικά σχέδια της οποίας είναι ισχυρά εργαλεία, μπορούν να στηρίξουν τους γεωργούς που έχουν υποστεί ζημιές από ξηρασίες, ενώ παράλληλα τους επιτρέπουν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους μακροπρόθεσμα, ενθαρρύνοντας την προσαρμογή και δίνοντας κίνητρα για τη βιώσιμη χρήση του νερού».
Ανέφερε μάλιστα ως παράδειγμα τη χρηματοδότηση για την αγροτική ανάπτυξη, η οποία όπως είπε «μπορεί να στηρίξει επενδύσεις σε υλικά περιουσιακά στοιχεία, για την ανακούφιση της κατάστασης σε περιοχές που πλήττονται από ξηρασία και την αποφυγή περαιτέρω ζημιών».
Όπως είπε τα παραδείγματα περιλαμβάνουν «την παροχή βοήθειας για την καταπολέμηση της ξηρασίας, επενδύσεις που συμβάλλουν στην εξοικονόμηση νερού και στη βιώσιμη διαχείριση του νερού, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης νερού, επενδύσεις για την ανακαίνιση και τη συντήρηση συστημάτων άρδευσης που αποφεύγουν την απώλεια νερού ή χρησιμοποιούν τεχνικές γεωργίας ακριβείας και επενδύσεις για την κατασκευή νέων ή βελτιωμένων υποδομών για τη διοχέτευση ανακυκλωμένου νερού για αρδευτικούς σκοπούς».
Αναφερόμενος στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, είπε ότι μπορεί να στηρίξει επίσης τους αγρότες σε μια πιο βιώσιμη διαχείριση των υδάτων, όπως για παράδειγμα «στη χρήση πιο ανθεκτικών ειδών ή καλύτερα προσαρμοσμένων καλλιεργειών, στη διαχείριση του εδάφους για την αύξηση της ικανότητας συγκράτησης του νερού και στην ανάπτυξη χαρακτηριστικών του τοπίου, τα οποία μπορούν επίσης να έχουν θετικό ρόλο στην ικανότητα συγκράτησης νερού της γης».
Ο Επίτροπος κάλεσε όλους να χρησιμοποιήσουν «αυτά τα διαθέσιμα εργαλεία της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους έχοντας την πλήρη υποστήριξη και συνεργασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».
Αφού ανέφερε ότι «ο κίνδυνος της ξηρασίας συνεχίζει να αυξάνεται», πρόσθεσε ότι ταυτόχρονα η αντίδραση μας γίνεται ισχυρότερη και πιο συντονισμένη και σημείωσε πως «συνεχίζοντας την αντίδραση αυτή και συνεχίζοντας να ενισχύουμε την ανθεκτικότητά μας, μπορούμε να ξεπεράσουμε την απειλή της ξηρασίας και να διασφαλίσουμε ότι οι αγρότες μας μπορούν να παρέχουν επισιτιστική ασφάλεια σε ολόκληρη την Ένωση τόσο τώρα όσο και για τα επόμενα χρόνια».
Σημειώνεται ότι πριν την ομιλία του Επιτρόπου Βοϊτσεχόφσκι παρουσιάστηκε στη Σύνοδο βίντεο για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Κύπρο, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης ξηρασίας.