Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι καταστροφική για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας και την ανάπτυξη δηλώνει σε συνέντευξη του στο BBC ο Πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ντέιβιντ Μάλπας. Ο κ. Μάλπας εστιάζει ιδιαίτερα στο ζήτημα της χρονικής συγκυρίας, καθώς η παγκόσμια οικονομία ήδη περνούσε δύσκολα εξαιτίας του αυξανόμενου πληθωρισμού. Η εξέλιξη της σύρραξης στην Ουκρανία, κάνει τα πράγματα ακόμα δυσκολότερα.
Στη διάρκεια των μαχών, ανέφερε, αναμένεται ότι θα χαθούν χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, στρατιωτών αλλά και αμάχων. Πέραν αυτών όμως, πρόσθεσε, οι οικονομικές συνέπειες θα κινηθούν και εκτός των συνόρων της Ουκρανίας, εξαιτίας των ραγδαίων αυξήσεων στην παγκόσμια αγορά ενέργειας και θα χτυπήσουν πιο σκληρά τον φτωχό κόσμο, όπως επίσης και ο πληθωρισμός. Ήδη οι τιμές των τροφίμων ανεβαίνουν εξαιτίας του πολέμου και αυτός ο αντίκτυπος είναι ήδη πιο αισθητός για τις φτωχές χώρες.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο της Παγκόσμιας Τράπεζας, τόσο η Ρωσία όσο και οι Ουκρανία είναι μεγάλοι παραγωγοί τροφίμων. Η Ουκρανία για παράδειγμα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ηλιελαίου ενώ ακολουθεί στη δεύτερη θέση η Ρωσία. Οι δύο χώρες παράγουν το 60% της παγκόσμιας παραγωγής. Επιπλέον παράγουν το 28,9% της παγκόσμιας παραγωγής σιτηρών σύμφωνα με την JP Morgan. Οι τιμές σιτηρών στο χρηματιστήριο του Σικάγο, έχουν σπάσει ρεκόρ 14ετίας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν σε βάρος της Ρωσίας, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον υπόλοιπο κόσμο να αποκτήσει πρόσβαση σε ρωσικά προϊόντα. Τα δε προϊόντα της Ουκρανίας, δεν μπορούν να φύγουν εκτός της χώρας εξαιτίας του αποκλεισμού των λιμανιών και των αεροδρομίων.
“Δεν υπάρχει τρόπος για να προσαρμοστούμε άμεσα στις απώλειες που σχετίζονται με την Ουκρανία και τη Ρωσία, συνεπώς αυτό αντανακλάται στις τιμές”, εξηγεί ο Μάλπας.
Το ίδιο φυσικά ισχύει και σε ότι αφορά την προμήθεια ενέργειας από τη Ρωσία. Οι συνέπειες είναι καταστροφικές για τη δυτική Ευρώπη, αφού το 39% του ηλεκτρισμού των χωρών αυτών, στηριζόταν από τα καύσιμα που προμηθεύονταν από τη Ρωσία. Την ίδια στιγμή η απώλεια αυτή για τον Πούτιν, συνεπάγεται και με ραγδαία υποτίμηση του ρουβλιού και αύξηση του πληθωρισμού για την ίδια τη Ρωσία.
Η Κεντρική Τράπεζα της Ουκρανίας προέβλεπε ότι η οικονομία της χώρας θα παρουσίαζε ανάπτυξη της τάξης του 3,4% φέτος μετά τις δυσκολίες της πανδημίας, ωστόσο με τα δεδομένα του πολέμου η χρονιά αναμένεται να είναι καταστροφική, όπως επίσης και τα επόμενα χρόνια.
Ο πόλεμος συνεπάγεται με τεράστιες ζημιές στις υποδομές της χώρας όπως σε δρόμους, γέφυρες και άλλες στρατηγικής σημασίας υποδομές. Οι ζημιές δεν μπορούν καν να εκτιμηθούν επί του παρόντος. Επιπλέον δεν μπορεί να αγνόησε κανείς την απώλεια της χώρας σε ανθρώπινο δυναμικό καθώς εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανοί έχουν ήδη εγκαταλείψει τη χώρα αναζητώντας ασφαλές καταφύγιο στην Ευρώπη και όχι μόνο. Η παραγωγή έχει καταρρεύσει, ενώ υπάρχουν τεράστια προβλήματα στην διατροφική και ενεργειακή αλυσίδα.