Ο Βρετανός Ύπατος Αρμοστής, Ιρφάν Σιντίκ δήλωσε ότι δεν θα υπάρξει επιστροφή στην πρακτική των πτήσεων «touch down» από την κατεχόμενη Κύπρο προς το Ηνωμένο Βασίλειο, που ίσχυε μέχρι το 2017, όταν δηλαδή επιτρεπόταν στους επιβάτες που ταξίδευαν από τα κατεχόμενα προς το Ηνωμένο Βασίλειο να περιμένουν μέσα στο αεροπλάνο στην Τουρκία και δεν χρειαζόταν να κατέβουν και να περάσουν ξανά από έλεγχο οι αποσκευές τους, όπως συμβαίνει τώρα.
Σύμφωνα με το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, η αγγλόφωνη τ/κ εφημερίδα «Cyprus Today» γράφει ότι σε αποκλειστικές δηλώσεις του κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης Βρετανών που κατοικούν στα κατεχόμενα στον Άγιο Επίκτητο, ο Βρετανός διπλωμάτης δήλωσε ότι το θέμα της έλλειψης απευθείας πτήσεων είναι αυτό που εγείρεται πιο συχνά στον ίδιο από τους Βρετανούς που ταξιδεύουν στα κατεχόμενα και πρόσθεσε ότι αυτό είναι ένα θέμα που είναι στο προσκήνιο για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ερωτηθείς κατά πόσον μπορούν να υπάρξουν απευθείας πτήσεις χωρίς την επίλυση του Κυπριακού, ο κ. Σιντίκ απάντησε ότι αυτό δεν είναι κάτι που το ΗΒ μπορεί να επιχειρήσει μόνο του και επισήμανε τη «Σύμβαση του Σικάγο», σύμφωνα με την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το μόνο αναγνωρισμένο κράτος στο νησί, ελέγχει τον εναέριο χώρο του και τον καθορισμό των αεροδρομίων και ως εκ τούτου χρειάζεται συμφωνία για απευθείας πτήσεις ακόμα και πριν τη λύση.
Ως παράδειγμα για το πώς θα μπορούσαν να υπάρξουν απευθείας πτήσεις χωρίς συνολική επίλυση του Κυπριακού, ο κ. Σιντίκ έφερε την πρόταση του τέως Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, στο πλαίσιο των οποίων θα επιστρεφόταν η περίκλειστη Αμμόχωστος ως αντάλλαγμα με το άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου στην Τύμπου και του λιμανιού της κατεχόμενης Αμμοχώστου.
Ερωτηθείς κατά πόσον είναι αναχρονιστικό το σύστημα εγγυήσεων στην Κύπρο, ο ο κ. Σιντίκ είπε ότι η όποια αλλαγή στο σύστημα εγγυήσεων και στις υφιστάμενες συμφωνίες ασφάλειας και εγγυήσεων ως αποτέλεσμα του Συντάγματος του 1960 πρέπει να συμφωνηθεί και από τις δύο πλευρές και να διαμορφωθεί κατά τρόπο που θα δίνει το αίσθημα της ασφάλειας και στις δύο πλευρές.
Πρόσθεσε ότι το ΗΒ κατέστησε ξεκάθαρο ότι είναι ανοικτό σε όποια συμφωνία θεωρήσουν ικανοποιητική οι δύο πλευρές, δεν είναι ο καθοριστικός παράγοντας και δεν θα μπλοκάρει όποια συμφωνία επιτύχουν οι δύο πλευρές.
Ερωτηθείς για τις Βρετανικές Βάσεις στην Κύπρο, ο Βρετανός Ύπατος Αρμοστής είπε ότι η όποια αλλαγή στην Συνθήκη Εγγυήσεων δεν θα επηρεάσει το καθεστώς των βάσεων, οι οποίες καλύπτονται από τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης.
Κληθείς να σχολιάσει τη θέση του Ερσίν Τατάρ για κυριαρχική ισότητα, ο κ. Σιντίκ ανέφερε ότι, «είχα πολλές συζητήσεις με τον κ. Τατάρ για αυτό το ζήτημα. Είναι καθαρό ότι κάτω από το Σύνταγμα του 1960 και οι Τουρκοκύπριοι και οι Ελληνοκύπριοι αναγνωρίζονται ως βασικές συνιστώσες του κράτους, πολίτες του κράτους. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θεωρητικώς οι Τουρκοκύπριοι δεν έχουν το δικαίωμα κυριαρχικής υπηκοότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, της οποία αρχικώς αποτελούσαν μέρος».
Το βήμα της ανακήρυξης ενός αυτό-ανακηρυχθέντος κράτους, της «τδβκ δεν αναγνωρίζεται από κανέναν εκτός από την Τουρκία και ως εκ τούτου αυτή η διεκδικούμενη κυριαρχία δεν αναγνωρίζεται με την έννοια ότι αποτελεί την ίδια οντότητα, την αυτό-ανακηρυχθείσα τδβκ. […] Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι σε μια διευθέτηση, που είναι εμφανώς αυτό το οποίο επιθυμούμε όλοι, όπου οι Τουρκοκύπριοι και οι Ελληνοκύπριοι είναι συμπολίτες, δεν θα μοιράζονται αυτή την κυριαρχία. Όμως, όπως διατυπώνεται και εκφράζεται μέσω της αυτό-ανακηρυχθείσας τδβκ δεν γίνεται αποδεχτή ή δεν αναγνωρίζεται από κανέναν», πρόσθεσε.
Αφού είπε ότι ο κ. Τατάρ και οι σύμβουλοί του, του λένε ότι δεν εμπιστεύονται τη δέσμευση της ελληνοκυπριακής πλευράς στην εξεύρεση λύσης, ο κ. Σιντίκ ανέφερε ότι η δική του άποψη, η άποψη της κυβέρνησής του και η άποψη όλου του κόσμου, εκτός της Τουρκίας, είναι ότι υπάρχει ακόμα βιώσιμη προοπτική για μια διευθέτηση, η οποία θα δημιουργήσει ένα ενωμένο ομοσπονδιακό κράτος, κάτω από το οποίο οι Τουρκοκύπριοι θα μπορούν να ασκούν το δικαίωμά τους για κυριαρχία.
Ερωτηθείς γιατί η χώρα του υποστηρίζει ακόμα την ομοσπονδιακή λύση στην Κύπρο, ο κ. Σιντίκ είπε ότι μια χώρα τόσο μικρή όσο η Κύπρος θα λειτουργεί πιο αποτελεσματικά ενωμένη και πρόσθεσε ότι χωρίς την επανένωση του νησιού, θα εκλείψει η προοπτική ένταξης της βόρειας κατεχόμενης Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ερωτηθείς κατά πόσον η ΕΕ πρέπει να εμπλακεί περισσότερο στο Κυπριακό, ο Βρετανός διπλωμάτης ανέφερε ότι η ΕΕ είναι ιστορικά αναμεμειγμένη στο Κυπριακό, λόγω της φύσεως της ένταξης της Κύπρου στην Ένωση.
Σημειώνοντας ότι η ΕΕ έχει να διαδραματίσει φυσιολογικά έναν ισχυρό ρόλο, ο κ. Σιντίκ εξέφρασε την άποψη ότι ο σκοπός του Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη περιστρέφεται γύρω από κίνητρα προς την Τουρκία στην σχέση της με την ΕΕ και υποστήριξε: «Νομίζω ότι αυτά μπορούν επίσης να είναι θετικά, όμως είναι όλα νομίζω υποστηρικτικά και συμβάλλουν στο μεγαλύτερο θέμα, που εμφανώς είναι η συμφωνία ανάμεσα στους Τουρκοκύπριους και τους Ελληνοκύπριους. Έτσι η ΕΕ μπορεί να έχει υποστηρικτικό ρόλο, όμως δεν είναι σε πρωταγωνιστικό ρόλο».